Της Μαρίκας Λυσιάνθη
Η αποχώρηση του Κώστα Καραμανλή από τη Βουλή, όχι όμως και από τη ζώσα πολιτική, εκ των πραγμάτων συνοδεύεται από την αίσθηση ενός “τέλους εποχής”. Όχι φυσικά για τον ανεξίτηλο και αλεξίσφαιρο ηθικό αποτύπωμα του πρώην πρωθυπουργού, ο οποίος κέρδισε το δικαίωμα να υπογράφει ο ίδιος το μερίδιο της Ιστορίας που του αναλογεί.
Το τέλος εποχής αφορά τη φυσική εκπροσώπηση του καραμανλισμού, ως κυρίαρχου πολιτικού, ιδεολογικού και αξιακού ρεύματος, όχι μονάχα στον χώρο της Κεντροδεξιάς, αλλά συνολικά στον εθνικό δημόσιο βίο.
Ο Εθνάρχης Κωνσταντίνος Καραμανλής έθεσε το πλαίσιο ενός αξιακού μωσαϊκού, που ενέπνευσε τις γενιές οι οποίες ακολούθησαν. Ο Κώστας Καραμανλής το επικαιροποίησε, προσθέτοντας το ανθρώπινο στοιχείο, που τον έκανε αγαπητό ακόμη και σε όσους δεν τον στήριξαν πολιτικά.
Ο ιδρυτής της νεώτερης Ελληνικής Δημοκρατίας και ο πρωθυπουργός που θυσιάστηκε στην επιδίωξη να διατηρηθεί η εθνική ανεξαρτησία και αξιοπρέπεια της χώρας μας, απέδειξαν αβίαστα και με ακούραστη συνέπεια, ότι ο καραμανλισμός είναι κάτι περισσότερο από ένα απλό επώνυμο. Είναι αξιακός κώδικας.
Γι’ αυτό και σήμερα, με τον Κώστα Καραμανλή να αποχωρεί, στον ορίζοντα προβάλει το… κενό. Το χάος.