Γράφει ο Γιώργος Χαρβαλιάς
Προ ημερών κάποιος φίλος, αθεράπευτα ρομαντικός, αλλά ταυτόχρονα απελπισμένος από το παρακράτος Μητσοτάκη, με ρώτησε αν υπάρχει κάποια ελπίδα να απαλλαγούμε με δεξιό αντάρτικο εκ των έσω και αρχικαπετάνιο τον… Βορίδη!
Συγκρατώντας με δυσκολία τα γέλια μου για αυτό το εξαιρετικό ανέκδοτο, αναγκάστηκα να τον αποπάρω με ευγένεια, εξηγώντας ότι ο Βορίδης ούτε δεξιός είναι ούτε φυσεκλίκια θέλει να ζωστεί. Ο άνθρωπος μεταλλάχθηκε σε βολεμένο πραιτοριανό της οικογένειας Μητσοτάκη με ζήλο γενίτσαρου που υπηρετεί την οθωμανική αυλή. Οπως ακριβώς και ο κολλητός του, ο Αδωνις, με μοναδική διαφοροποίηση των δύο τη βαθμίδα φαιδρότητας.
Ο συνομιλητής μου συνοφρυώθηκε, αλλά, παρακολουθώντας τη συζήτηση στη Βουλή τις προηγούμενες μέρες, νομίζω κάτι θα κατάλαβε. Ο Μητσοτάκης δεν αντλεί πλέον στήριξη από τον κορμό της Νέας Δημοκρατίας, αλλά από τα απεχθή εισαγόμενα «μαντρόσκυλα» που ήρθαν στο κόμμα για να υπηρετήσουν με αφοσίωση τον νέο τους αφέντη. Ο τρόπος με τον οποίο Βορίδης και Αδωνις στήριξαν μέσα στο Κοινοβούλιο το άθλιο κουκούλωμα του εγκλήματος των Τεμπών, ο τρόπος με τον οποίο επικρότησαν τα θλιβερά φληναφήματα του τρεμάμενου ανδρείκελου που ακούει στο όνομα Κώστας Καραμανλής του Αχιλλέα και οι υμνωδίες προς τον «άχαστο» ηγέτη Κυριάκο προκαλούν επιεικώς ναυτία. Αποτελούν πραγματικό ρεσιτάλ αυλοκολακείας, που θα διδάσκεται μεθαύριο στις σχολές πολιτικών επιστημών ως υπόδειγμα αναρριχητικού τυχοδιωκτισμού.
Οι άνθρωποι αυτοί, λοιπόν, δεν έχουν πολιτική ή ιδεολογική ταυτότητα. Είναι ένα είδος χασκογελούντων κοινοβουλευτικών μισθοφόρων. Χωρίς αξιακούς κώδικες και συνειδησιακές αναστολές. Σήμερα μπορεί να υμνούν τον Κυριάκο, αύριο τον κλώνο του και μεθαύριο, μετά την προσφιλή σε αυτούς μέθοδο «μετάνοιας», τον… Λεονίντ Μπρέζνιεφ. Ακατάλληλοι επομένως εξ ορισμού για να προστατεύσουν τα συμφέροντα του λαού, πιθανώς και την ακεραιότητα του πολιτεύματος.
Αλγεινή εντύπωση, εξάλλου, προκάλεσε και ένας άλλος «εισαγόμενος», που θεωρητικά διατηρούσε εχέγγυα μεγαλύτερης σοβαρότητας. Στην προσπάθειά του να ακυρώσει ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός (το ομολόγησε και ο ίδιος ο Μητσοτάκης!) ο Γιώργος Φλωρίδης -υπουργός Δικαιοσύνης, παρακαλώ- «μπάζωσε» κάθε έννοια σεβασμού προς τους χαροκαμένους γονείς των Τεμπών. Και συνέβαλε ο ίδιος στη συγκάλυψη ενός ποινικού εγκλήματος με πολύ συγκεκριμένες πολιτικές προεκτάσεις. Στο σημείο αυτό, όμως, οφείλουμε να είμαστε ειλικρινείς. Δεν έφερε πρώτος ο Κυριάκος αυτά τα υποπροϊόντα του κοινοβουλευτικού συστήματος στο προσκήνιο. Ούτε τους γλείφτες στην αυλή των πρωθυπουργών.
