Γράφει ο Μανώλης Κοττάκης
Στην πολιτική είσαι μόνος σου. Και όσο πλησιάζουμε προς τις αποφάσεις ο πρωθυπουργός, σύμφωνα με όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες που τίθενται υπόψη μας, κλείνεται στον εαυτό του.
Δεν μοιράζεται όλους τους προβληματισμούς του και όλες τις σκέψεις του με τους συνεργάτες του, ακόμη και με τους πιο στενούς. Οταν μίλησε στο συνέδριο του «Οικονομικού Ταχυδρόμου» και άνοιξε για πρώτη φορά ζήτημα κυβερνητικών συνεργασιών, οι πάντες στο Μαξίμου αιφνιδιάστηκαν. Δεν το είχε συζητήσει με κανέναν.
Όταν ήρθε η ώρα να γράψει τη βαρυσήμαντη ομιλία του στο Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών κλείστηκε επί δύο μέρες στο σπίτι του και το γραφείο του, και την έγραψε ο ίδιος. Δεν εμπιστεύτηκε τον λογογράφο του. Αυτόν τον καιρό, όπως κι άλλες φορές έχουμε γράψει, ο πρωθυπουργός βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι αποφάσεων και για πρώτη φορά σταθμίζει πολύ σοβαρά την πιθανότητα προκήρυξης πρόωρων εκλογών τον Σεπτέμβριο.
Ωστόσο υπάρχουν «σειρήνες» γύρω του οι οποίες προσπαθούν να τον πείσουν να περιμένει την ολοκλήρωση των κυπριακών προεδρικών εκλογών του Φεβρουαρίου και των τουρκικών προεδρικών εκλογών του Απριλίου, προκειμένου να έχει καθαρή εικόνα για το μέλλον. Καθώς τα προσεχή διακυβεύματα της περιοχής, όσο κι αν δεν ομολογείται αυτό δημοσίως, αφορούν τους υδρογονάνθρακες και την πίεση των συμμάχων μας για συνεκμετάλλευση.
Επόμενες κινήσεις
Ποιος είναι λοιπόν ο σωστός χρόνος για τη χώρα, αλλά και για την κυβέρνηση; Οι «Κασσάνδρες» μάς λένε ότι ο πρωθυπουργός θα μεταβεί στη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης, θα εξαγγείλει την οικονομική πολιτική της νέας χρονιάς, η οποία θα περιλαμβάνει και αυξήσεις στις συντάξεις και στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, θα μετρήσει με δημοσκοπήσεις την απήχηση της πολιτικής του και στο τέλος θα αποφασίσει την προκήρυξη εκλογών για τις αρχές Οκτωβρίου.
Σε αυτή την ανάλυση προστίθεται και το επείγον της ενεργειακής κρίσης, η οποία πρέπει να αντιμετωπιστεί με εθνικές πολιτικές, καθώς όσο περνά ο καιρός -αυτό έδειξαν τα χθεσινά μέτρα της Κομισιόν, αυτό θα προκύψει και στη Σύνοδο Κορυφής στα τέλη Μαΐου- γίνεται σαφές ότι η Ευρώπη είναι ανίκανη να προστατεύσει τους πολίτες της. Και ο εσωτερικός διάλογος στο Μαξίμου, το «debate» αγγλιστί, για τον χρόνο προκήρυξης των εκλογών θα συνεχιστεί μέσα στο καλοκαίρι, διανθισμένο και με σενάρια για εκλογικό ανασχηματισμό. Κλασικά εικονογραφημένα.
Αν μπορούσαμε να εισφέρουμε κάτι σε αυτόν τον προβληματισμό, αυτό ας είναι δύο δεδομένα, που περνούν για την ώρα κάτω από το ραντάρ της πολιτικής αντιπαράθεσης. Το πρώτο είναι η προχθεσινή δημοσκόπηση του Ευρωβαρόμετρου για τους χειρισμούς των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων στο Ουκρανικό.
Οι Ελληνες, δυστυχώς, δεν έχουν την ίδια γνώμη με τους Αμερικανούς γερουσιαστές, οι παλάμες των οποίων έβγαλαν… κάλους από τα χειροκροτήματα προς τον πρωθυπουργό κύριο Μητσοτάκη. Το 66% των Ελλήνων δεν εγκρίνει την πολιτική της κυβέρνησης στο Ουκρανικό, και δυστυχώς εδώ δεν πρόκειται για την έκθεση που αφορά την ελευθερία του Τύπου για να αμφισβητήσει τη μεθοδολογία της ο κύριος Μητσοτάκης. Μετρημένα κουκιά είναι.
Υψηλή δυσφορία για τους χειρισμούς των κυβερνήσεών τους στον πόλεμο έχουν οι αδελφοί μας Κύπριοι σε ποσοστό 57%, αλλά και οι γείτονες Βούλγαροι. Το πλέον ενδιαφέρον, όμως, είναι ότι, αν μελετήσει κανείς με προσοχή τη δημοσκόπηση, θα διαπιστώσει ότι ακόμα και στις χώρες που βρίσκονται στην καρδιά της Ευρώπης, όπως η Γαλλία και η Γερμανία, καθώς και στις χώρες που βρίσκονται στην περίμετρο της Ουκρανίας, όπως η Πολωνία, η δυσαρέσκεια για τους χειρισμούς των κυβερνήσεών τους στον πόλεμο είναι πολύ ισχυρή – κυμαίνεται από το 30% έως το 40%.
