Γράφει ο Γιώργος Χαρβαλιάς
Δεν επρόκειτο περί «ατυχούς διατύπωσης», αλλά περί σκόπιμης προσπάθειας αναθεώρησης πάγιας εθνικής θέσης
Ομολογώ ότι η βαθυστόχαστη επιχειρηματολογία του καθηγητή Άγγελου Συρίγου σχετικά με το γιατί είναι προς το συμφέρον μας να αποκτήσει η Τουρκία αμερικανικά F-16 (προφανώς να αναβαθμίσει και τα ήδη υπάρχοντα) με έβγαλε… νοκ άουτ. Οπως και οι μετέπειτα διευκρινίσεις του στον δημοσιογράφο Μιχάλη Ιγνατίου, που κατέληξαν στο -άσχετο με τη συζήτηση- καθησυχαστικό απόφθεγμα… «Είμαστε όλοι Κύπριοι»!
Δυστυχώς, το σκεπτικό του Συρίγου, που προβάλλεται και ως ένας από τους εθνικά ευαίσθητους αυτής της κυβέρνησης, είναι σκεπτικό υπαλλήλου του ΝΑΤΟ. Οχι Ελληνα βουλευτή. Γιατί και ο τελευταίος βουλευτής φαντάζομαι να γνωρίζει πως το ζήτημα του εξοπλισμού της Τουρκίας βρίσκει εξ ορισμού απέναντι την Ελλάδα, είτε τα όπλα είναι αμερικανικά είτε ρωσικά ή κινεζικά ή από τον πλανήτη Αρη. Πρόκειται για ζήτημα αρχής. Ούτε τεχνικής υφής ούτε πολιτικής νομιμοφροσύνης.
Η επίσημη ελληνική θέση είναι εναντίον της πώλησης όπλων στην Αγκυρα per se. Δεν υπόκειται σε διαφοροποιήσεις αναλόγως με τον πωλητή και τη μάρκα. Πρακτικά, δηλαδή, η Ελλάδα τάσσεται (ή θα έπρεπε να τάσσεται) υπέρ ενός καθολικού εμπάργκο όπλων εις βάρος της Τουρκίας, δεδομένου ότι: (α) η χώρα αυτή εξακολουθεί να κατέχει παράνομα με στρατιωτικά μέσα τμήμα της κυπριακής επικράτειας, (β) απειλεί σε καθημερινή βάση ακόμη και με πυραυλική επίθεση εναντίον της ελληνικής πρωτεύουσας, (γ) παραβιάζει διαρκώς τον ελληνικό εναέριο χώρο με στρατιωτικά αεροσκάφη και drones, (δ) αποτελεί διεθνή ταραξία με αυθαίρετη στρατιωτική δράση σε διάφορες περιοχές του πλανήτη.
Eπιπλέον το επιχείρημα ότι αν της δοθούν όπλα από μία πηγή, η ίδια πηγή εκ των υστέρων θα ελέγξει τη χρήση τους είναι από παιδαριώδες έως εθνικά επικίνδυνο. Στο διεθνές εμπόριο όπλων δεν υπάρχουν κανόνες χρήσης. Και οι ΗΠΑ ασφαλώς δεν θα είναι σε θέση να ελέγξουν πώς και εναντίον ποίου θα χρησιμοποιήσει η Τουρκία τα F-16 που θα της πουλήσουν. Η συνύπαρξη στο ΝΑΤΟ και η απόκτηση αμερικανικών οπλικών συστημάτων δεν προσφέρουν καμία απολύτως εγγύηση αυτοσυγκράτησης της Τουρκίας. Το είδαμε και στο παρελθόν.
Θεωρώ, επομένως, ότι ο κ. Συρίγος, κοτζάμ καθηγητής, αποκλείεται να είναι τόσο αφελής ώστε να μην αντιλαμβάνεται τα παραπάνω στοιχειώδη. Σε αυτήν την περίπτωση θα ανησυχούσα ιδιαίτερα για το επίπεδο του διδακτικού προσωπικού στα ιδρύματα ανώτατης παιδείας. Δυστυχώς, η ανησυχία μου τώρα είναι άλλης φύσεως. Γιατί είναι βέβαιο ότι δεν επρόκειτο περί «ατυχούς διατύπωσης», αλλά περί σκόπιμης προσπάθειας αναθεώρησης πάγιας εθνικής θέσης. Το ποιον μπορεί να εξυπηρετεί αυτή η αναθεώρηση, σας αφήνω να το κρίνετε εσείς…