Το δίδυμο, για παράδειγμα, Αδωνις-Βορίδης μεταγράφηκε από τον ΛΑΟΣ και αναδείχτηκε από τον Αντώνη Σαμαρά, που σήμερα προσπαθεί να αποστασιοποιηθεί, βυθιζόμενος στη βασανιστική μελαγχολία του «κοίτα τι έκανες». Ο Σαμαράς έφερε στην πολιτική σκηνή και άλλους αηδιαστικούς οσφυοκάμπτες και σημερινούς σφουγγοκωλάριους του καθεστώτος, όπως ο πρόεδρος της Βουλής Κώστας Τασούλας που έχει κάνει τον κανονισμό του σώματος «λάστιχο» για να εξυπηρετεί τις ανάγκες του «ηγέτη». Ο Σαμαράς τούς ανέδειξε, αλλά ο Μητσοτάκης τούς έβγαλε στην πρώτη γραμμή. Και εργαλειοποίησε το θράσος τους, όπως και την ακόρεστη δίψα τους για την εξουσία.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Νέα Δημοκρατία έχει απολέσει την ιδεολογική της ταυτότητα χάρη σε αυτά τα εισαγόμενα «μαντρόσκυλα». Πλήρως και ανεπανόρθωτα. Εχει μετεξελιχθεί σε ένα είδος «προσωπικού στρατού» της αδίστακτης φαμίλιας Μητσοτάκη. Αποτελούν πράγματι μικρή μειοψηφία οι ζηλωτές του καθεστώτος. Και δεν έχουν -ξαναλέω- ιδεολογική αναφορά, πολύ δε περισσότερο τέτοια που να σχετίζεται με την πατριωτική Δεξιά. Ομως, ελέγχουν ή επηρεάζουν βασικούς τομείς της δημόσιας ζωής. Τα μέσα ενημέρωσης, τους θεσμούς, με προεξάρχουσα τη Δικαιοσύνη και το βαθύ κράτος.
Σε αντίθεση με τη διακυβέρνηση Σαμαρά -για να είμαστε και πάλι ειλικρινείς- ο Μητσοτάκης διάβρωσε και τις τελευταίες δικλίδες ασφαλείας της δημοκρατίας. Μαζί με το ανήθικο νταλαβέρι με τους εκπροσώπους της οικονομικής ολιγαρχίας που αποτέλεσε σήμα κατατεθέν της Μεταπολίτευσης, η σημερινή κυβέρνηση εγκαινίασε και το ανήθικο νταλαβέρι με εκπροσώπους του παρακράτους και του υποκόσμου, με τη μαφία.
Γράφω αυτές τις γραμμές, Πέμπτη βράδυ, βλέποντας στον τηλεοπτικό δέκτη την αλλόκοτη παρουσία ενός Ελληνα πρωθυπουργού που παριστάνει, τινάζοντας τους ώμους, ότι τον πνίγει το δίκιο και ζητάει τα ρέστα με την επίκληση της… ντροπής! «Σα δεν ντρέπεστε να με αμφισβητείτε». Στην πραγματικότητα ο Κυριάκος δεν είναι θυμωμένος. Σε νεύρωση βρίσκεται. Τρέμει μη τυχόν και ανοίξει το στόμα του το επικίνδυνο ανδρείκελο. Οχι οι αναλώσιμοι «πρωθυπουργικοί φίλοι» που μπήκαν προσωρινά ψυγείο επειδή απέτυχαν να ντιλάρουν με τον άλλοτε προσφιλή ολιγάρχη. Ο άλλος, ο φαύλος, ανόητος και «μικρός» που δεν παραιτείται επειδή προφανώς έχει κάποιον κρυμμένο άσο στο μανίκι του.
Στη συνέχεια βλέπω και τις άθλιες χαριτωμενιές του Τασούλα, που τάχα ειρωνεύεται με γούστο την Κωνσταντοπούλου και προσπαθεί με νύχια και με δόντια να κρατήσει όρθιο τον παραπαίοντα «Μωυσή» στο βήμα. Στο κάθε «μα δεν ντρέπεστε!» βλέπω και έναν στρατό χαχόλων από κάτω να τον χειροκροτεί με μεγαλύτερο πάθος κι από αυτόν τον απίθανο γραμματέα Απόδημου Ελληνισμού, που πάσαρε το στικάκι στην Ασημακοπούλου. Ως εδώ, όμως, γιατί ανακατεύτηκα. Κλείνω την τηλεόραση και σας δίνω μια τελευταία συμβουλή: Μακριά από αυτούς, εισαγόμενους ζηλωτές ή «αυθόρμητους» χειροκροτητές. Είναι όλοι τους αλλοτριωμένοι. Ικανοί να πουλήσουν τα κόκαλα των προγόνων τους για να εξασφαλίσουν την εύνοια της οικογένειας και να κρατήσουν την καρέκλα τους. Πραγματικό όνειδος…