Της Ειρήνης-Θεοδώρας Πιθακάκη
Φοιτήτρια ψυχολογίας.
Bachelor στην εργοθεραπεία, QMU με εκπαίδευση στην Ειδική Αγωγή.
Συχνά, το παιχνίδι χαρακτηρίζεται ως μη αναγκαίο στα πλαίσια της εκπαιδευτικής δραστηριότητας από γονείς και εκπαιδευτικό προσωπικό. Στην πραγματικότητα, αποτελεί ένα αναπόσπαστο και απαραίτητο μέρος της ανάπτυξης και της ζωής ενός παιδιού. Η απουσία του μπορεί να οδηγήσει στην αδυναμία διαχείρισης των κοινωνικών καταστάσεων, την επίλυση συγκρούσεων, σε θέματα διαφορετικότητας, αυτοεκτίμησης και σε προβλήματα αποτυχίας.
Τα παιδιά παίζουν διαφορετικά ανάλογα με το αν παίζουν μόνα τους, με φίλους, με γονείς, με άλλους παιδαγωγούς ή με έναν θεραπευτή. Στην τελευταία περίπτωση, το παιχνίδι έχει κάποιο σκοπό. Ο θεραπευτής παρατηρεί το παιδί και το ενθαρρύνει να εκφραστεί μέσω αυτής της διαδικασίας. Αυτό συμβαίνει επειδή τα παιδιά μπορούν να δημιουργούν εικόνες, να επινοούν ιστορίες, να δραματοποιούν καταστάσεις, να παίζουν όπως επιθυμούν με διάφορα παιχνίδια και αντικείμενα και να κρύβουν τον εαυτό τους και τα βιώματα τους. Ο ρόλος του θεραπευτή σε αυτή τη διαδικασία ελεύθερης αυτοέκφρασης και αυτοαποκάλυψης είναι να βοηθήσει το παιδί να επεξεργαστεί αυτό που το απασχολεί, αναστοχαζόμενο τα συναισθήματά του, ώστε να κατανοήσει καλύτερα τον εαυτό του. Μέσω της διαδικασίας αυτής αναπτύσσεται ευκολότερα ο σεβασμός, η εμπιστοσύνη και η αποδοχή, με τον τρόπο αυτό διευκολύνουν την συναισθηματική έκφραση και βοηθούν το παιδί να νιώσει ασφάλεια και σιγουριά.
Το παιχνίδι ως θεραπευτικό εργαλείο, απευθύνεται κυρίως σε παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας που παρουσιάζουν:
- Άγχος (άγχος αποχωρισμού), ζήλια (νέο μέλος της οικογένειας), φοβίες (σχολική φοβία).
- Αγχωτικές αλλαγές στη ζωή τους (π.χ. απώλεια αγαπημένων προσώπων, διαζύγιο).
- Ξεσπάσματα θυμού, επιθετική συμπεριφορά, δυσκολίες κοινωνικοποίησης, δυσκολίες προσαρμογής.
- Απόσυρση και απομόνωση.
- Ψυχοσωματικά συμπτώματα (κοιλιακό άλγος, δερματικά συμπτώματα χωρίς οργανικά αίτια).
- Μαθησιακές δυσκολίες, έλλειψη προσοχής και συγκέντρωσης, υπερκινητικότητα.
- Υποφέρουν από τραυματικά γεγονότα (σωματική, συναισθηματική ή σεξουαλική κακοποίηση).
- Χρόνια ή σοβαρή ασθένεια ή με ασθενείς γονείς.
- Έλλειψη αυτοεκτίμησης ή αυτοπεποίθησης.
- Έλλειψη υγιών δεσμών με την οικογένεια και τους φίλους.
- Διαταραχές ύπνου ή όρεξης.
- Συμπεριφορικές ή συναισθηματικές δυσκολίες που εμποδίζουν την ανάπτυξή του ή παρεμβαίνουν στην καθημερινή του ζωή.
Το παιχνίδι βοηθά τους θεραπευτές να αποκτήσουν πρακτικές δεξιότητες και τεχνικές επικοινωνίας με τα φυσικά εκφραστικά μέσα των παιδιών καθώς και τα βοηθά να συμμετέχουν στη θεραπεία και να διατηρούν την προσοχή τους, ακόμη και όταν η θεραπευτική διαδικασία είναι λιγότερο ελκυστική και ενδιαφέρουσα. Ωστόσο, το παιχνίδι δεν είναι μόνο ένα εργαλείο ή ένα πλαίσιο για την εφαρμογή άλλων παρεμβάσεων, αλλά η συμπεριφορά που ενυπάρχει στο παιχνίδι είναι μια ευρεία θετική δύναμη που διευκολύνει την αλλαγή. Τα κύρια θεραπευτικά οφέλη του παιχνιδιού περιλαμβάνουν την προώθηση της επικοινωνίας, την υποστήριξη της συναισθηματικής υγείας, την ενίσχυση των κοινωνικών σχέσεων και την αύξηση της προσωπικής δύναμης των παιδιών. Ειδικότερα, η προώθηση της επικοινωνίας επιτυγχάνεται μέσω της εξάσκησης της αυτοέκφρασης, της αναγνώρισης ασυνείδητων αναγκών και της άμεσης και έμμεσης καθοδήγησης. Μέσω του παιχνιδιού προάγεται η συναισθηματική ευεξία των παιδιών, καθώς βιώνουν ευχάριστα συναισθήματα και έχουν την ευκαιρία να ελέγξουν τους φόβους και τις ανησυχίες τους. Όσον αφορά την κοινωνική αλληλεπίδραση, τα παιδιά επωφελούνται από την ανάπτυξη θεραπευτικών σχέσεων και δεσμών προσκόλλησης, ενώ παράλληλα μαθαίνουν να συναισθάνονται και εξελίσσουν τις κοινωνικές δεξιότητες. Τέλος, η ενίσχυση των προσωπικών δυνάμεων περιλαμβάνει την εκμάθηση δημιουργικών τρόπων επίλυσης προβλημάτων και την προώθηση της ψυχολογικής, ηθικής ανάπτυξης και της πνευματικής ανθεκτικότητας . Επιπρόσθετα, αναπτύσσονται η αυτοεκτίμηση και οι δεξιότητες αυτορρύθμισης των παιδιών. Τα εργαλεία και οι δραστηριότητες που χρησιμοποιούνται στην παιγνιοθεραπεία έχουν σχεδιαστεί έτσι ώστε να επιτρέπουν στα παιδιά να συμμετέχουν στη διαδικασία και να αφηγούνται τις δικές τους ιστορίες.