Γράφει ο Τάσος Παππάς
Τζουζέπε Σανταλουτσία. Σας λέει κάτι αυτό το όνομα; Ούτε σε μένα. Μέχρι που διάβασα το ρεπορτάζ του Θεόδωρου Ανδρεάδη-Συγγελλάκη στην «Εφημερίδα των Συντακτών» (2-10-2023). Ποιος είναι; Ο πρόεδρος της Ιταλικής Ενωσης Δικαστών. Γιατί να μας ενδιαφέρει; Γιατί πρέπει.
Για να κάνουμε συγκρίσεις με αυτά που συμβαίνουν στην πατρίδα μας. Αντιγράφω από το κείμενο του συναδέλφου: «Η κυβέρνηση της Τζόρτζια Μελόνι (δεξιά, πολύ δεξιά, πιο δεξιά δεν γίνεται) τις περασμένες εβδομάδες ανακοίνωσε την υιοθέτηση νέων μέτρων για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού και του προσφυγικού. Τώρα όμως το δικαστήριο της Σικελίας έκρινε ότι τα μέτρα αυτά δεν συνάδουν με την ιταλική και ευρωπαϊκή νομοθεσία».
Από το κόμμα της Μελόνι είπαν ότι «πρόκειται για θέση με ιδεολογικό και πολιτικό χαρακτήρα». Ο,τι δεν αρέσει στις κυβερνήσεις το δαιμονοποιούν. Και ο Τραμπ αποκαλεί κομμουνιστές τους δικαστές που τον ελέγχουν. Η Λέγκα (κυβερνητικός εταίρος που συναγωνίζεται το κόμμα της Μελόνι στην ξενοφοβία) θεώρησε ότι «η ιταλική Δικαιοσύνη εξετάζει πιο γρήγορα τις προσφυγές των μεταναστών απ’ ό,τι των Ιταλών». Κλασική αντίδραση των κομμάτων που πουλάνε πατριωτισμό. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα προσφύγει κατά της απόφασης μέσω του υπουργείου Εσωτερικών. Δικαίωμά της.
Με αφορμή τις αντιδράσεις, ο Τζουζέπε Σανταλουτσία έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Είναι φυσιολογικό να υπάρχουν κάποιες αποφάσεις δικαστών οι οποίες πηγαίνουν σε κατεύθυνση αντίθετη από εκείνη του κυβερνητικού προγράμματος, αλλά κάτι τέτοιο δεν πρέπει να ερμηνεύεται ως παρέμβαση, διότι πρόκειται για δημοκρατία». Αυτονόητο; Ναι.
Τι θα έπραττε η κυβέρνηση Μητσοτάκη σε μια ανάλογη υπόθεση; Στα λόγια ό,τι έκανε και η κυβέρνηση της Μελόνι. Αλλωστε υπάρχει συναντίληψη στο θέμα του προσφυγικού-μεταναστευτικού και σε άλλα ζητήματα. Στην πράξη όμως; Θα έκανε χειρότερα αν κρίνουμε από το πώς συμπεριφέρθηκε και ως αντιπολίτευση και ως κυβέρνηση όταν βρέθηκε απέναντι σε ατίθασους δικαστές και εισαγγελείς.
Με όχημα εξεταστικές επιτροπές, όπου είχε την πλειοψηφία, οδήγησε στο εδώλιο υψηλόβαθμη εισαγγελέα. Γιατί; Τόλμησε η αθεόφοβη να ερευνήσει με βάση τα στοιχεία που είχε συλλέξει από υπηρεσίες ξένων χωρών υπεράνω πάσης υποψίας για κλίση στον ακροαριστερό λαϊκισμό (FBI) και από ορισμένες μαρτυρικές καταθέσεις το ενδεχόμενο να υπάρχει εμπλοκή στο σκάνδαλο της Novartis πρώην υπουργών την περίοδο που τα κόμματά τους διοικούσαν τη χώρα και αυτοί είχαν την ευθύνη του τομέα Υγείας. Δηλαδή τότε που η εταιρεία έκανε πάρτι.
Το ομολόγησε στην αμερικανική Δικαιοσύνη και πλήρωσε βαρύ πρόστιμο για τις παράνομες πρακτικές της στην Ελλάδα. Κορυφαία στελέχη της Δεξιάς την απειλούσαν, φώναζαν στα τηλεοπτικά δελτία ότι θα την κλείσουν φυλακή, χωρίς να αντιδράσουν οι ενώσεις δικαστών και εισαγγελέων που ένα μέλος τους δεχόταν ανοίκειες επιθέσεις, χωρίς η ελληνική Δικαιοσύνη να παρέμβει για να την προστατεύσει.
Εσυρε στο Ειδικό Δικαστήριο δύο πρώην υπουργούς με σαθρά κατηγορητήρια, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων κατέπεσε στην προανακριτική διαδικασία, θύμωσε και το έδειξε όταν η εισαγγελέας πρότεινε την αθώωσή τους, πανηγύρισε και δεν το έκρυψε όταν τα μέλη του ενός δικαστηρίου έγραψαν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους την πρόταση της εισαγγελέως και καταδίκασαν για το πλημμέλημα της παράβασης καθήκοντος τον έναν κατηγορούμενο με 13-0 (!) και το άλλο δικαστήριο καταδίκασε τον έτερο κατηγορούμενο με μικρές ποινές και χρηματικό πρόστιμο για υπόθεση άσχετη με το κατηγορητήριο που είχαν συντάξει οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ που ήταν μέλη των εξεταστικών επιτροπών.
Τη θέση ότι η Δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη οφείλει να την υπερασπίζεται με λόγια και με έργα η ηγεσία της. Δεν το έκανε σε κάποιες περιπτώσεις στο παρελθόν ούτε πρόσφατα με αφορμή το σκάνδαλο των υποκλοπών όπου ο αρμόδιος ανώτατος εισαγγελέας λειτούργησε περισσότερο σαν ασπίδα της κυβέρνησης. Ας μην αναρωτιούνται λοιπόν οι εκπρόσωποί της γιατί οι πολίτες δεν έχουν σε μεγάλη εκτίμηση τη Δικαιοσύνη, όπως δείχνουν οι μετρήσεις.
Ανάγωγα
Ο πανίσχυρος, ο παντοδύναμος, αυτός που δεν φοβάται τίποτα και κανέναν, πότε θα φέρει για ψήφιση στη Βουλή τα μνημόνια συνεργασίας με τη Βόρεια Μακεδονία;