Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος
Η 50η επέτειος του Watergate, ενός από τα μεγαλύτερα ορόσημα στην ιστορία της παγκόσμιας δημοσιογραφίας, πέρασε στο ντούκου στην Ελλάδα- εκτός από το ieidiseis.gr που το ανέδειξε.
Αναμενομένη η σιωπή. Οι περισσότεροι εκδότες και διευθυντές και πολλοί δημοσιογράφοι θα ήταν σα να φτύνουν τον εαυτό τους και να να κοροϊδεύουν το κοινό τους αν έλεγαν ότι εμπνέονται από τον θρίαμβο της ενημέρωσης όταν ο Νίξον ανετράπη από το ρεπορτάζ μιας εφημερίδας που ανήκε σε προσωπική φίλη του.
Διαβάζοντας στο ieidiseis.gr το άρθρο του σπουδαίου Γιάννη Ζουμπουλάκη– ο πληρέστερος κριτικός κινηματογράφου αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα- για το Γουότεργκεϊτ κόλλησα μια φράση του για τον θρυλικό διευθυντή της Washington Post Μπεν Μπράντλι: «Ήξερε πότε ένα δημοσιογραφικό κείμενο χρειάζεται να ξαναγραφτεί».
Αυτή τη δημοσιογραφία την πρόλαβα στο Συγκρότημα Λαμπράκη- με διευθυντή τον Στ. Ψυχάρη, αρχισυντάκτη τον σπουδαίο Ανδρέα Δεληγιάννη. Είχε τα προβλήματα της, αλλά και τρεις πάγιες αρχές, πέρα από τη δεοντολογία και τα εργασιακά:
Η πρώτη ήταν η φοβερή εντολή «ξαναγράψτο«. Ο τρόμος, αλλά και η λύτρωση τελικά του συντάκτη από τον προϊστάμενό του. Το «ξαναγράψτο» είχε δυο επιδιώξεις:
Πρώτα να αναπτυχθεί σωστά το κείμενο και να διορθωθεί η γλώσσα. Οι σοβαρές εφημερίδες επέμεναν και στο τελευταίο μονόστηλο για άψογα ελληνικά. Δημοσιογραφία χωρίς σωστό γράψιμο δεν ήταν νοητή. Σε περιπτώσεις καλών ρεπόρτερ, που όμως «έγραφαν με τα πόδια», αυτοί έφερναν τις πληροφορίες και το κείμενο αναλάμβαναν άλλοι συντάκτες.
Άλλωστε στις εφημερίδες εκτός από τους διορθωτές – για την γραμματική και το συντακτικό- υπήρξαν και οι «ρηράιτερς», που αναδιατύπωναν το κείμενο, αφού ο συντάκτης είχε εξαντλήσει τις δυνατότητες του.
Ο σκοπός ήταν να φτάσει αλάνθαστο στον αναγνώστη- τα υπόλοιπα ήταν εσωτερική υπόθεση της εφημερίδας, στην οποία οι πάντες πειθαρχούσαν.
Η εντολή «ξαναγράψτο» ανέδειξε τους καλυτέρους Ελληνες δημοσιογράφους.
Ειρήσθω εν παρόδω: Όλοι τότε ξεκινούσαν από το «μονόστηλο» και για να δουν την υπογραφή τους στην εφημερίδα περνούσε μεγάλο διάστημα, ίσως και χρόνια.»Η υπογραφή σου είναι δικαίωμά μου» ήταν ο κανόνας των διευθυντών.
Η δεύτερη επιδίωξη ήταν και η δεύτερη αρχή: η τεκμηρίωση. Ό,τι έμπαινε στο χαρτί για να τυπωθεί έπρεπε να είναι στοιχειοθετημένο. Θυμάμαι τον Δημ. Τσαλίδη στο «Βήμα» να κοιτάζει σκεπτικός το κείμενο του συντάκτη και να λέει: «Είσαι σίγουρος ή θα κόψουν τη ατέλεια;».
Η ποινή που υπολόγιζαν όλες εφημερίδες ήταν η στέρηση της «ατέλειας δημοσιογραφικού χάρτου» για ένα διάστημα από το δικαστήριο. Ήταν η μεγαλύτερη ασφάλεια εγκυρότητας για τους παραδοσιακούς εκδότες- για τους οποίους η εφημερίδα ήταν επιχείρηση και όχι παράρτημα άλλων δραστηριοτήτων, ώστε να μην τους ενδιαφέρει το κόστος.
Τρίτη αρχή ήταν η υποχρέωση του δημοσιογράφου όχι μόνο να γράφει τις ειδήσεις, αλλά και να μην τις αποκρύπτει. «Για τον εαυτό σας τα μαθαίνετε;» έλεγε ο Ψυχάρης. «Τι νέα;» ρωτούσε ο Καραπαναγιώτης και είχε πρόβλημα όποιος του έλεγε κάτι που δεν έγραφε στη συνεχεια, γιατί δεν υπήρχε βεβαιότητα ότι ήταν αλήθεια.
Άλλωστε όποιος έγραφε ανακρίβειες πλήρωνε το κόστος με επαγγελματική υστέρηση, ή και απόλυση -που καιροφυλακτούσε ως απειλή, όσο και η» γκάφα».
Μετά προέκυψε η ανωνυμογραφία, των παραπολιτικών σελίδων, ή ολόκληρων εντύπων και η δημοσιογραφία άρχισε να κυκλοφορεί με μάσκα.
Στην ειδησεογραφική αλήθεια των εφημερίδων -άλλο η αρθρογραφική παρέμβαση της πολιτικής τους απόχρωσης- περιλαμβάνονταν και η αυτοπροστασία τους από τη φαιά προβολή, προσώπων ή προϊόντων. Έχω υπόψη περίπτωση συντάκτη που απολύθηκε από το «Βήμα» γιατί έγραφε συνέχεια το όνομα ενός δικηγόρου. Οι διευθυντές προστάτευσαν τους συντάκτες τους από τη διολίσθηση στη διαφθορά, προτού αρχίσουν να τους διαφθείρουν οι ίδιοι.
Ίσως όλα αυτά να παρουσιάζονται κάπως ιδανικά και στην πράξη να μην ήταν ακριβώς έτσι. Σίγουρα όμως έτσι ξεκινούσε η σταδιοδρομία όποιος έμπαινε στη δημοσιογραφία. Αυτά ήταν που έλεγαν οι προϊστάμενοί του και αν θα τα τηρούσε ήταν δικό του θέμα. Κάτι έμενε πάντα.
Να είναι καλά ο Ζουμπουλάκης που αναβίωσε μοναδικά -με την αναδρομή στην κινηματογραφική απεικόνιση της ενημέρωσης στο» Ολοι οι άνθρωποι του προέδρου » και το «The Post: Απαγορευμένα μυστικά «- τον πραγματικό ρόλο του δημοσιογράφου.