Γράφει ο Τάσος Παππάς
Αυτό δεν είναι ένα κλασικό κόμμα. Είναι ένα κόμμα Μαμούθ με σκοτεινά σχέδια. Βρίσκεται παντού, κατασκευάζει διαμαρτυρίες για ψύλλου πήδημα, κινητοποιεί τον κάθε πικραμένο τάζοντας λαγούς με πετραχήλια, εκβιάζει, απειλεί, σιγοντάρει τον βίαιο ακτιβισμό, φλερτάρει με την τρομοκρατία. Υποκρίνεται ότι σέβεται τη νομιμότητα, ότι υπερασπίζεται τους θεσμούς και τη δημοκρατία, αλλά είναι μανούλα στην παραβατικότητα και δημαγωγεί ασυστόλως για να παραπλανήσει τους φιλήσυχους πολίτες και να πλήξει την κοινωνική συνοχή. Με λίγα λόγια, είναι το κόμμα που «όλα τα σφάζει, όλα τα μαχαιρώνει». Αρα είναι ένα επικίνδυνο κόμμα.
Τα παραπάνω είναι επιχειρήματα που χρησιμοποιούν υπουργοί, βουλευτές και στελέχη της Δεξιάς για να περιγράψουν την αξιωματική αντιπολίτευση. Δυστυχώς, στην εκστρατεία δυσφήμησης δεν πρωταγωνιστούν μόνο οι ακροδεξιοί της κυβέρνησης και της Ν.Δ. Την ίδια λογική υπηρετούν και κάποιοι παράγοντες της συντηρητικής παράταξης που μέχρι τώρα απέφευγαν να υιοθετήσουν μισαλλόδοξα στερεότυπα και είχαν κρατήσει ένα επίπεδο στην αντιπαράθεση. Εσχάτως προσχώρησαν και αυτοί στην εξαλλοσύνη.
Από μια άποψη έχουν ένα δίκιο. Υποθέτουν βασίμως, αφού ο πρωθιερέας της κυβέρνησης αφήνει ατιμώρητους τους λεκτικούς τραμπουκισμούς, ότι αυτός είναι ο δρόμος που πρέπει να ακολουθήσουν για να κερδίσουν πόντους στο συντηρητικό ακροατήριο. Οταν ο Μάκης Βορίδης έλεγε ότι η Αριστερά έχει ελαττωματικές ιδέες και πρέπει ο Μητσοτάκης να βρει τον τρόπο να μην κυβερνήσει ξανά, θα μπορούσε κάποιος να πει ότι πρόκειται για ιδεολογική προσέγγιση και πως έχουμε να κάνουμε με πολιτικά επιχειρήματα. Κατάπτυστα μεν, αλλά εντός των ορίων.
Σάμπως ανάλογης τοξικότητας αντιλήψεις που ενσωμάτωναν πρόθεση αποκλεισμού του «άλλου», δεν είχαμε και από τμήματα της κοινοβουλευτικής Αριστεράς τα προηγούμενα χρόνια; Με τη λογική του κ. Βορίδη η Αριστερά δεν είναι πολιτικός αντίπαλος, είναι εχθρός. Αμφισβήτησε το δικαίωμά της να κυβερνά, όχι όμως να υπάρχει. Μπορεί κι αυτό να το φαντασιώνεται, αλλά τότε κρατήθηκε και δεν εκδηλώθηκε. Ενδεχομένως μεταμφίεσε με προσεκτική γλώσσα τη βέβηλη σκέψη του.
Σήμερα όμως, ορισμένοι παράγοντες της Δεξιάς έχουν ξεφύγει τελείως. Δεν διστάζουν να κατηγορούν τη μεγαλύτερη κοινοβουλευτική συνιστώσα της Αριστεράς ότι στηρίζοντας το δίκαιο αίτημα του Δ. Κουφοντίνα υποθάλπει την ένοπλη βία, ότι η νεολαία της συμμαχεί με τους χούλιγκαν, τους μπαχαλάκηδες και τους αντιεξουσιαστές για να δημιουργηθεί κλίμα ανασφάλειας στην κοινωνία, ότι καταγγέλλοντας τη βία των μηχανισμών καταστολής υπονομεύει τη σχέση πολιτών – αστυνομίας. Και το χειρότερο; Οργανώνει διαδηλώσεις, τάχα μου, για να διαμαρτυρηθεί για τις πολιτικές της κυβέρνησης, αλλά ο βασικός στόχος της είναι να αυξηθούν οι θάνατοι και τα κρούσματα, να παραταθεί η καραντίνα, να διαδοθεί ο ιός, να καταρρεύσει το σύστημα Υγείας, να πληγούν οι επαγγελματίες και οι εργαζόμενοι στους κλάδους που βρίσκονται σε αναγκαστική ύπνωση, να δυσφημιστεί η χώρα. Δηλαδή της χρεώνουν δόλο.
Η κατηγορία είναι σοβαρή και δεν έχει πολιτικό χαρακτήρα. Το ερώτημα που βάζουν με πονηρό τρόπο είναι αν ο πολιτικός αντίπαλός τους βρίσκεται εντός του συνταγματικού τόξου. Ουδείς αντέδρασε. Ούτε ο προϊστάμενός τους πρωθυπουργός, προκαλώντας ευλόγως την υποψία ότι επί της ουσίας συμφωνεί. Ούτε όμως και η Δικαιοσύνη, που αφήνει να περάσουν έτσι τόσο βαριές καταγγελίες. Η ηγεσία της προφανώς δυσκολεύεται να διακρίνει τη διαφορά ανάμεσα στην αιχμηρή κριτική και τη συκοφαντία. Ισως επειδή δράστες στη δεύτερη περίπτωση είναι υπουργοί και βουλευτές της συμπολίτευσης.
Ανάγωγα
Αναρωτιέμαι γιατί η κυβέρνηση δεν κατηγόρησε την Αριστερά για τον συνωστισμό που δημιουργήθηκε λόγω των παράνομων καρναβαλικών εκδηλώσεων στην Πάτρα. Τα στοιχεία φωνάζουν πως υπάρχει εμπλοκή της. Στον νομό Αχαΐας ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν πρώτος στις εκλογές και ο δήμαρχος της Πάτρας Κώστας Πελετίδης είναι κομμουνιστής. Χρειάζονται και άλλες αποδείξεις; Απορώ πώς σας ξέφυγε βρε παιδιά;