Η ανεξάντλητη γοητεία που ασκεί η Ιστορία στους μελετητές της, αλλά και φυσικά σε εκείνους που έχουν… το θάρρος να τη διαβάσουν προσεκτικά και να αποπειραθούν να την κατανοήσουν, ως γενναιόδωρο διαβατήριο «διόρθωσης» της διαδρομής στην οποία πρωταγωνιστούν, προσωπική, κοινωνική αλλά και εθνική, έχει κινητροδοτήσει μια επίμονη… μεταφυσική προτροπή: Να ζεις σε ενδιαφέροντες καιρούς.
Σε μια τέτοια περίπτωση, οι γενιές που συμπορεύονται βιωματικά με την εξέλιξη της Ιστορίας, διατηρούν το σπάνιο προνόμιο να μην χρειάζονται εκ των υστέρων μεταφραστική ανάλυση του «τοκετού» της. Τον βιώνουν στην εναλλαγή δεδομένων και την παραμετροποίηση προτεραιοτήτων της ζωής τους.
Είπαμε λοιπόν να ζήσουμε σε «ενδιαφέροντες καιρούς», αλλά… όχι κι έτσι. Δυο δεκαετίες μετά την 11η Σεπτεμβρίου, προσπαθώντας να αφήσουμε πίσω μας μια πανδημία που προσομοιάζει σε αντίστοιχες τις οποίες η ανθρωπότητα είχε διαχειριστεί στα βάθη της Ιστορίας της. Δυο στιγμές, των οποίων τα νήματα αν ενώσει κανείς, αντικρίζει το απρόσμενο δέος της συνειδητοποίησης ότι έγινε μέρος της αλλαγής. Η φυσική εξέλιξη του μέλλοντος απέκτησε σημείο τομής.
Πριν από 23 χρόνια, η ζωή μας ανατράπηκε βίαια, με κάθε έκρηξη που ακολούθησε τη συντριβή των αεροπλάνων στους Δίδυμους Πύργους, η κατάρρευση των οποίων μπορεί εκ των υστέρων να ειδωθεί ως το ξεχαρβάλωμα της ανέμελης ασφάλειας που συνόδευσε τα χρόνια που προηγήθηκαν την 11η Σεπτεμβρίου του 2001. Μια μέρα που «απέκτησε επώνυμο», ταξίδεψε στο μέλλον, και αρνείται ακόμη να «δύσει», μιας και η ζωή μας δεν ανέκτησε πολλά από τα αυτονόητα που απολάμβανε πριν από εκείνο το σοκαριστικό μεσημέρι.
Αν μάλιστα αποδεχτούμε την πληθυντική «δόση αληθείας» στην παραδοχή ότι, 22 χρόνια συνιστούν επαρκή χρόνο για να διορθωθεί μια «ζημιά», τη στιγμή που ένα μέρος της πληγής έκλεινε, οι γενιές μας συνέπεσαν με το αχρείαστο και επώδυνο αντάμωμα με την πανδημία του κορονοϊού. Η σωρευτική ψυχολογική συνέπεια του οποίου, μοιάζει να… χαραμίζει την πρόοδο που έγινε μέσα μας, την τελευταία εικοσαετία.
Οι άγραφοι νόμοι της ζωής επιβάλλουν την ανεμπόδιστη συνέχισή της. Η ζωή συνεχίζεται. Πάντα. Όχι ίδια, συνηθέστατα με ποιοτικές ρωγμές και μη αναστρέψιμες συναισθηματικές και ψυχολογικές εκκρεμότητες, ωστόσο συνεχίζεται.
Η αναμέτρηση με το πεπρωμένο εδράζεται στην αναγκαιότητα να ενσωματώσουμε τις συνέπειες, τις πληγές, τις καλπάζουσες σκέψεις. Να συμφιλιωθούμε και να συμβιώσουμε μαζί τους, με την αρμονία ως δελεαστικό ζητούμενο.
Η προσπάθεια συνεχίζεται. Έστω κι αν οι ιαχές της συγκυρίας παραμορφώνουν τον ψίθυρο της ψυχραιμίας και της νηφαλιότητας, που διεκδικεί να έχει ρόλο στην επαναχάραξη του μέλλοντος.
Του Μάνου Οικονομίδη