Του Κυριάκου Βελισσάριου
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, τουλάχιστον, οι δημοσκοπήσεις λένε, σχεδόν πάντα την αλήθεια.
Περισσότερο από κάθε άλλη χώρα στον κόσμο, ακόμη και από τη Γαλλία και τη Μεγάλη Βρετανία, όπου επίσης το θεσμικό πλαίσιο αλλά και η ηθική συνείδηση των επαγγελματιών δεν επιτρέπουν… παρατράγουδα, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού οι δημοσκοπήσεις μας επιτρέπουν να ιχνηλατούμε εγκαίρως και με πληρότητα τις τάσεις στην αμερικανική κοινωνία.
Έτσι, ώστε να μπορεί κανείς να προδικάσει… όσα έρχονται σε πολιτικό επίπεδο. Ο Τζο Μπάιντεν και οι Δημοκρατικοί βρίσκονται στριμωγμένοι στα σχοινιά, με τις εκτιμήσεις να συμφωνούν ότι, στις Ενδιάμεσες Εκλογές του Νοεμβρίου, το Δημοκρατικό Κόμμα θα υποστεί μια ιστορική πολιτική συντριβή, θα απωλέσει τον έλεγχο και των δυο Σωμάτων του Κογκρέσου, της Βουλής των Αντιπροσώπων και της Γερουσίας, και θα δυσκολευτεί να ξαναβρεί τον βηματισμό του μέχρι το 2024.
Κάτι που συνεπάγεται ότι οι προεδρικές εκλογές του 2024 θα επαναφέρουν στον Λευκό Οίκο τους Ρεπουμπλικανούς, με την ελπίδα κάθε… λογικού ανθρώπου να επικεντρώνεται στο να είναι ο επόμενος Πρόεδρος των ΗΠΑ ο Κυβερνήτης της Φλόριντα Ρον ΝτεΣάντις, τον οποίο ήδη τα αμερικανικά ΜΜΕ παρουσιάζουν ως “νέο Ρίγκαν”, και όχι… ο Ντόναλντ Τραμπ.
Στην επιμέρους ανάλυση των δημοσκοπήσεων, προκύπτει ότι η αμερικανική κοινωνία είναι… ξενερωμένη με τον Τζο Μπάιντεν. Απογοητευμένη και εξοργισμένη. Για μια σειρά από ακραίες αστοχίες, σε εσωτερικό αλλά και σε διεθνές επίπεδο.
Κυρίως όμως για τη θηριώδη ακρίβεια. Την οποία χρεώνει στην εισβολή Πούτιν στην Ουκρανία μονάχα… ο Τζο Μπάιντεν. Και κάθε φορά που το κάνει, εξοργίζει περισσότερο την αμερικανική κοινωνία.
Το Οβάλ Γραφείο σε πανικό. Και ο πανικός δεν υπήρξε ποτέ καλός σύμβουλος.