Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος
Στο εξαίρετο και περιεκτικό άρθρο του στην « Καθημερινή» της περασμένης Κυριακής, ο Αλέξης Τσιπρας καταλήγει ως εξής: «Είναι εθνικά αναγκαίο σε αυτή την ιστορική καμπή η χώρα να βρεθεί στη σωστή πλευρά της Ιστορίας. Αυτό όμως απαιτεί μια άλλη, προοδευτική κυβέρνηση»
Για όσους ξέρουν να διαβάζουν από τη διατύπωση του λείπει η λέξη «Αριστερά». Για την ακρίβεια αναγγέλλει την ανάγκη για «προοδευτική κυβέρνηση». Όχι για «δεύτερη φορά κυβέρνηση της Αριστεράς» .
Στον ΣΥΡΙΖΑ κάποιοι συνεχίζουν να μπλέκουν τους όρους, τους τίτλους και τους προσδιορισμούς. Να επιμένουν στα δέντρα και να χάνουν το δάσος. Ο κοινός παρονομαστής της σύγχυσης που δημιουργούν με τη ρητορική τους είναι η επιμονή στον όρο «Αριστερά».
Αυτό που εννοούν δεν έχει σχέση με τη μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας και τον κύριο όγκο ων ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, -που δεν αισθάνονται ότι ανήκουν σε καμία «Αριστερά».
Ούτε στην «πρώτη φορά» ούτε, σ’ αυτή που ο ένας υπόσχεται να «ξανάρθει και να είναι αλλιώς» και ο άλλος να «εκκαθαρίσει» κάποιες «εστίες».
Μόλις προ εβδομάδων ο δραστήριος βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Αλέκος Τριανταφυλλίδης είπε μια απλή αλήθεια. «Από από το 32% του 2019, το 2% μας ψήφισε λόγω ΣΎΡΙΖΑ και το 30% λόγω Τσίπρα».
Αυτό το 30% -που μετακινήθηκε από το ΠΑΣΟΚ- είναι η εκλογική βάση της εγχώριας Κεντροαριστεράς , που έδωσε τις μεγάλες πλειοψηφίες στους δυο Παπανδρέου και τον Σημίτη και τελικά στον Τσίπρα.
Αυτοί οι ψηφοφόροι εγκατέλειψαν το ΠΑΣΟΚ όταν το πρόδωσαν οι ηγεσίες του. Όταν αλλοίωσαν τη φυσιογνωμία του, με την αδιανόητη υπαγωγή στο ΔΝΤ, και το έκαναν ουρά της ΝΔ.
Ακολούθησαν τον Τσίπρα γιατί ήταν νέος, είχε ισχυρή σκηνική παρουσία και ο πολιτικός προσανατολισμός του συνέχιζε την παραδοσιακή διαδρομή που αρχίζει από την Βενιζελισμό και φτάνει ως την ίδρυση του ΠΑΣΟΚ.
Σ’ αυτή η διαδρομή οι σχέσεις με την Αριστερά ήταν διακριτές. Κοινοί αγώνες στα συνδικάτα και την αυτοδιοίκηση, στα θέματα Δημοκρατίας και δικαιωμάτων αργότερα, και πάντα στην υπεράσπιση της εθνικής κυριαρχίας.
Αλλά και μεγάλες διαφορές, στην ιδεολογία, στον στρατηγικό στόχο, στην Ευρώπη. Ιδίως με την λεγόμενη «παραδοσιακή Αριστερά».
Η παρουσία του Τσίπρα υπήρξε καταλύτης ώστε το μικρό τμήμα της εξελισσόμενης- ας την πούμε έτσι- Αριστεράς- να συναντηθεί με το μεγάλο ρεύμα της Κεντροαριστεράς και να φτάσουμε στην πολιτική μεταβολή του 2015.
Πέρα από τα λάθη, τις αντιφάσεις, τις αδυναμίες- ιδιαίτερα στο πολιτικό προσωπικό- αυτή η δυναμική διατηρείται ακόμη. Ή τουλάχιστον αυτό δείχνει το 32% του 2019 και η εξ αντικειμένου εντολή στον Τσίπρα να διαμορφώσει ένα ανανεωμένο κόμμα που θα επιστρέψει στην κυβέρνηση.
Κινητήριος μοχλός για αυτή την επιστροφή δεν θα είναι πάλι η «Αριστερά» και οι «ιδέες» της. Όσοι στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ επιμένουν σ’ αυτό, μένουν κολλημένοι στον ΣΎΡΙΖΑ του 3%.
