Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος
Κακά τα ψέματα: στο μεγάλο θέμα που άνοιξε η καταγγελία της Σοφίας Μπεκατώρου, κάποιοι βρήκαν απλώς ευκαιρία να δρέψουν δάφνες δημοσιότητας. Πρώτοι οι πολιτικοί και ακολουθούν ΜΜΕ και άλλοι φαρισαίοι και υποκριτές.
Κάνουν πως εκπλήσσονται όσοι δημιουργούν τα φυτώρια της έμφυλης βίας. Τα ΜΜΕ που διασύρουν τη γυναίκεια υπόσταση, καθημερινά ξιφουλκούν κατά της σεξουαλικής παρενόχληση τους.
Όσο πιο συντηρητικός είναι ένας πολιτικός, τόσο μεγαλύτερη δήλωση κάνει αυτές τις μέρες και τόσο πολύ συμπαράσταση στα θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης βάζει μέσα. Το είδαμε με ονόματα και διευθύνσεις.
Σήμερα συμπαραστέκονται στην αθλήτρια με στομφώδεις ανακοινώσεις, αλλά χθες δεν ήξεραν τίποτε «για το φόνο».
Για τους αμέτρητους καθημερινούς φόνους σωματικής και ψυχικής αξιοπρέπειας. Αύριο θα το ξεχάσουν και θα βρουν κάτι άλλο για να κάνουν το επικοινωνιακό κομμάτι τους.
Παρένθεση. Αφού μιλάμε για αθλητές, οι πολιτικοί σπακουλάρουν και όταν με τον ιδρώτα τους φέρνουν μετάλλια στη χώρα. Πετάγονται να δηλώσουν πόσο «υπερήφανοι» αισθάνονται .
Έχουν αφήσει τα νέα παιδιά χωρίς προπονητήρια, χωρίς υλική και ηθική στήριξη, χωρίς πραγματική παρότρυνση. Αλλά, όταν πετύχουν, κάνουν ψηφοθηρία με τις επιτυχίες τους.
Εκτός από δηλώσεις, τους προσκαλούν και στα ψηφοδέλτιά τους- ακόμη και αν τους θεωρούν «απολίτικους». Είναι εμετική πολιτική εκμετάλλευση του ταλέντου και της θέλησή τους για διάκριση.
Να αναφέρουμε σαν παράδειγμα την Κορακάκη που έκανε – και ίσως κάνει ακόμη -τις προπονήσεις της σε μια παράγκα, με ήλιο ή βροχή. Αλλά όταν ανέβηκε στην κορυφή αθλήματος της η πολιτική τάξη δάκρυσε από συγκίνηση και έσπευσε να μπει στην εικόνα.
Είναι αμέτρητες οι περιπτώσεις των Ελλήνων πρωταθλητών που ανακάλυψαν ότι είχαν τόσους θαυμαστές και δεν το ήξεραν μέχρι την ημέρα που ανέβηκαν στο βάθρο.
Κλείνει η παρένθεση και στο θέμα μας πάλι. Στον αθλητισμό υπάρχουν πολλές «Σοφίες Μπεκατώρου». Εξήγησε η Νίκη Μπακογιάννη γιατί.
Τα διοκητικά συστήματα με τα οποία οι κυβερνήσεις νταραβερίζονται διαρκώς , ασελγούν ποικιλοτρόπως σε βάρος τους. Αλλά κανείς δεν δίνει σημασία, μέχρι να υπάρξει μια έκρηξη θάρρους από κάποιο θύμα.
Το ίδιο συμβαίνει σε κλάδους στους οποίους η εξέλιξη των νέων ανθρώπων και ειδικά των γυναικών συναρτάται συχνά με την εύνοια των ανώτερων. Το δίλημμα «ή υποκύπτεις ή καταστρέφεσαι» είναι διαρκές. Αν υπάρχουν και περιπρώσεις προσώπων που χρησιμοποιούν τα θέλγητρά τους για α σταδιοδρομήσουν παρ αξίαν, σε βάρος άλλων, είναι άλλη υπόθεση. Και άλλο ταμπού.
Εδω μιλάμε για τον σεξουαλικό καταναγκασμό με τη χρήση εξουσίας. Οταν το θυμα δεν ειναι ανυπεράσπιστο στην επίθεση αλλα και στο φόβο για τα μετά την καταγγελία.
Η κοινωνία της σιωπηλής ανοχής
Στον καλλιτεχνικό χώρο, στη δημοσιογραφία, στην πολιτική, στην εκπαίδευση, η σεξουαλική παρενόχληση είναι καθεστώς ευρείας ανοχής. Ας μην κρυβόμαστε το παράπονο και εξομολόγηση στον διπλανό, στον συνάδελφο, στον φίλο ή στον γείτονα, δεν βρίσκει πάντα κατανόηση..Ετσι το φαινόμενο αναπαράγεται και η καταγγελία γίνεται Γολγοθάς.
Ακόμη χειροτέρα είναι στους εργασιακούς χώρους στους οποίους οι νέοι προσπαθούν όχι ακριβώς να σταδιοδρομήσουν ή να διακριθούν, αλλά απλώς να βγάλουν το ψωμί τους. Κάτω από το λάγνο βλέμμα του αφεντικού. Αν δεν είναι αυτός ο επίβουλος θύτης, σπάνια θα δείξει κατανόηση σε μια καταγγελία υποψήφιο θύματος.
