Γράφει ο Μανώλης Κοττάκης
Διαβάζω αυτές τις μέρες το υπό έκδοση βιβλίο του τέως γενικού διευθυντή ανθρώπινου δυναμικού του υπουργείου Προεδρίας και κατά κοινή ομολογία πρύτανη της Δημόσιας Διοικήσεως Βασίλη Ανδρονόπουλου, το οποίο αποτελεί ένα μακρύ οδοιπορικό στη θητεία του μέσα στο κράτος.
Ο κύριος Ανδρονόπουλος, με τον οποίο συνδέθηκα στη δεκαετία του ’90, όταν κάλυπτα το ρεπορτάζ του υπουργείου Δημόσιας Διοίκησης, είναι ένα από τα σπάνια υποδείγματα δημόσιου λειτουργού του ελληνικού κράτους, που υπηρέτησε διαφορετικές κυβερνήσεις με προσήλωση στον νόμο και με σπάνιο επαγγελματισμό. Γι’ αυτό μόλις έμαθα ότι συγγράφει βιβλίο αναμνήσεων (ήδη εξέδωσε μαζί με την άξια διάδοχο θυγατέρα του Μαίρη μία πολυσέλιδη έκδοση ερμηνείας του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα από τις εκδόσεις Σάκκουλα, προσφορά προς τη Διοίκηση και τη Διοικητική Δικαιοσύνη), του ζήτησα να γράψω τον πρόλογο, καθώς έζησα κι εγώ από κοντά μερικά από όσα περιγράφει.
Είμαι βέβαιος ότι η έκδοση του βιβλίου αυτού θα εμπνεύσει μελλοντικούς δημόσιους λειτουργούς για το πώς πρέπει να εκτελούν τα καθήκοντά τους. Αγνοώντας συναδέλφους τους που τους εγκαλούν ότι χαλούν την πιάτσα εργαζόμενοι πέραν του ωραρίου και τους συνδικαλιστές οι οποίοι είναι συνήθως εμπόδιο στην ικανοποίηση προοδευτικών πολιτικών. Διατρέχοντας λοιπόν τις σελίδες του βιβλίου αυτού είχα την ευκαιρία να μάθω άγνωστα περιστατικά από συνεδριάσεις υπουργικών συμβουλίων αλλά και επεισόδια που οδήγησαν σε παραίτηση κορυφαίων υπουργών.
Οσες μέρες το ξεφυλλίζω ένα ερώτημα είναι καρφωμένο στο μυαλό μου με αφορμή και τη μαζική προσέλευση πολιτών στην κηδεία του Κωνσταντίνου: γιατί παλαιότερα ο κόσμος συνδεόταν σταθερά και στέρεα για μια ολόκληρη ζωή με συγκεκριμένες προσωπικότητες του δημόσιου βίου; Πώς είναι δυνατόν ο χρόνος να μη σβήνει τις αναμνήσεις και να μην αντικαθιστά τα πρόσωπα; Στο βιβλίο του Βασίλη νομίζω ότι βρήκα μία πρώτη απάντηση: νομίζω ότι ο κόσμος στο παρελθόν δενόταν περισσότερο με τους πολιτικούς σε σύγκριση με το παρόν γιατί αυτοί ακολουθούσαν πολιτική αρχών για μια ολόκληρη ζωή. Θα το πω με δύο παραδείγματα: ο Ανδρονόπουλος περιγράφει στο υπό έκδοση βιβλίο του την αντίδραση του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή όταν κατά τη διάρκεια υπουργικού συμβουλίου υπουργός του τού πρότεινε να δοθούν αυξήσεις σε έναν συγκεκριμένο κλάδο για ψηφοθηρικούς λόγους με τη μορφή εικονικών και πλασματικών υπερωριών.
