Γράφει ο Μανήλης Κοττάκης
Διάβασα δύο και τρεις φορές απομαγνητοφωνημένη τη διαδικτυακή συνέντευξη που έδωσε στην Όλγα Τρέμη ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας και τη θεωρώ ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα κείμενα που έχουν υποπέσει στην αντίληψή μου το τελευταίο διάστημα.
Οι εφ’ όλης της ύλης ερωτήσεις της Ολγας και η πίεση που του άσκησε καθ’ όλη τη διάρκεια της συνομιλίας τους -λείπουν αυτού του είδους οι συνεντεύξεις- έδωσαν τη δυνατότητα στον υπουργό Εξωτερικών να «ανοιχτεί». Να ξεδιπλώσει τις απόψεις του επί όλου του φάσματος του χαρτοφυλακίου του. Να απαντήσει ακόμη και σε ερώτηση για το αν έχει «ηγετικές φιλοδοξίες στο μέλλον». Να «χαρτογραφηθεί». Μα και να τοποθετηθεί σε δύο κρίσιμα θέματα με εσωκομματικές προεκτάσεις στο εσωτερικό της Ν.Δ.: Την κύρωση των μνημονίων των Σκοπίων και τη διασύνδεση της αναγνώρισης της ανεξαρτησίας του Κοσόβου με το Κυπριακό.
Η όλη τοποθέτηση του υπουργού Εξωτερικών, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της συνέντευξης, αποδεικνύει κάτι που σε ανύποπτο χρόνο μού είχαν επισημάνει παράγοντες του δημόσιου βίου: Είναι λάθος να χρεώνει κανείς τον υπουργό Εξωτερικών σε συγκεκριμένες εσωκομματικές πτέρυγες στη Ν.Δ. με βάση τους παλαιούς ορισμούς «μητσοτακικοί» – «καραμανλικοί» – «σαμαρικοί». Οι απόψεις του εφάπτονται, αλλά δεν ταυτίζονται με τις απόψεις καμιάς πτέρυγας. Είναι γεωπολιτικά και εσωκομματικά αυτόνομος παίκτης.
Λίγο μετά τη συνέντευξη προς την Τρέμη ο κ. Δένδιας μετέβη στο Ντουμπρόβνικ της Σλοβενίας και επιτέθηκε φωτογραφικά κατά της Ρωσίας, λέγοντας προς όλες τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων που είναι υποψήφια μέλη της Ε.Ε. ότι «είναι επιβλαβής η άποψη τρίτων χωρών που έχουν επιρροή στα ζητήματα των δυτικών Βαλκανίων».
Γιατί, όμως, ο κ. Δένδιας είναι αυτόνομος παίκτης; Καταρχάς οι απαντήσεις του σε Σκοπιανό και Κυπριακό δεν νομίζω ότι θα ενθουσιάσουν μεγάλα τμήματα στελεχών και οπαδών της Ν.Δ. Για το Σκοπιανό, κόντρα σε όλους όσοι μιλούν για «ακύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών», υπενθύμισε ότι «pacta sunt servanda» («οι συμφωνίες είναι για να τηρούνται») και ότι ως χώρα «θα κυρώσουμε τα μνημόνια», απλώς «δεν ξέρω το πότε».
Ο υπουργός Εξωτερικών βάσισε τη θέση αυτή στο γεγονός ότι η Ελλάς «δεν μπορεί να παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο», ότι «ενδιαφέρεται για τη σταθερότητα της Βόρειας Μακεδονίας» και ότι «γι’ αυτό και βοηθάμε τον Ζάεφ όπως μπορούμε».
Συνέδεσε την αναβολή ψήφισης των μνημονίων με την ασυνέπεια της γείτονος στην εφαρμογή των Πρεσπών. «Τότε λέμε “αλτ”» σημείωσε χαρακτηριστικά. Και όταν του επισημάνθηκε ότι «δεν μπορεί, θα έχουν φτάσει στα αυτιά σας οι διαρροές Καραμανλή – Σαμαρά ότι δεν τα ψηφίζουν», πρώτα επισήμανε ότι «δεν το έχουν πει δημοσίως» και έπειτα δήλωσε… βαρήκοος. Γενικώς δεν έδειξε και ιδιαιτέρως ενθουσιασμένος με την καθιερωμένη αρχή ότι οι πρώην πρωθυπουργοί μπορούν να εξαιρούνται της κομματικής πειθαρχίας. Ιδού, λοιπόν, το πρώτο δείγμα ότι ο υπουργός Εξωτερικών δεν προσφέρεται και δεν επιθυμεί να εκφράσει παλαιά μπλοκ.
Η Αγκυρα ήταν ένα δείγμα της πολιτικής του, αλλά την Αγκυρα την ακολούθησαν οι δηλώσεις για το πάγωμα των ερευνών στο Αιγαίο «προκειμένου να μη γίνουμε Μεξικό», οι δηλώσεις ότι «άλλο Κόσοβο και άλλο Κύπρος» και η άποψή του ότι τα μνημόνια με τα Σκόπια πρέπει να κυρωθούν. Αλλά και η άποψή του για το Κυπριακό -το δεύτερο δείγμα- είχε ενδιαφέρον, αν και η συνέντευξη δόθηκε πριν να προκηρύξει η Τουρκική Εταιρία Ερευνών οικόπεδα εξόρυξης υδρογονανθράκων στην κυπριακή ΑΟΖ. Ο υπουργός Εξωτερικών έδειξε αποφασισμένος να μη δεσμευτεί στη θέση ότι «η Ελλάς δεν πρόκειται να αναγνωρίσει ποτέ το Κόσοβο», όπως του ζητήθηκε έξυπνα από την Τρέμη.
