Η θυματοποίηση υπήρξε πάντοτε μια εξαιρετικά βολική καταφυγή για πολιτικούς που προσπαθούσαν να εξηγήσουν τα… ανεξήγητα, όταν βρέθηκαν σε δύσκολη θέση, ειδικά με τη Δικαιοσύνη να τους έχει “τσιμπήσει”.
Ο Γερουσιαστής Ρόμπερτ Μενέντεζ, που τα τελευταία χρόνια υποστήριξε σθεναρά φιλελληνικές θέσεις, κάτι που δεν έκανε στο παρελθόν, στη μακρά και… συζητήσιμη διαδρομή του στο πολιτικό σύστημα των Ηνωμένων Πολιτειών, επιχείρησε να πείσει ότι… διώκεται λόγω των πολιτικών θέσεων τις οποίες έχει πάρει σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής.
Μια προσπάθεια… θλιβερή, σε μια περίοδο όπου η αμερικανική Δικαιοσύνη προσθέτει διαρκώς κατηγορίες σε βάρος του βετεράνου Γερουσιαστή του Νιού Τζέρσεϊ. Την ίδια ώρα που η αμερικανική κοινωνία δείχνει να έχει πειστεί για την ενοχή του, με τις δημοσκοπήσεις να του δίνουν μόλις 5% μεταξύ των ψηφοφόρων των Δημοκρατικών, για το χρίσμα του κόμματος ενόψει της εκλογικής μάχης για την έδρα της Πολιτείας στη Γερουσία.
Ο Μενέντεζ υποστηρίζει ότι η Δικαιοσύνη… τον κυνηγά, καθ’ υπόδειξη μεγάλων συμφερόντων. Υπονοεί ότι ενόχλησε, ως Πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας, δυο Προέδρους προερχόμενους από το Δημοκρατικό Κόμμα, τον Μπαράκ Ομπάμα και τον Τζο Μπάιντεν. Θέλει να πιστέψουμε ότι έχει πέσει θύμα… συνωμοσίας όλων αυτών, οι οποίοι δεν είχαν τη δύναμη να τον παραμερίσουν πολιτικά, και έτσι εργαλειοποίησαν τη Δικαιοσύνη. Η οποία βέβαια στην Αμερική διατηρεί ανεξαρτησία από το πολιτικό σύστημα, σε σχέση με όσα τραγελαφικά και απογοητευτικά συμβαίνουν στην Ελλάδα.
Ο Ρόμπερτ Μενέντεζ επιχείρησε πρόσφατα να “εκβιάσει” πολιτικά τον Λευκό Οίκο, αρνούμενος να ψηφίσει δυο στελέχη που διόρισε στην αμερικανική κυβέρνηση ο Τζο Μπάιντεν. Αρνείται να παραιτηθεί, παρόλο που το ζητούν… όλοι, και έτσι η τοξικότητα που συνοδεύει πλέον το όνομά του, επηρεάζει αρνητικά τις προοπτικές των Δημοκρατικών για τις τριπλές εκλογές του Νοεμβρίου, για την Προεδρία και τα δυο Σώματα του Κογκρέσου, τη Βουλή των Αντιπροσώπων και τη Γερουσία.
Αξίζει να θυμίσει κανείς ότι, στην προηγούμενη δίκη στην οποία είχε παραπεμφθεί για διαφθορά, το 2017, η απαλλαγή του δεν προέκυψε μετά από αθωωτική ετυμηγορία των ενόρκων, αλλά λόγω “κακοδικίας”.
Της Κατιάνας Ναυπλιώτου