Του Νίκου Μανεσιώτη
«Δεν πήγε καλά φέτος ο τουρισμός… Το Δημόσιο χρωστά πολλά εκατομμύρια στις κατασκευαστικές…». Τον πόνο του, όπως καταλαβαίνετε, μου έλεγε, Πέμπτη μεσημέρι, στο «Giacomo» στην Κηφισιά, γνωστός και ισχυρός επιχειρηματίας με πολυσχιδείς δραστηριότητες. Αλλά, τι ξέρει τώρα αυτός…
Το ΑΕΠ αναπτύχθηκε στο β’ τρίμηνο 2,3%. Η Αττική Οδός μειώνει… τριάντα λεπτά τα διόδιά της, άρα φθηναίνουν οι μεταφορές, και οι τράπεζες άρχισαν να κάνουν εκπτώσεις κάτι σεντς στις προμήθειές τους. Βεβαίως, στη ΔΕΘ, ο κύριος Μητσοτάκης ανακοινώνει τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών των επιχειρήσεων. 3,5 δισ. κέρδος για αυτές. Μόνο που ο καλός μου φίλος, όπως και ο κάθε εργαζόμενος, είτε ανήκει στο Κεφάλαιο είτε στην Εργασία, δεν πανηγυρίζει γιατί αντιλαμβάνεται ότι, πολύ σύντομα θα τα πάρει πίσω τα 3,5 δισ. το Κράτος. Διότι, από τη στιγμή που η Ελλάδα δεν αυξάνει σε πραγματικούς και όχι ονομαστικούς όρους τον πλούτο της, θα αναγκαστεί στην πρώτη δημοσιονομική στραβή, να καταφύγει στην εύκολη λύση της υπερφορολόγησης της πλειονότητας των επιχειρήσεων. Αυτών, που δεν έχουν «μπαρμπάδες» στο Ταμείο Ανάκαμψης, στο ΤΑΙΠΕΔ και στην Αναπτυξιακή Τράπεζα.
Προσέξτε, τώρα. Ο κ. Μητσοτάκης, τόσα χρόνια, δεν μειώνει τον ΦΠΑ και τους φόρους στα καύσιμα με το ατράνταχτο επιχείρημα ότι, η μείωση των έμμεσων φόρων θα πλουτίσει όσους τρώνε πολλά μακαρόνια και ρύζια και όσους έχουν ακριβό αυτοκίνητο. Και την ίδια ώρα έρχεται να «διαγράψει» από τα έσοδα του Δημοσίου 3,5 δισ., περιορίζοντας τις ασφαλιστικές εισφορές των επιχειρήσεων. Χωρίς να συνδέσει μια τέτοια απόφαση με την αύξηση των μόνιμων θέσεων εργασίας.
Τα βρίσκει αυτά και τα κάνει η κυβέρνηση, μιας και δεν έχει πολιτικό αντίπαλο. Έχει, όμως, απέναντι της, την οικονομία της χώρας. Η οικονομία θα δημιουργήσει τις «αντικειμενικές συνθήκες» και αυτές με την σειρά τους θα «γεννήσουν» τον αντίπαλο που θα νικήσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Αυτό, πλέον, δεν φαντάζει και τόσο μακρινό όνειρο. Γι’ αυτό στα… σαλόνια άρχισαν οι πρώτες χαμηλόφωνες κουβέντες ότι, ξεκίνησε η αποδρομή Μητσοτάκη.
Αν δεν πιστεύετε εμάς, πιστέψτε το Χρηματιστήριο. Με τον πρωθυπουργό να ανεβαίνει στην Έκθεση της Θεσσαλονίκης, στην περίπτωση που τα πράγματα στην οικονομία και στην αγορά ήταν διαφορετικά, το Χρηματιστήριο έπρεπε να «πετάει φωτιές» όλη την εβδομάδα. Και όχι να κοκκινίζει την Παρασκευή. Αν τα πράγματα στην πολιτική σκηνή ήταν διαφορετικά, ο Γενικός Δείκτης δεν θα σερνόταν μήνες στις 1.400-1.450 μονάδες. Με τις εισηγμένες να ανακοινώνουν ιστορικά υψηλά κέρδη, έπρεπε να είχε… ταξιδέψει πολύ πάνω από τις 1.600-1.700 μονάδες. Αφού δεν το κάνει τώρα, με τις μεγάλες αγορές στα ιστορικά υψηλά τους, πότε θα το πετύχει;
Και, όπως γνωρίζουμε όλοι, ακόμα και οι μη σχετικοί με τις αγορές, το Χρηματιστήριο αποτελεί, βασικά, προεξοφλητικό μηχανισμό. Άρα, το ταμπλό τι προεξοφλεί;
Πέραν, όμως, του Χρηματιστηρίου. Στην πραγματικότητα, τα πράγματα με την ανάπτυξη δεν είναι τόσο… 2,3%. Σε σχέση με το α’ τρίμηνο του έτους, το β’ έτρεξε με άνοδο μόλις 1,1%. Την ώρα, που η Ελλάδα παραμένει πρωταθλήτρια στα ακριβά τρόφιμα και στα υπερκέρδη τραπεζών και ενεργειακών. Με τον πληθωρισμό στο 3,2%, ακόμα και τώρα που υποχωρεί στην Ευρώπη στο 2,2%. Η, δε, καταναλωτική δαπάνη αυξήθηκε απολύτως οριακά (0,3%) συγκριτικά με το α’ τρίμηνο του 2024. Αλλά, ούτε οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου πάνε καλύτερα. Με άνοδο 0,8% δεν δικαιούσαι να πανηγυρίζεις.
Πόσω μάλλον, όταν το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου τον Ιούλιο ξεπέρασε τα 2,7 δισ. ευρώ, έναντι 2,5 δισ. τον Ιούλιο του 2023. Η επιδείνωση είναι πολύ σημαντική και έφτασε στο 6,6%. Κι αυτό γιατί οι εισαγωγές μας τον φετινό Ιούλιο υπερέβησαν τα 7,3 δισ., ενώ τον Ιούλιο του 2023 βρισκόντουσαν στα 6,8 δισ. Αύξηση 6,3%.
Γι’ αυτό βγαίνουμε μπροστά εμείς, ασκώντας αντιπολίτευση στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Διότι εμείς είμαστε εργαζόμενοι άνθρωποι της αγοράς. Το τι ακριβώς εννοούμε, θα το δείτε στις 30 του Σεπτέμβρη. Έως τότε… τα πόδια στο κεφάλι και τρέχουμε.