«Γιατί να αναλάβω μια δέσμευση πολιτικής;» διερωτήθηκε μάλλον ενοχλημένος, προσθέτοντας ότι «δεν είθισται οι υπουργοί Εξωτερικών να αναλαμβάνουν ηχηρές δεσμεύσεις». Ενώ όταν του τέθηκε το ζήτημα της διασύνδεσης Κοσόβου και Κατεχομένων, αφού επανέλαβε το επιχείρημα ότι το Δικαστήριο της Χάγης τα αποσυνδέει, απάντησε με μια διατύπωση που μάλλον υποδηλώνει ψυχική απόσταση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής από τα διαμειβόμενα στη Μεγαλόνησο. Είπε ότι «επιμένει στην υλοποίηση της κυβερνητικής πολιτικής που εκφράζει τα συμφέροντα της χώρας όπως εμείς τα καταλαβαίνουμε».
Όπως διατυπώθηκε η απάντηση, θα μπορούσε να περιλάβει και τη φράση «ασχέτως του τι λένε για το θέμα του Κοσόβου οι αδελφοί μας Κύπριοι». Αποψή μας; Παραμονές της επετείου του Αττίλα δεν μιλάμε έτσι!
Η συνέντευξη του Ελληνα υπουργού Εξωτερικών δόθηκε λίγο πριν από τη μετάβαση του Τούρκου προέδρου Ταγίπ Ερντογάν στα Κατεχόμενα. Και μολονότι ο κ. Δένδιας είπε στον Τσαβούσογλου «σταματείστε να μιλάτε για δύο κράτη, ξέρουμε ότι στόχος σας είναι η συνομοσπονδία δύο κρατών», στις διατυπώσεις του στη συνέντευξη ήταν ασυνήθιστα φιλικός προς τον πρόεδρο Ερντογάν. Οταν ο Τούρκος πρόεδρος ετοιμάζεται να ταξιδέψει για ένα μεγάλο σόου στα Κατεχόμενα, δεν ξέρω αν είναι το ιδεώδες εσωτερικά να λέει ο επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας ότι «ο κ. Ερντογάν, ανεξαρτήτως των διαφωνιών που έχουμε μαζί του, είναι σε προσωπικό επίπεδο φιλόξενος και εγκάρδιος», ότι «είναι σημαντικός παράγων που κυβερνά την Τουρκία όσο και ο Κεμάλ» και ότι «διαμόρφωσε τη φυσιογνωμία της γείτονος».
Προέχει το «ήσυχο καλοκαίρι», το κατανοούμε, αλλά ήσυχο και για την Ελλάδα και για την κρίσιμη για την εθνική μας ασφάλεια Κύπρο. Ενδιαφέρον έχει και η άποψη του υπουργού Εξωτερικών υπέρ «της απευθείας συνεννόησης Μητσοτάκη – Ερντογάν», με το επιχείρημα ότι «όπως είναι η δομή της Τουρκίας κανείς άλλος δεν έχει εξουσία διαπραγμάτευσης». Ενδιαφέρον γιατί καταργεί τις διερευνητικές και τους ενδιάμεσους!
Εις ό,τι αφορά τα Ελληνοτουρκικά, πάντως, ο κ. Δένδιας διατηρεί την άποψη που τον καθιστά τον πλέον δημοφιλή υπουργό στην ελληνική κοινή γνώμη. Τόνισε ότι η «Χάγη είναι μακρινός τόπος» και ότι «θέμα θαλάσσιων ή εναερίων συνόρων στη Χάγη δεν το συζητάμε». Εις ό,τι αφορά, τέλος, τις σχέσεις μας με τους συμμάχους, επιτέθηκε κομψά στη Γερμανία, υποστηρίζοντας ότι με τα υποβρύχια που κατασκευάζει για λογαριασμό της Τουρκίας ανατρέπει την ισορροπία στην περιοχή.
Για τους Γάλλους είπε μερικά καλά λόγια, ενώ για τις ΗΠΑ, μιλώντας για τη νέα αμυντική συμφωνία, έκανε λόγο για «εξελιγμένη σχέση». Ολα τα παραπάνω δείχνουν ότι ο κ. Δένδιας δεν μπορεί να χρεωθεί αμιγώς ούτε στο πατριωτικό ρεύμα ούτε στο ρεαλιστικό – εκσυγχρονιστικό ρεύμα. Το πολιτικό του στίγμα είναι μια μείξη πατριωτισμού και ρεαλισμού που δείχνει να επενδύει περισσότερο στον ιστορικό και λιγότερο στον πολιτικό χρόνο. Πού θα τον βγάλει αυτό; Άγνωστο.
ΥΓ.: Στην ερώτηση της κυρίας Τρέμη «θα μπορούσατε να έχετε ηγετικές φιλοδοξίες μετά την Αγκυρα;», ουσιαστικώς δεν απάντησε ποτέ. Αναμενόμενο. Γιατί να… δεσμευτεί για ένα θέμα πολιτικής;