Ο πόλεμος τελικά δεν διεξάγεται στο Χάρκοβο, στη Μαριούπολη και την Οδησσό, αλλά στο Παρίσι, στο Βερολίνο, στη Βαρσοβία, στη Σόφια, και την Αθήνα. Σταδιακά στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη αναπτύσσεται ένα κεκαλυμμένο ρεύμα συμπάθειας προς τη Ρωσία και αμφισβήτησης προς τη Δύση. Εάν παρομοιάσουμε τον πρωθυπουργό με πιλότο, τότε αυτό είναι το πρώτο λαμπάκι που άρχισε να αναβοσβήνει στο πιλοτήριό του: η αμφισβήτηση όλων των λαών της Ευρώπης στη στρατηγική της Δύσης στον πόλεμο. Και, με δεδομένο ότι ο κύριος Μητσοτάκης έχει επενδύσει ιδεολογικά στο δίπολο «ελευθερία και δημοκρατία ή ανατολικός δεσποτισμός», ίσως πρέπει να προβληματιστεί για τα ποσοστά που καταγράφει αυτός ο δεσποτισμός στους λαούς της Ευρώπης.
Υπάρχει όμως και δεύτερο λαμπάκι που αναβοσβήνει στο πιλοτήριο – αχνό, αθέατο για την ώρα. Αναφέρομαι στα αποτελέσματα των προχθεσινών φοιτητικών εκλογών. Που αποτελούν ένα αξιόπιστο δείγμα για την έκταση της επιρροής της Νέας Δημοκρατίας στη νέα γενιά της πατρίδας μας. Για πρώτη φορά εδώ και 30 χρόνια αμφισβητούνται τα πρωτεία της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ.
Για χρόνια πολλά, κάθε παράταξη το βράδυ των εκλογών έδινε τα δικά της ποσοστά σχετικά με τις εκλογικές επιδόσεις της, καθώς έχει καταργηθεί προ πολλού η δυνατότητα συμφωνίας και ενιαίας έκδοσης αποτελεσμάτων από την πάλαι ποτέ κραταιά ΕΦΕΕ – το κουφάρι της οποίας έχει μείνει εκεί για να θυμίζει τις ένδοξες μέρες της.
Όλες οι παρατάξεις, όμως, με αυξομειώσεις στα ποσοστά, ακόμα και οι κομμουνιστές, συμφωνούσαν όλα τα χρόνια ότι η ΔΑΠ είναι η πρώτη δύναμη. Φέτος συνέβη κάτι διαφορετικό: Για πρώτη φορά, η παράταξη του ΚΚΕ, η Πανσπουδαστική, και τα ριζοσπαστικά ΕΑΑΚ, που δεν έχουν καμία σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ, συμφώνησαν ότι πρώτη δύναμη είναι η Πανσπουδαστική, όχι η ΔΑΠ. Ό,τι κι αν συμβαίνει είναι βέβαιο ότι η εκλογική δύναμη της φοιτητικής νεολαίας της Νέας Δημοκρατίας βρίσκεται σε κάμψη, εισπράττοντας την κυβερνητική φθορά.
Κι άλλες φορές συνέπεσε στο παρελθόν να κυβερνά η Ν.Δ., αλλά ουδέποτε η ΔΑΠ έχασε την πρωτιά. Και αυτό συνέβαινε για έναν λόγο: Είχε κατοχυρωμένη και θεσμοθετημένη με το καταστατικό την ανεξαρτησία της και την αυτονομία της από το κόμμα. Ηταν δύναμη ευθύνης, αλλά και δύναμη αμφισβήτησης. Ασκούσε κριτική στους εκάστοτε υπουργούς Παιδείας. Είχε αξιοπιστία στους φοιτητές, που δεν τη θεωρούσαν δεδομένη, αλλά, αντιθέτως, πίστευαν ότι υπερασπίζεται τα αιτήματά τους ακόμα κι αν χρειαζόταν να πάει κόντρα στην κυβερνητική πολιτική.
Είχαμε προειδοποιήσει από τον καιρό της αντιπολίτευσης, όταν επιχειρήθηκαν οι πρώτες αλλαγές στην ΟΝΝΕΔ και τη ΔΑΠ, πως, όταν κάνεις τη Νεολαία παράρτημα του κόμματος τότε και παράρτημα του Μαξίμου σήμερα, χωρίς ανεξάρτητη πνοή, θα έρθει μια μέρα που θα πληρώσεις τα επίχειρα. Ηρθε λοιπόν αυτή η μέρα. Οι φοιτητές «μύρισαν» από μακριά τον συμβιβασμό. Τα ποσοστά που κατέγραψε λοιπόν η φοιτητική παράταξη της Νέας Δημοκρατίας μέσα στα πανεπιστήμια, κατορθώνοντας, σε έναν βαθμό απολογούμενη για την κυβερνητική πολιτική, να αναστήσει τους τελειωμένους κομμουνιστές του 1989, αποτελούν το δεύτερο φωτάκι που αναβοσβήνει στο πιλοτήριο του κυρίου Μητσοτάκη.
Κάτι δεν πάει καλά με την πτήση… Είναι δύο ενδείξεις αυτές – και οι νέες τάσεις στους ευρωπαϊκούς λαούς, που όσο περνά ο καιρός θα φουσκώνουν, και οι νέες τάσεις στη νεολαία. Είμαστε βέβαιοι ότι, την ώρα που θα σταθμίζει τις αποφάσεις του ο πρωθυπουργός, θα τις συνυπολογίσει, και πιθανόν αυτές να επιταχύνουν και τις εξελίξεις.