Ο Μακεδόνας κοκκίνισε από οργή, είπε στον υπουργό του ότι αυτό που του εισηγείται είναι «ανήθικο» και τον απέπεμψε από την αίθουσα εκείνη την ημέρα. Περιγράφει επίσης τους λόγους της παραίτησης του Αναστάση Πεπονή από τη θέση του υπουργού Προεδρίας το 1994. Ο Πεπονής υπέβαλε την παραίτησή του στον Ανδρέα Παπανδρέου επειδή ο νόμος του περί προσλήψεων υπονομεύτηκε από την τότε διοίκηση της Ολυμπιακής Αεροπορίας, διευθύνων σύμβουλος της οποίας ήταν πρόσωπο φιλικό προς τη σύζυγο του τότε πρωθυπουργού. Και επειδή δεν υπήρξε καμία πολιτική κύρωση για τη Διοίκηση που παραβίασε τον νόμο (η λέξη νόμος ήταν τότε ιερή), ο πατριώτης πολιτικός υπέβαλε την παραίτησή του με μία ασήμαντη αφορμή, ένα δημοσίευμα της «Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας». Αλλά η ουσία ήταν η αντίδρασή του στην υπονόμευση του νόμου του.
Γιατί το έκανε; Γιατί έρχονται στιγμές στην πολιτική που η αξιοπρέπεια προηγείται της καρέκλας. Την καρέκλα και αν τη χάσεις, μπορεί να την ξαναβρείς, την αξιοπρέπειά σου όμως ποτέ. Αν κάνουμε μία προβολή της εφαρμογής αυτών των πολιτικών με αρχές στο σήμερα θα δυσκολευτούμε πάρα πολύ να βρούμε μιμητές της. Στα δάχτυλα του ενός χεριού μετριούνται. Ο δημόσιος βίος έχει γεμίσει από αναίσθητους καρεκλοθήρες που, ενώ ξεφτιλίζονται δημοσίως, επιμένουν να διατηρούν την καρέκλα τους, από νταλαβεριτζήδες που ρέπουν διαρκώς προς τον πολιτικό εκβιασμό, από πολιτικούς καιροσκόπους που το μόνο που ξέρουν είναι να ντιλάρουν. Αν υπήρξε ποτέ ηθική στην πολιτική, αυτή στις μέρες μας σε μεγάλο βαθμό έχει χαθεί. Δεν χρειάζεται να σας πω ποιοι είναι οι αναίσθητοι, οι καρεκλοθήρες, οι νταλαβεριτζήδες και οι λοιποί καμπαλέρος. Ανοίξτε μία εφημερίδα, ένα σάιτ, ένα ραδιόφωνο και θα τους βρείτε μπροστά σας στα ρεπορτάζ συναδέλφων. Θα τους αναγνωρίσετε πάρα πολύ εύκολα. Γι’ αυτό και οι πτώσεις προσώπων στις σύγχρονες δημοκρατίες είναι απότομες, ενώ η διάρκεια στον δημόσιο βίο είναι σπάνιο προτέρημα. Αναζητούμε έναν δημόσιο βίο με αρχές, οι οποίες σήμερα δυστυχώς δεν υπάρχουν. Γι’ αυτό ο κόσμος δεν μπορεί να δεθεί με τα πρόσωπα και τα θεωρεί μιας χρήσεως. Τα χρησιμοποιεί για να κάνει τη δουλειά του και μετά γνωρίζοντας τι έχει αγοράσει τα πετάει στα σκουπίδια. Ο κυνισμός θριαμβεύει. Οπως έγραψε προσφυώς και ο Παπακαλιάτης στο «Maestro» του, μέσα στην πανδημία διαλύθηκαν τα σύννεφα, καθάρισε ο ορίζοντας και φάνηκε ο μεσαίωνας.
Υστερόγραφο: Ο Βασίλης Ανδρονόπουλος ολοκλήρωσε τη θητεία του στη Δημόσια Διοίκηση ως συνεργάτης του Προκόπη Παυλόπουλου στην προεδρία της Δημοκρατίας. Με ικανοποίηση διάβασα στο βιβλίο του ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης τον πρότεινε για τη θέση του προέδρου του ΑΣΕΠ, αλλά οι προτεραιότητες της τότε κυβέρνησης ήταν άλλες. Σε αυτόν τον άνθρωπο πρέπει αναγνώριση. Η Πολιτεία πρέπει να βρει τον τρόπο να αναγνωρίσει τις υπηρεσίες του εμπράκτως με μία τιμητική διάκριση. Αν εννοεί η Νέα Δημοκρατία την αριστεία.