Γράφει ο Τάσος Παππάς
Κάθε χρόνο την άνοιξη οι κυβερνήσεις κάνουν έναν μίνι απολογισμό για την πορεία της οικονομίας τους προηγούμενους μήνες και αρχίζουν τις προβλέψεις για τις μάζες των τουριστών που θα κατακλύσουν την Ελλάδα, ελπίζοντας ότι θα μετριάσουν τις απώλειες στα άλλα πεδία της οικονομίας.
Με ελάχιστες εξαιρέσεις, το αφήγημα πάει έτσι: Στα έσοδα δεν πήγαμε τόσο καλά όσο περιμέναμε, δεν ήρθαν οι επενδύσεις που προσδοκούσαμε, οι ιδιωτικοποιήσεις, παρά το κάλεσμα στις αγορές με το σύνθημα «ξεπουλάμε σε τιμές ευκαιρίας», δεν έφεραν τα ποσά που υπολογίζαμε, τη φοροδιαφυγή δεν την τιθασεύσαμε, τη μαύρη εργασία δεν τη συλλάβαμε, η παραοικονομία θάλλει και δημιουργεί τρύπες στα δημόσια ταμεία, αλλά ευτυχώς οι εκτιμήσεις των ειδικών είναι ότι φέτος θα σπάσουμε όλα τα ρεκόρ στον τουρισμό. Αλλωστε, ο τουρισμός είναι η βαριά βιομηχανία μας. Ελλείψει άλλης.
Οπότε τα μάτια μας δεκατέσσερα να μην κάνουμε κάτι που θα βλάψει την εθνική προσπάθεια. Ούτε περιττές αντιπαραθέσεις, που θα προκαλέσουν πολιτική αστάθεια και θα στείλουν αρνητικό μήνυμα στους υποψήφιους ταξιδιώτες, ούτε εντάσεις με τον απείθαρχο γείτονα, γιατί κανείς δεν επισκέπτεται για αναψυχή περιοχές που είναι σε αναταραχή, ούτε φυσικά εκλογές κατακαλόκαιρο αφού, όπως έχει πει ο Ανδ. Παπανδρέου, πρέπει να σεβόμαστε τα μπάνια του λαού και να μη θέτουμε εν αμφιβόλω τα εισοδήματα των ανθρώπων που ασχολούνται με τον τουρισμό.
Είχε δίκιο ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ. Και σ’ αυτό και σε μερικά άλλα σχετικά μ’ αυτό. Για παράδειγμα, την εποχή που μαινόταν η συζήτηση στη χώρα για το αν πρέπει να ενταχθούμε ή όχι στην ΕΟΚ είχε κάνει μια δυσοίωνη πρόβλεψη: μπορεί να γίνουμε τα γκαρσόνια της Ευρώπης. Δικαιώθηκε. Ωστόσο, φέρει κι ο ίδιος ευθύνη για την εξέλιξη. Ενώ είχε εγκαίρως επισημάνει το πρόβλημα, δεν έκανε κάτι για να το προλάβει ή να το θεραπεύσει αφού εμφανίστηκε. Στην αρχή τάχθηκε με πύρινη ρητορική κατά της ένταξης.
Στη συνέχεια πρότεινε δημοψήφισμα. Αργότερα εισηγήθηκε ειδική σχέση με την ΕΟΚ σαν κι αυτή που είχε η Νορβηγία. Δεν έπραξε τίποτε απ’ αυτά. Αγωνίστηκε, αυτό οφείλουμε να του το αναγνωρίσουμε, για να μειωθούν οι συνέπειες. Οχι, πάντως, με σπουδαία αποτελέσματα. Τη δεκαετία του ’80, δηλαδή τη δεκαετία της απόλυτης κυριαρχίας του ΠΑΣΟΚ, ξεκίνησε με γρήγορους ρυθμούς η αποβιομηχάνιση της χώρας. Αυτή ήταν η συνέπεια του νέου καταμερισμού που οργάνωσαν οι πλούσιες και ισχυρές χώρες της ΕΟΚ. Αυτές παρήγαν προϊόντα πάσης φύσεως και υπηρεσίες για όλα τα γούστα, εμείς καταναλώναμε δανειζόμενοι.
