Του Μάνου Οικονομίδη
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα One Voice, την Κυριακή 25 Αυγούστου 2024
Το φρένο της διαδρομής που προσφέρει αναπόφευκτα και γενναιόδωρα κάθε εορταστική συγκυρία, υποκρύπτει τον πειρασμό της «βύθισης». Το ταξίδι συνεχίζεται, αυτή τη φορά μέσα μας και μακριά, στις αναμνήσεις του παρελθόντος και στις σύνθετες σκέψεις για την παραμετροποίηση των δεδομένων της ζωής μας.
Η μεγάλη εκκλησιαστική εορτή του Δεκαπενταύγουστου, συνυπάρχει τις δυο τελευταίες δεκαετίες με την ανάμνηση των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, το 2004. Η Τελετή Έναρξης των οποίων… Παρασκευή και 13 Αυγούστου, μοιάζει να κουβαλά έναν απόκρυφο, συνεσταλμένο και διακριτικό μυστικισμό. Έφταιξε η (αρνητική) φήμη της ημέρας για τα δεινά που ακολούθησαν; Ήταν προδιαγεγραμμένη η εθνική χρεοκοπία των Μνημονίων και η κοινωνική καταστροφή που τα συνόδευσε;
Τη μοίρα, σε μεγάλο βαθμό, την καθορίζουμε οι ίδιοι. Άλλωστε, είμαστε οι επιλογές μας. Το παρελθόν δεν αλλάζει, μπορεί ωστόσο να αξιοποιηθεί ως διδακτική υπενθύμιση των λανθασμένων επιλογών μας, ώστε να αποφύγουμε τη μελλοντική επανάληψή τους.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας το 2004, διατηρούν μια αυτόνομη υπόσταση στη διαδρομή της Ιστορίας, ως μια μεγάλη χαμένη εθνική ευκαιρία. Επανεκκίνησης και ανατροφοδότησης του εθνικού μέλλοντος. Μια ευκαιρία που χάθηκε…
Μια συλλογική συναπόφαση να διορθώσουμε το μέλλον
Το απέραντο ελληνικό καλοκαίρι του 2004, ξεκίνησε λίγο νωρίτερα. Την 7η Μαρτίου, τότε που οι κάλπες των βουλευτικών εκλογών έφεραν στην εξουσία τον Κώστα Καραμανλή, με τον μεγαλύτερο αριθμό ψήφων που έχει κερδίσει ποτέ πολιτικός στα χρόνια της Μεταπολίτευσης.
Ο «απελευθερωτής» του εθνικού ιστού από τη λαίλαπα του συστήματος Σημίτη, έφερε στην κάλπη 3,5 εκατομμύρια Έλληνες, οι οποίοι τον πίστεψαν και τον ψήφισαν. Ποτέ άλλοτε, ούτε πριν, αλλά πολύ περισσότερο ούτε μετά, δεν διαμορφώθηκε στη χώρα μια τέτοια πλατιά κοινωνική πλειοψηφία.
Εκεί χάθηκε το παιχνίδι. Η ψυχολογική ανάταση για τους Αγώνες και την απαλλαγή από το «σύστημα Σημίτη», προκάλεσε μια συλλογική συναπόφαση να διορθώσουμε το μέλλον μας. Μια συναπόφαση που δεν είχε διάρκεια και αντοχή στον χρόνο, υπέστη την αναπόφευκτη και αναμενόμενη φθορά της συγκυρίας, και τελικά… ξεχάστηκε στη λήθη της Ιστορίας.
Στις εκλογές του 2009, ο τελευταίος των Παπανδρέου έγινε Πρωθυπουργός με την υπόσχεση του «λεφτά υπάρχουν», για να υπογράψει με… ενθουσιασμό την ένταξη της χώρας στον εθνοκτόνο μηχανισμό των Μνημονίων. Το μέλλον χλώμιασε…
Μια μεγάλη εθνική «εκκρεμότητα»
Η λάθος στροφή που πήραν τα πράγματα για τον τόπο μας τα τελευταία 16 χρόνια, έχει δημιουργήσει μια υποσυνείδητη και σιωπηλή εθνική «εκκρεμότητα».
Να προκαλέσουμε μια παγιωμένη ασυνέχεια στην εθνική φθορά, η οποία έχει εδραιωθεί ως αχρείαστη εθνική παρακμή. Να ξαναπιάσουμε το νήμα με εκείνον τον εαυτό μας, τον ξεχασμένο αλλά περισσότερο… φωτογενή. Να διεκδικήσουμε μια βελτιωμένη ποιότητα Δημοκρατίας, που αναπόφευκτα θα συνοδεύεται από ένα επίπεδο πολιτικού προσωπικού σκανδαλιστικά ανώτερο σε σχέση με το σημερινό κατάντημα της Βουλής.
Όλα αυτά απαιτούν ηγεσία. Η οποία σήμερα εκλείπει. Έτσι συμβαίνει πάντοτε με τη διαλεκτική του φωτός. Ξαποσταίνει πίσω από το πιο βαθύ σκοτάδι, περιμένοντας να δει πόσοι είχαν την υπομονή να… περιμένουν.