Γράφει ο Μπάμπης Παπαδημητρίου
«Σταδιακή ανάπτυξη εν μέσω υψηλών γεωπολιτικών κινδύνων».
Αυτός είναι ο τίτλος των εξαμηνιαίων προβλέψεων της Επιτροπής για την ευρωπαϊκή οικονομία στο κεφάλαιο για την Ελλάδα. Αποδίδει πιστά την πραγματικότητα.
Συχνά ξεχνούμε τη διασύνδεση μεταξύ όσων καταφέρνουμε με τη δουλειά μας εντός της εθνικής οικονομίας, αυτό είναι η «ανάπτυξη» και όσων συμβαίνουν στο γεωπολιτικό περιβάλλον μας, αυτό που πρόσφατα περιέγραψα ως «κλοιό γύρω μας», με την προσθήκη, βεβαίως, του επιθετικού πολέμου της Ρωσίας.
Η ανάλυση των τεχνοκρατών της Επιτροπής είναι θετική γιατί επιβεβαιώνει πως η όποια ανάπτυξη επιτυγχάνεται αυτά τα χρόνια, και στηρίζεται σε στέρεο έδαφος και σημαντική είναι.
Ότι είναι σημαντική φαίνεται από τη σύγκριση προς τις επιδόσεις της Ευρωζώνης.
Η Ελλάδα τρέχει (ΑΕΠ) με μέσο ρυθμό τριετίας (2021-2023) άνω του 5% ετησίως. Η ζώνη του ευρώ στην ίδια περίοδο κινήθηκε στο 3+%. Η ψαλίδα ήταν υπέρ μας.
Στην τριετία που έχουμε μπροστά μας, η πρόβλεψη δείχνει μέσο ετήσιο ρυθμό 2,3% ενώ για τη Ζώνη 0,9%. Η ψαλίδα παραμένει υπέρ μας.
Συνολικά, στην εξαετία αφότου ξεπεράσαμε την τεράστια κρίση της πανδημίας, η Ελλάδα θα έχει μέσο ετήσιο ρυθμό κοντά στο 4% και η ευρωζώνη το μισό.
Καλό! Αλλά μπορούμε και χρειαζόμαστε ακόμη καλύτερες επιδόσεις για να κλείσουμε το κενό με το οποίο μπήκαμε στο ευρώ. Το κενό αυτό έκλεισε μόνον πλασματικά και μόνον στα λογιστικά βιβλία. Χάσαμε, μέχρι το 2007, μια δεκαετία διαρθρωτικών αλλαγών και ισχυρών επενδύσεων με μακρόπνοο ορίζοντα.
Δεν πρέπει να ξεχνούμε πως η αρχική περίοδος της Ελλάδας στην εποχή του Ευρώ (1998-2007), κατά την οποία το νέο, κοινό και πολύ δυνατό νόμισμα, στήριξε τη γενικευμένη ευφορία, δεν θα είχε αποδώσει την δήθεν ευμάρεια χωρίς την τεράστια πιστωτική επέκταση, τα νέα δάνεια σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά δηλαδή αλλά και την εξίσου τεράστια δανειακή δημοσιονομική ελλειμματική επέκταση.
Οι διάφορες ελαφρόμυαλες συγκρίσεις, όπως γίνονται στην τρέχουσα πολιτική κουβέντα, δεν πρέπει να το ξεχνούν. Οπως άλλωστε η κοινωνία των πολιτών δεν έχει ξεχάσει το βαρύ τίμημα που πληρώσαμε επειδή κάναμε πως δεν καταλαβαίνουμε τι συνέβαινε γύρω μας.
Ότι η σημερινή ανάπτυξη στηρίζεται σε στέρεο έδαφος είναι ίσως το σημαντικότερο νέο χαρακτηριστικό. Η Ελλάδα δεν δημιουργεί πλέον πρόσθετο κρατικό χρέος γιατί δεν έχει δημοσιονομικά ελλείμματα.
Επιπλέον, δεν δημουργεί νέα φούσκα ιδιωτικών δανείων. Οι τράπεζες ούτε μπορούν, ούτε και θέλουν να δώσουν περισσότερα δάνεια από όσα πραγματικά και με ασφάλεια «αντέχουν» οι παράγοντες της οικονομίας.
Αρα ό,τι κερδίζουμε δεν κινδυνεύουμε, αυτή τη φορά, να το χάσουμε μέσα από τα χέρια μας.