Δεν υπάρχει «δεύτερη φορά»
Αυτό που κρατάει ζωντανή την προοπτική της επαναδιακυβέρνησης Τσίπρα είναι η παρουσία του ως προσώπου αναφοράς κυρίως όχι των Αριστερών αλλά των Κεντροαριστερών ψηφοφόρων.
Τον έχουν χρίσει στην κάλπη, φυσικό επικεφαλής της Δημοκρατικής Παράταξης, της προοδευτικής πλευράς της κοινωνίας. Στην οποία ανήκει και η «Αριστερά», αλλά ως μειοψηφία.
Το βασικό ρεύμα είναι η Κεντροαριστερά και μόνο ως εκπρόσωπός της μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ να διεκδικήσει τη νίκη στις επόμενες εκλογές.
Κανείς δεν θα ψηφίσει να επανέλθει η Αριστερά, γιατί κανείς δεν είχε ψηφίσει και να έλθει. Δεν υπάρχει «δεύτερη φορά» γιατί δεν υπήρξε ούτε «πρώτη».
Οι δημοκρατικοί πολίτες και τα λαϊκά στρώματα ψήφισαν τον Τσίπρα ως πολιτικό που ήταν πιο κοντά στην ιδεολογία τους, τη παράδοση, την πολιτική, την ιστορία, την αισθητική και τις προσδοκίες τους. Όχι ως αρχηγό της «Αριστεράς».
Τον ψήφισαν ηγέτη που μπορεί να διαμορφώσει το νέο προοδευτικό πολιτικό φορέα στη χώρα απέναντι στη συντηρητική παλινόρθωση. Όχι γιατί τους ενέπνευσε το καταστατικό του παλιού ΣΥΡΙΖΑ.
Να το πούμε πιο καθαρά: Θα τον ξαναψηφίσουν για να κινήσει μπροστά τον τροχό της Παράταξης υπέρ της χώρας. Όχι υπέρ του κόμματός του.
Για να βγάλει τη χώρα από τη κρίση, όχι για να επιστρέψει κάποια « Αριστερά».
Ειδικά κάποια από τα πρόσωπα του χώρου ενδεχομένως έκαναν ό,τι μπόρεσαν, αλλά τώρα «δεν αρέσουν» που θα έλεγε και η Μελίνα. Έχουν καεί, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, και δεν μπορούν να έχουν ρόλο πρωταγωνιστή – κινούμενοι στους μηχανισμούς της κομματικής γραφειοκρατίας.
Η ιστορική ευθύνη του Αλέξη Τσίπρα
Όσοι διαβάσουν με προσοχή το αρθρο του Αλέξη Τσίπρα θα καταλάβουν ότι ο ίδιος έχει πάρει το μήνυμα και οργανώνει την επόμενη κίνησή του για την προοδευτική κυβέρνηση.
Χρειάζεται δίπλα του νέα πρόσωπα, με άλλον αέρα που θα δίνουν στο κόμμα του κυβερνησιμότητα.
Μαζί με ό,τι αξιόλογο προέρχεται από το ΠΑΣΟΚ και τη διεύρυνση και τα στελεχη αναδείχθηκαν επί των ημερών του Τσίπρα.
Καθαρές κουβέντες. Όσο κάποια τα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης επιμένουν στην «Αριστερά» και στεγάζουν τη δράση τους κάτω από αντίστοιχες ταμπέλες, είναι βαρίδια που απομακρύνουν το κόμμα τους από την εξουσία.
Αν μερικοί το κάνουν από ιδεολογία, ενδεχομένως θα κερδίσουν την επουράνιο βασιλεία. Θα απωλέσουν όμως την επίγειο. Μαζί τους όμως θα απωλέσει και ο ΣΥΡΙΖΑ -ΠΣ την κυβερνητική προοπτική του.
Από αυτή τη άποψη πέφτει στους ώμους του Τσίπρα η ιστορική ευθύνη να οδηγήσει την παράταξη στις επόμενες εκλογές με προϋποθέσεις νίκης και όχι ως πρόβατο επί σφαγή.
ΥΓ: Ίσως πρέπει να προβληματίσει τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ γιατί ο Πρωθυπουργός της Ισπανίας, Πέτρο Σάντσεθ, συναντήθηκε μόνο με τη Φώφη Γεννηματά και όχι και με τον Τσίπρα. Και να αποσύρει τους ευρωβουλευτές της από το περιθωριακό σχήμα των γκρουπούσκουλων που εμφανίζονται ως «Ευρωπαϊκή Αριστερά» – με κάμποσους αντιευρωπαίους ανάμεσά τους.