Του Μάνου Οικονομίδη
Twitter@EmOikonomidis
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Αξία”, το Σάββατο 16 Μαρτίου 2019
Ο… εξυπνότερος λαός του κόσμου, όπως συνηθίζουμε να θεωρούμε ότι αυτοπροσδιοριζόμαστε, οδηγείται και πάλι σε πολλαπλές κάλπες, με τον συνήθη ενθουσιασμό της αυτοπαγίδευσης.
Λες και μια δεκαετία εθνικής τραγωδίας, με μια πολυεπίπεδη κρίση που φτωχοποίησε την κοινωνία, ξεχαρβάλωσε αυτονόητα δεδομένα και επί της ουσίας αναίρεσε την ίδια τη φυσική νομοτέλεια του μέλλοντος, δεν μας έμαθε τίποτα.
Ο Ελύτης συνήθιζε να μας προτρέπει μονότονα για ένα άλμα, πιο γρήγορο από τη φθορά. Δεν ακούσαμε. Δεν ακούμε. Δεν θέλουμε να ακούσουμε.
Η πτώση της εθνικής παρακμής, παραμένει παρούσα, ζωηρή και πεισματάρα, στην καθημερινότητα του εθνικού βίου.
Ένα πολιτικό σύστημα κατώτερο των περιστάσεων, σε ρόλο μεγάλου ανατροφοδότη της εθνικής κρίσης.
Με διαρκή διολίσθηση ποιότητας και επιπέδου, σε συνδυασμό με χαλαρά εθνικά και ηθικά αντανακλαστικά.
Πάρτε για παράδειγμα τη νοοτροπία συγκρότησης των κομματικών ψηφοδελτίων. Για τις βουλευτικές εκλογές, αλλά και για τις ευρωεκλογές.
Χαριτωμένες φιγούρες, που δύσκολα θα εμπιστευόταν κανείς για μια πραγματικά σημαντική και κρίσιμη δουλειά, διεκδικούν να αποκτήσουν, με τη δική μας ανοχή και συμφωνία, δικαίωμα υπογραφής για τη διαμόρφωση του μέλλοντος της ζωής μας.
Πόσους πραγματικά ικανούς και αξιόλογους ανθρώπους γνωρίζετε, που να αφήνουν το μετερίζι καθημερινής μάχης στο οποίο δοκιμάζονται, για να εκτεθούν στην πολιτική;
Ακριβώς… Ελάχιστοι, έως κανένας. Η αρχιτεκτονική της πολιτικής στην Ελλάδα άλλωστε, ευνοεί γόνους, τζάκια, πρόθυμους, εύκολα διαχειρίσιμους και άεργους. Με την ουσία της έννοιας του ανεπάγγελτου.
Εκεί βρίσκεται ο πυρήνας του προβλήματος της Δημοκρατίας μας. Στην κρίση αντιπροσώπευσης. Αθροιστικά, αναλαμβάνουν να μας εκπροσωπήσουν ατελείς προσωπικότητες, πολύ κατώτερες του μέσου όρου της κοινωνίας μας.
Και σίγουρα, χειρότερες από το εξίσου προβληματικό και ατροφικό ανθρώπινο δυναμικό του πολιτικού συστήματος, πριν από μια δεκαετία.
Αυτή είναι μια ηχηρή φωτογραφία ταυτότητας της εθνικής παραμής που εξακολουθούμε να βιώνουμε.
Και δυστυχώς, κάθε άλλο παρά διακρίνει κανείς στον κοντινό ορίζοντα ένα ποιοτικό… ρετουσάρισμα.