Γράφει η Κατερίνα Γαλανού
Εξαιτίας του δυστυχήματος στα Τέμπη και της αποκάλυψης ότι ο σιδηρόδρομος στη χώρα «σέρνει» όλες τις παθογένειες μας, τα ΜΜΕ εντόπισαν μια σειρά από Έλληνες στελέχη και εργαζόμενους στους αντίστοιχους ΟΣΕ της Γερμανίας και της Αγγλίας.
Με απλό και κατανοητό τρόπο εξήγησαν ότι πάνω από τα υπερσύγχρονα συστήματα, στέκεται πάντα ο άνθρωπος, οι κανόνες που πρέπει να τηρούνται με ευλαβική προσοχή, τα πρωτόκολλα ασφαλείας. Σε ολόκληρη την αλυσίδα. Ταυτόχρονα με το αίσθημα ατομικής ευθύνης και επαγγελματικής ευσυνειδησίας.
Κανείς δεν αφαίρεσε τον παράγοντα άνθρωπο από την εξίσωση της ασφαλείας και εύρυθμης λειτουργίας του σιδηροδρόμου. Είτε μιλούσε για τα τρένα στη Γερμανία, στην Ιαπωνία, είτε εδώ. Άνθρωποι σε θέσεις ευθύνης σε απείρως καλύτερα, πιο πυκνά και αξιόπιστα δίκτυα, δεν εξέφρασαν καμιά βεβαιότητα, ότι άπαξ και βάλεις ένα υπερσύγχρονο σύστημα ελέγχου μπορεί ο σταθμάρχης να βλέπει σήριαλ, να πάει να πιει μπύρες και να επιστρέψει στο τέλος της βάρδιας για να χτυπήσει την καρτούλα εξόδου, να πάει να πάρει σνίτσελ για τα παιδιά του, να βγει για τσιγαράκι στο προαύλιο, ή να την κοπανήσει από τη βάρδια.
Εάν στα Τέμπη της Γερμανίας ένας άχρηστος και ασυνείδητος Γερμανός σταθμάρχης είχε προκαλέσει μακελειό, επειδή απενεργοποίησε το σύστημα τηλεδιοίκησης – αποδεικνύεται πλέον ότι υπήρχε γιατί αυτό το λέει το ‘μαύρο κουτί’ όχι ο κ. Γεραπετρίτης ή όποιος Γεραπετρίτης – και είχε βάλει το χειροκίνητο χωρίς ούτε αυτό να το ελέγχει αδυνατώ να σκεφτώ ποιος Γερμανός θα σκεφτόταν να γράψει ή να σηκώσει πανό «καμία δίωξη στον σταθμάρχη»;
Με το μυαλό στους 57 ανθρώπους που χάθηκαν, προκαλεί τεράστιο κλονισμό για τον βαθμό συνείδησης της ελληνικής κοινωνίας, η διαπίστωση ότι είναι πολλοί όσοι συντάσσονται με τη θέση των αντιεξουσιαστών, τα μισόλογα των συνδικαλιστών, ή τα ψελλίσματα πολιτικών και κομμάτων της αντιπολίτευσης, ότι ο σταθμάρχης δεν φταίει.
Αποτελεί μια δυσάρεστη ένδειξη, ότι στην ελληνική κοινωνία υφίσταται ένας πολύ ισχυρός πυρήνας από «νηπιο-ενήλικες» και εργαζόμενους «αμάν-σταθμάρχες». Κάνοντας ουτοπική, την απαίτηση – προτροπή ορισμένων προς την κυβέρνηση – αλλά και στο πολιτικό σύστημα ευρύτερα – να αλλάξει το βαθύ προβληματικό κράτος, να αντιστρέψει νοοτροπίες, να εφαρμόσει διαδικασίες. Την ώρα μάλιστα που και το ίδιο το πολιτικό σύστημα απαρτίζεται και αυτό στην πλειοψηφία του από «νηπιο-ενήλικες» και «σταθμάρχες».
Ίσως το μόνο ρεαλιστικό μέτρο, για να εκτοπιστεί αξιοκρατικά και σταδιακά το βαθύ και προβληματικό μας κομμάτι είναι ο επαναπατρισμός της «εφεδρείας» των Ελλήνων του brain drain.
Για να μπαζώσουν το βαθύ κράτος, κανονικοί ενήλικες και κανονικοί εργαζόμενοι σαν κι αυτούς στους οποίους απευθυνθήκαμε για να μάθουμε τι κάνουμε τόσα χρόνια στραβά.