Υπάρχει βεβαίως μια άγραφη αλλά πολύ ισχυρή προϋπόθεση: να συνεχιστεί η επενδυτική προσπάθεια. Η οποία πάει αρκετά καλά. Αλλά πρέπει, με κάθε «θυσία», να διπλασιαστεί.
Επενδύσεις κάνει το κεφάλαιο. Δηλαδή οι επιχειρήσεις. Τελεία. Που σημαίνει πως οι επιχειρηματίες πρέπει να τρέξουν γρηγορότερα και καλύτερα. Οσο μεγαλύτεροι οι επιχειρηματίες, τόσο υψηλότερος πρέπει να είναι ο στόχος τους
Βεβαίως, καθοριστικός παράγοντας των επενδύσεων είναι η βελτίωση της παραγωγικότητας της εργασίας. Ανθρώπινες δυνάμεις υπάρχουν και θέλουν να δουλέψουν καλύτερα και αποδοτικότερα.
Προφανώς για να βελτιώσουν την αγοραστική τους δύναμη. Ειδικά τώρα που πλήττεται από το πληθωριστικό κύμα.
Όσοι δεν θέλουν ή δεν καταφέρνουν να δουλέψουν σε αυτό το νέο περιβάλλον θα μείνουν πίσω. Μπορεί να είναι αυτό μεγάλο αγκάθι για το κοινωνικό περιεχόμενο της αναμενόμενης και ήδη επιτευχθείσας ανάπτυξης. Δεν λύνεται όμως με επιδόματα ή κρατικές «διαταγές». Χρειάζονται κίνητρα και αντικίνητρα.
Αυτό είναι ζήτημα της μεγάλης πολιτικής.
Προφανώς όχι αυτής που παρακολουθούμε στην τρέχουσα καμπάνια για την Ευρωβουλή. Αλλά μιας αναπτυξιακής πολιτικής, συμπεφωνημένης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων. Η απαραίτητη υποστήριξη του κράτους δεν απαιτεί την ανάμειξή του, αλλά τη διευκόλυνση των κοινωνικών δυνάμεων. Θα γίνει δηλαδή στο κέντρο της κοινωνίας και όχι στα άκρα όπου τοποθετείται σήμερα κάθε είδους, σοβαρή η κωμική, αντιπολίτευση.
Το κράτος έχει τον δικό του, πολύ σημαντικό ρόλο. Στις επενδύσεις υποδομής και βελτίωσης των όρων εργασίας του ανθρώπινου δυναμικού, του συστήματος εκπαίδευσης και υγείας, της συνδρομής της δικαιοσύνης, της ουσιαστικής διευκόλυνσης της επιχειρηματικότητας.
Αλλά, το σημαντικότερο έργο του κράτους είναι και θα παραμείνει η θέσει τους μηχανισμούς που ελέγχει στην υπηρεσία του προοδευτικού τμήματος της κοινωνίας. Εκείνου που θέλει να φύγει προς τα εμπρός, να δημιουργήσει νέο πλούτο και όχι του άλλου που κυκλοφορεί κάτω από την ταμπέλα της νεόπλουτης αριστεράς ή των ακραίων της εθνικής απομόνωσης.
Αν το μεταφράσω, έστω με μια κάποια προκλητικότητα, χρειαζόμαστε ένα κράτος-προστάτη από την ανάποδη εκείνου που ζητούν οι δήθεν προοδευτικοί.
Για να βγουν αληθινές οι συμπαθητικές προβλέψεις της Κομισιόν για την προοπτική της ελληνικής οικονομίας και για να γίνουν ακόμη καλύτερες, χρειάζεται ακόμη πολλή δουλειά. Χρειάζεται τελικά να αλλάξουν οι προσδοκίες.
Όχι απλώς να «τσουλάμε» καλά, αλλά να τρέχουμε καλύτερα.
Τρέχεις όμως καλύτερα, όταν ξέρεις που θέλεις να πας.
Είναι καιρός να συζητήσουμε γι αυτό το νέο και αυθεντικά προοδευτικό συμβόλαιο μεταξύ των κοινωνικών εταίρων.
Θα βρεθεί κάποιος να βάλει αυτό το θέμα στο τραπέζι;
Πιστεύω «ναι».
Οι συνθήκες έχουν ωριμάσει και οι ευρωεκλογές τελειώνουν σε λίγες μέρες.