Σ’ αυτά να προσθέσουμε την άνθιση του φαινομένου στο χώρος της νεολαίας, με τη χρήση σωματικής ισχύος. Και την ενδοικογενειακή κακοποίηση και τα περιστατική σεξουαλικής παρενόχλησης νέων ηλικιών στο ευρύτερο περιβάλλον κοινωνικών σχέσεων. Είναι ανατριχιαστικά τα μυστικά που κρύβουν και δεν βγαίνουν ποτέ στην επιφάνεια.
Σε μια κοινωνία σιωπηλής ανοχής του κανόνα «όποιος έχει εξουσία απλώνει και το χέρι του» είναι στην πλειοψηφία τους υποκριτικές οι παρεμβάσεις των ημερών, με αφορμή την καταγγελία της Μπεκατώρου.
Οι ίδιοι άνθρωποι που έχουν αμελήσει να διαμορφώνουν νομοθεσία -που θα αποτρέπει τους θύτες και θα προστατεύει τα θύματα, όταν θέλουν να μιλήσουν- παριστάνουν τους συμπαραστάτες. Οι ίδιοι πολιτικοί που αφήνουν το πεδίο της παρενόχλησης ανοιχτό με την έλλειψη ενδιαφέροντος,και τα ίδια ΜΜΕ που καλλιεργούν την κουλτούρα του βιασμού ποικιλοτρόπως.
Οι πολιτικοί της «ανδρικής σχολής»
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη τώρα υπόσχεται να αλλάξει τώρα τη νομοθεσία. Ποια νομοθεσία; Ό,τι και αν εννοεί , παραβλέπει ότι είναι πρωτίστως θέμα αγωγής και κοινωνικής θωράκισης. Αλλά σε ό,τι αφορά τον σεβασμό των γυναικών , πρώτη η κυβέρνηση δεν τον δείχνει, αποδίδοντας το ρόλο που τους αξίζει. Με ισότιμη αντιμετώπιση.
Δεν στέλνει μήνυμα ισοτιμίας και προάσπισης του γυναικείου φύλου , μια κυβέρνηση που είχε στις γραμμές της μόλις πέντε γυναίκες και τώρα τις έκανε τις έκανε εννέα. Όσες δηλώσεις επικοινωνιακού εναγκαλισμού της Σοφίας Μπεκατώρου και αν κάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης για να αλλάξει την ατζέντα των ημερών που τον βαρύνει.
Νομίζει ότι αυτά που κατάγγειλε η ολυμπιονίκης είναι άσχετα με τους κώδικες υποτίμησης των γυναικών που αναπαράγει περισσότερο όλους η παράταξη του- με τους επικεφαλής της «ανδρικής σχολής»;
Ποιόν θα πείσει οτι ο χειρισμός του θέματος κατά τρόπο που υποκαθιστά και τη Δικαιοσύνη, δεν έγινε ως ώθηση προς τα οικεία ΜΜΕ να αλλάξουν αποπροσανατολιστικά τη θεματολογία που τον βαρύνει , οπως ο κορονοιός, τα εμβόλια και τα ελληνοτουρκικά, όπου οι επιδόσεις του είναι δραματικές;
Δεν είναι και πολύ φανατικοί οπαδοί του σεβασμού των γυναικών τα ΜΜΕ που στηρίζουν την απήχηση τους στο γυναικείο γυμνό και προβάλλουν νέα κορίτσια -στις σελίδες τους και στις ελεεινές εκπομπές τους- ως αντικείμενα σεξουαλικού ενδιαφέροντος.
Από αυτά τα ΜΜΕ , με μια ορισμένη αντίληψη «ενημέρωσης και ψυχαγωγίας» , καλύτερα να έλειπε η υποστήριξη στη Μπεκατώρου. Αλλοθι για το άθλιο περιεχομένο τους ψάχνουν.
Τα θύματα παρενόχλησης και κακοποίησης δεν τελειώνουν στον κατάλογο των λίγων που βρίσκουν το κουράγιο να μιλήσουν. Είναι ένα μεγάλο ποσοστό νέων ανθρώπων, πρωτίστως γυναικών, που πρέπει να θωρακιστούν με υπομονή, για να υπομείνουν όσα τους απειλούν στη δουλειά τους ή όσα παρεμποδίζουν την καριέρα τους, ενώ έχουν ταλέντο και ικανότητες.
Πρέπει να βρουν μεγάλο θάρρος για να επιδιώξουν την τιμωρία του θύτη- μέσα από νέες δυσκολίες.
Η προσφυγή στη Δικαιοσύνη είναι ένα μαρτύριο αναβίωσης της φρίκης και θέλει μεγάλη δύναμη. Αυτό άλλωστε εξηγεί και τον ετεροχρονισμό των καταγγελιών που χλευάζουν μερικοί.
Θα ήταν προτιμότερο οι πολιτικοί, τα κόμματα και δίπλα τους η δημοσιογραφική τάξη και τα ΜΜΕ να δημιουργήσουν συνθήκες σεβασμού των υποψήφιων θυμάτων και όχι να εμφανίζονται ως αγανακτισμένοι υποστηρικτές μετά τη θυματοποίηση.
Η σεξουαλική παρενόχληση, ο βιασμός, η σωματική βία κατά των γυναικών – και όχι μόνο- είναι ανοιχτές πληγές διαρκείας που δεν κλείνουν με μεγάλες κουβέντες «επί τη ευκαιρία».