Οσες μεγάλες επιχειρήσεις υπήρχαν στην επικράτεια είτε μετακόμισαν είτε συρρικνώθηκαν είτε εξαφανίστηκαν είτε μπήκαν στην εντατική (προβληματικές) ώσπου εξέπνευσαν. Δημιουργήθηκε μπόλικο εργατικό δυναμικό που για να μην ταλαιπωρείται μεταξύ ανεργίας και υποαπασχόλησης κατευθύνθηκε στον τουρισμό που τότε ήταν ακόμη βιοτεχνία, αλλά με την πάροδο του χρόνου μετεξελίχθηκε σε βαριά βιομηχανία. Ολες οι κυβερνήσεις επένδυσαν σ’ αυτήν, τη γιγάντωσαν με παροχές και διευκολύνσεις που βεβήλωσαν το περιβάλλον και πανηγύριζαν κάθε φορά που σημείωνε εντυπωσιακές επιδόσεις.
Είχε δίκιο και σ’ ένα άλλο θέμα ο Ανδ. Παπανδρέου. Δεν έτρεφε κανέναν σεβασμό για τους εκπροσώπους της ντόπιας ολιγαρχίας. Κομπραδόρους τους ανέβαζε, ραντιέρηδες τους κατέβαζε. Θεωρούσε ότι ένα από τα μεγαλύτερα μειονεκτήματα της Ελλάδας ήταν ότι δεν είχε εθνική αστική τάξη με παραγωγική νοοτροπία. Πολλοί από κείνους που υποδύονταν τους ευσεβείς αστούς είχαν κάνει περιουσίες με βρόμικα μέσα ή ήταν κρατικοδίαιτοι (μερικοί ανήκαν και στις δύο κατηγορίες).
Φέσωσαν το κράτος και για να μην υποχρεωθούν να επιστρέψουν τα δάνεια ανέπτυξαν αιμομικτικές σχέσεις με το πολιτικό σύστημα. Κι αυτοί βολεύτηκαν συσσωρεύοντας λεφτά σε φορολογικούς παραδείσους χωρίς να έχουν πάρει κανένα ρίσκο και τα κόμματα του δεσπόζοντος πολιτικού συγκροτήματος απέκτησαν πόρους διά των πλουσιοπάροχων χορηγιών από τους γαλαντόμους πλούσιους ώστε να εκμαυλίζουν την κοινωνία, τα στελέχη τους και να κάνουν φαραωνικές προεκλογικές εκστρατείες.
Αναρωτιούνταν σοβαροί οικονομολόγοι, σε περιόδους λιγότερο δραματικές απ’ αυτήν της χρηματοπιστωτικής κρίσης και από τη σημερινή της πανδημίας, πόσο ανθεκτική μπορεί να είναι μια οικονομία που στηρίζεται στον τουρισμό, στην οικοδομική δραστηριότητα, στην εστίαση, στις μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις (η πλειονότητα), στους ελεύθερους επαγγελματίες (πρωτιές έχουμε στην Ευρώπη στους δικηγόρους, στους μηχανικούς, στους ηλεκτρολόγους, στους υδραυλικούς, στους ταξιτζήδες και σε άλλους κλάδους).
Ζητούσαν να ξεκινήσει ένας διάλογος ώστε να σχεδιαστεί και να εφαρμοστεί ένα διαφορετικό παραγωγικό μοντέλο. Οι κυβερνήσεις, αν και υπόσχονταν ότι θα έπαιρναν πρωτοβουλίες, δεν προχώρησαν. Οι δεσμεύσεις τους απέναντι σε μερίδες της λεγόμενης επιχειρηματικής τάξης, οι ιδεολογικές αγκυλώσεις τους και τα εμπόδια που έβαζαν οι Ευρωπαίοι εταίροι μας που δεν θέλουν να αλλάξει η κατάσταση, δεν επέτρεψαν να γίνει μια συστηματική προσπάθεια. Να περιμένουμε ότι κάτι θα γίνει τώρα; Ας μη στοιχηματίσουμε.
Ανάγωγα
«Σύμφωνα με ρεπορτάζ της Washington Post, μέλη της αντιπολίτευσης της Βενεζουέλας προσέλαβαν μια ιδιωτική εταιρεία παροχής υπηρεσιών ασφαλείας από τις ΗΠΑ (Silvercorp), για να ανατρέψει την κυβέρνηση Μαδούρο. Το συμβόλαιο υπεγράφη τον Οκτώβριο του 2019 και ήταν ύψους 213 εκατομμυρίων δολαρίων». Πάλι απέτυχε ο αυτοανακηρυχθείς πρόεδρος Γουαϊδό. Τέταρτη ή πέμπτη φορά; Εχω χάσει τον λογαριασμό. Στις πόσες θα καεί αυτό το κουτσό άλογο; Οι… δημοκρατίες της Δύσης έχουν ξεμείνει από σοβαρούς πραξικοπηματίες;