Της Μαριάννας Μπιτσάνη
Φοιτήτρια Νομικής Σχολής
Ο αιφνιδιασμός είναι στοιχείο πονηρό, που φέρνει τα ζώα σε μία κατάσταση αμήχανης επιφυλακής. Ως ζώντα όντα που δεν μπορούν να υπερβούν τους περιορισμούς μίας βιολογικής πραγματικότητας βιώνουμε την έκπληξη πρωτίστως σκεπτόμενοι την αδυναμία ελέγχου της εκάστοτε κατάστασης. Μία από τις πιο σύγχρονες μορφές αιφνιδιασμού έγκειται σε μία συνηθισμένη και διόλου παράδοξη εμπειρία: τη διακοπή ρεύματος.
Προσπαθήστε, υιοθετώντας μία φιλοσοφική στάση, να παρατηρήσετε τη συμπεριφορά σας σε μία τόσο κοινότοπη κατάσταση, σε έναν κόσμο ο οποίος μοιάζει να αναπνέει μέσα από μία γιγάντια ηλεκτρική λάμπα. Ξαφνικά ακούγεται μία μικρή ηλεκτρική ανάσα που μοιάζει σχεδόν ανθρώπινη κουρασμένη πνοή και έπονται 10 δευτερόλεπτα στο απόλυτο σκοτάδι, μέχρι το χέρι μας να αναζητήσει μηχανικά τον σωτήριο φακό του κινητού. Το σπίτι, μέχρι να φωτιστεί άτσαλα με όποια σκονισμένα κεριά-πιθανώς αρωματικά για τους τολμηρούς-θυμίζει μουσικό κουτί που χωρίς τους μυστικούς μηχανισμούς του που γεννούν τις νότες και την κίνηση της μπαλαρίνας υποβιβάζεται σε χαλασμένο παιχνίδι χωρίς ενδιαφέρον·το ασύρματο δίκτυο νεκρό, τηλεόραση σβηστή και το χαμηλό βουητό του ψυγείου αντικαθίσταται από μία ενοχλητική σιωπή.
Ήρωες πάνω σε αυτή τη σκοτεινή σκηνή περιμένουμε σαν τιμωρημένα παιδάκια την ανακουφιστική νότα του ρεύματος που επιστρέφει, σαν τον μυθικό Τάλω ο οποίος χάνοντας την ουσία του την «ανθρώπινη» μόλις βγαίνει το καρφί από τον αστράγαλό του, καθίσταται άβουλο ρομπότ και ψάχνει τυφλά τρόπο να σταματήσει τη διαρροή.
Αν θέλαμε πράγματι να αποκτήσουν οι νέοι περιβαλλοντική συνείδηση, θα συνδυάζαμε τις μακροσκελείς και θεωρητικές σχολικές ενημερώσεις που βρίθουν μηχανικών υπενθυμίσεων για τη σπατάλη νερού και τη δημιουργία του πετρελαίου, με το «πείραμα της διακοπής ρεύματος». Τα βαριεστημένα βλέμματα πιθανώς θα γέμιζαν περιέργεια στην προοπτική της στέρησης ρεύματος για ένα διάστημα, μέχρι να εκδηλωθούν τα συμπτώματα στέρησης και η εμπειρία των κεριών χωρίς Internet να απορριφθεί.
Πριν την απόρριψη, ωστόσο, ο σπόρος της ανασφάλειας θα έχει φυτευθεί. Μία πραγματικότητα στην οποία ο ηλεκτρισμός δεν υφίσταται θα αποκτήσει σχήμα και θα εκδηλωθεί ως πιθανότητα εκτός του πλαισίου μίας διακοπής ρεύματος. Το μυαλό, στη συνέχεια, ως όργανο που θεμελιώνει την εξέλιξή μας, πιθανώς θα επιχειρήσει να μελετήσει τα στοιχεία που καθιστούν εφικτή την παραγωγή ηλεκτρισμού, θα συγκρίνει την εμπειρία ενός φωτισμένου σπιτιού με εκατομμύρια άλλα που χαίρονται την ύπαρξη μίας άσπρης μόνο λάμπας και ίσως να υιοθετήσει μία πιο προστατευτική στάση απέναντι στον πλανήτη υπό το πρίσμα της προστασίας της ηλεκτροδοτούμενης πραγματικότητάς του.
Η δύναμη του βιώματος μπορεί να μεταπείσει μία αμιγώς θεωρητική προσέγγιση που τροφοδοτεί την αδιαφορία ή την υπεκφυγή, πόσω μάλλον όταν το βίωμα αντιμετωπίζεται ως τμήμα παιδευτικής διαδικασίας και δε συνιστά αναπόσπαστο στοιχείο του προσωπικού, ιδιωτικού μικροκόσμου: Με ενδιαφέρον διαβάζουμε έργα επιστημονικής φαντασίας και περιηγούμαστε σε δυστοπίες περιβαλλοντικής σήψης και απροκάλυπτης κοινωνικής ανισότητας, όπως το bio-punk έργο «Νεκροταφεία Καραβιών», γιατί θέλουμε να γνωρίσουμε το σκοτάδι, κρατώντας μία λάμπα αποστασιοποιημένης ασφαλείας. Θέλουμε να βιώσουμε χωρίς να χρειαστεί να ζήσουμε.
Φυσικά, σε έναν πλανήτη υπερθέρμανσης και διαρκούς μόλυνσης ανθρώπινης προέλευσης είναι ζήτημα χρόνου πότε η αμηχανία μίας διακοπής ρεύματος θα ενταχθεί σε άλλη διάσταση. Περισσότερο, όμως, εναπόκειται στην προθυμία μας να διαχωρίσουμε ή να ταυτίσουμε το «βιώνω» με το «ζω».