Γράφει ο Νίκος Φιλιππίδης
Λετονία έλαβε χθες ιατρικό εξοπλισμό έκτακτης ανάγκης από την Ολλανδία, τη Φινλανδία, την Ουγγαρία και τη Σουηδία καθώς αντιμετωπίζει τη χειρότερη αύξηση νέων κρουσμάτων COVID-19 στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Το ποσοστό εμβολιασμού θεωρείται εξαιρετικά χαμηλό, στο 59%. Χαμηλότερα από το 75% που είναι ο μέσος όρος της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Για να γίνει αντιληπτό, στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό εμβολιασμού είναι λίγο πάνω από το 60%. Στη χώρα της Βαλτικής με 1,9 εκατομμύρια κατοίκους, πλέον στήνονται μονάδες νοσηλείας σε γκαράζ ασθενοφόρων λόγω του μεγάλου αριθμού των κρουσμάτων. Η κυβέρνηση της Λετονίας υπέβαλε αίτημα την περασμένη εβδομάδα στην Ευρωπαϊκή Ενωση για περισσότερους από 130 αναπνευστήρες και εκατοντάδες οθόνες ζωτικών σημείων. Αυτή ήταν η ευρωπαϊκή βοήθεια που έλαβε. Ενα χτύπημα στην πλάτη, λίγη ανθρωπιστική βοήθεια και τέλος.
Είναι ξεκάθαρο ότι ανθρωπιστικού χαρακτήρα θα είναι η βοήθεια της Ευρωπαϊκής Ενωσης, της περιοχής του πλανήτη με τα περισσότερα διαθέσιμα εμβόλια, στη νέα φάση της πανδημίας. Τίποτα άλλο. Ούτε επιστρεπτέες ούτε κεφάλαια κίνησης ούτε αναστολή πληρωμών και κάθε είδους φόρων ούτε περικοπές ενοικίων ούτε πάγωμα δανείων ούτε αναστολές συμβάσεων με αποζημίωση ούτε νέο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Τίποτα δεν θα υπάρξει στη νέα φάση της πανδημίας, τουλάχιστον με την έγκριση της ΕΕ.
Οσοι «πωλούν» εδώ στην Ελλάδα στους πολίτες τους, στα μέλη τους αν είναι σωματεία, στους φορείς που εκπροσωπούν και έχουν δημόσιο λόγο, ότι θα επαναληφθούν οι ενισχύσεις των προηγούμενων κυμάτων της πανδημίας θα διαψευστούν. Μαζί και όσοι τους πίστεψαν. Θα πάρουν κόσμο στον λαιμό τους. Ανθρώπους που νομίζουν ότι κάνουν αντίσταση, είτε αρνούμενοι τον εμβολιασμό, είτε αρνούμενοι να ελέγξουν τους πελάτες που εισέρχονται στις επιχειρήσεις τους.
Στην Ευρωπαϊκή Ενωση – και στην Ελλάδα – έχει αποφασιστεί, όταν εξασφαλίστηκε υπερεπάρκεια εμβολίων, ότι οι οικονομίες δεν πρέπει απλά να τα βγάλουν πέρα μόνες τους. Αλλά πρέπει να υπεραποδώσουν για να καλύψουν και τα σπασμένα των προηγούμενων 18 μηνών. Αρα δεν μπορούν να κλείσουν. Ούτε μια μέρα καραντίνας δεν νοείται τον φετινό χειμώνα.
Οποιες χώρες υποχρεωθούν να λάβουν έστω και μικρής κλίμακας περιοριστικά μέτρα, λόγω της άρνησης των πολιτών τους να εμβολιαστούν, μέσα σε έναν χρόνο από τώρα θα βρεθούν σε κατά πολύ χειρότερη θέση από τις άλλες. Οι πολίτες που τώρα «αντιστέκονται» θα είναι ακόμα φτωχότεροι. Και μαζί δυστυχώς και αυτοί που πειθάρχησαν, αυτοί που εμβολιάστηκαν, που συνεργάστηκαν στην προσπάθεια της κοινωνίας να βγούμε από το πρόβλημα. Ολοι μαζί θα έχουν μικρότερα ή καθόλου εισοδήματα. Με λιγότερες δουλειές. Με υψηλότερη φορολογία λόγω των δημοσιονομικών μέτρων που ως φυσιολογική συνέπεια των ελλειμμάτων που θα δημιουργηθούν θα έρθουν. Με μικρότερες ελπίδες για ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά τους. Το δίλημμα σε αυτή τη φάση της πανδημίας δεν είναι αν θα έχουμε περισσότερες επιστρεπτέες αντί αναπνευστήρων ή το αντίθετο. Το πραγματικό δίλημμα είναι πώς φανταζόμαστε το μέλλον μας.