Γράφει ο Τάσος Παππάς
Μια συνηθισμένη τακτική κυβερνήσεων και κομμάτων που βρίσκονται σε δυσχερή θέση είναι να πετάνε την μπάλα στην εξέδρα για να κερδίσουν χρόνο, να ανασυνταχθούν και να περάσουν στην αντεπίθεση. Οταν όμως κάνουν κατάχρηση κινδυνεύουν να γελοιοποιηθούν.
Σ’ αυτή την κατάσταση έχει περιέλθει η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Τους ρωτάς για ένα πρόβλημα που έχει προκύψει και σου απαντούν «άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε». Πρόκειται για μια παραλλαγή του δημοφιλούς κλισέ (ανέκδοτο) της εποχής του Ψυχρού Πολέμου. Οταν τα καθεστώτα του υπαρκτού σοσιαλισμού δέχονταν κριτική από τις κυβερνήσεις των ΗΠΑ για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο εσωτερικό τους, έδιναν την… αποστομωτική απάντηση: «Κι εσείς καταπιέζετε τους μαύρους».
Στην ελληνική εκδοχή έχουμε την περίφημη φράση που εκτόξευε ο Μένιος Κουτσόγιωργας κάθε φορά που η Νέα Δημοκρατία ασκούσε κριτική στα πεπραγμένα των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ: «Εσείς δεν δικαιούστε να ομιλείτε». Γιατί δεν μπορούσαν να μιλήσουν;
Είτε γιατί είχαν λερωμένη τη φωλιά τους και κατά συνέπεια έπρεπε να ανεχτούν τα πάντα από τους πολιτικούς αντιπάλους τους μέχρι να εξιλεωθούν (άγνωστο πότε θα επιτρεπόταν να ασκήσουν αυτό το δικαίωμα), είτε γιατί αυτοί για τα ίδια θέματα είχαν κάνει πολύ χειρότερα, οπότε δεν ήταν δυνατόν να το παίζουν τιμητές. Κάπως έτσι διεξαγόταν η δημόσια συζήτηση τον καιρό εκείνο. Η αποθέωση του ουσιαστικού δημοκρατικού διαλόγου, η επιτομή της δημιουργικής πολιτικής αντιπαράθεσης.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται η σημερινή κυβέρνηση. Καταγγέλλει για παράδειγμα ο ΣΥΡΙΖΑ την κατευναστική εξωτερική πολιτική της Δεξιάς στα ελληνοτουρκικά εστιάζοντας στο θέμα των κυρώσεων κατά της Τουρκίας και στην Αγιά Σοφιά; Βγαίνει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και εγκαλεί τον ΣΥΡΙΖΑ για το θέμα του Νίκου Παππά ζητώντας από τον Αλ. Τσίπρα να πάρει θέση, διαφορετικά είναι κι αυτός ύποπτος και σύντομα θα λογοδοτήσει (άραγε σε ποιον;).
Ζητάει η αντιπολίτευση εξηγήσεις για τις παλινωδίες της κυβέρνησης στο θέμα των περιοριστικών μέτρων για τον κορονοϊό; Εισπράττει χολερικά σχόλια για τη σχέση του ΣΥΡΙΖΑ με τον εργολάβο Καλογρίτσα. Καυτηριάζει η αντιπολίτευση τις παράτες στο Ελληνικό με τις μπουλντόζες να γκρεμίζουν παλιά κτίρια και στη συνέχεια να εξαφανίζονται; Ο φλύαρος αρμόδιος υπουργός και ο εκτεθειμένος ποικιλοτρόπως κυβερνητικός εκπρόσωπος απαιτούν από τον ΣΥΡΙΖΑ να πει στον ελληνικό λαό για τα λεφτά που πήρε από τον Τσάβες και τον Μαδούρο (για την οικονομική ενίσχυση από τον Κιμ τον τρίτο της Βόρειας Κορέας, ακόμη δεν έχουν βρει άκρη).
Υπάρχει καταιγίδα επικρίσεων από κόμματα και μέσα ενημέρωσης (και φιλοδεξιών) για τη διαβόητη λίστα Πέτσα και το μοίρασμα των χρημάτων με αδιαφανή τρόπο; Καλείται η αξιωματική αντιπολίτευση να απολογηθεί για τον Μιωνή, τον Αρτεμίου, τον Πετσίτη, τον Καρανίκα και για ό,τι άλλο σκαρφιστεί και ρίξει στην κυκλοφορία, για να διασκεδαστούν οι αρνητικές εντυπώσεις, η επικοινωνιακή ομάδα του μεγάρου Μαξίμου. Πιάνονται στα πράσα υπουργοί που με πράξεις, παραλείψεις και φωτογραφικές ρυθμίσεις ευνοούν συγκεκριμένα οικονομικά συμφέροντα και τοποθετούν συγγενείς, φίλους και κουμπάρους σε νευραλγικά πόστα με παχυλές αποζημιώσεις; Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να απολογηθεί για το παρακράτος που έστησε στη Δικαιοσύνη προκειμένου να συκοφαντήσει τους πολιτικούς αντιπάλους του.
Ερχεται στην επιφάνεια ο εξωδικαστικός συμβιβασμός ΗΠΑ – Novartis από τον οποίο φαίνεται (παρά τις μεταφραστικές αλχημείες δημοσιολόγων και κυβερνητικών παραγόντων) ότι η κυβέρνηση Σαμαρά ήταν βουτηγμένη μέχρι τον λαιμό στις ύποπτες συναλλαγές; Ερχεται και η θυμωμένη απάντηση κορυφαίων υπουργών, που μιλούν σαν αγανακτισμένοι πολίτες: «Ο Παπαγγελόπουλος στο σκαμνί του Ειδικού Δικαστηρίου, η Τουλουπάκη στη φυλακή». Ωστόσο, το ακλόνητο επιχείρημα που σαρώνει όλες τις αιτιάσεις, όλες τις κριτικές, κάθε αρνητικό σχόλιο, κάθε ερώτημα είναι το ακόλουθο: «Κερδίσαμε τις εκλογές, είμαστε πρώτοι στις δημοσκοπήσεις, ο πρωθυπουργός έχει υψηλή δημοφιλία». Οπότε; Καθίστε στ’ αυγά σας, «δεν δικαιούστε να ομιλείτε». Ολε (τρις).