«Οταν έχεις δύο σπίτια, στολίζεις δύο φορές χριστουγεννιάτικο δέντρο, έχεις δύο ποδήλατα». Αυτά ισχυρίζεται η 11χρονη Διώνη, της οποίας οι γονείς έχουν επιλέξει την εναλλασσόμενη κατοικία, σε βίντεο που παρουσιάστηκε στη χθεσινή ημερίδα «Συνεπιμέλεια και πρακτική εφαρμογή της», η οποία πραγματοποιήθηκε υπό την αιγίδα του Δικτύου Νέων Ψυχιάτρων και Νευροεπιστημόνων. «Σύμφωνα με μελέτη δώδεκα ερευνητικών ομάδων, που δημοσιεύθηκε στο Journal of Divorce and Remarriage, τα παιδιά που ζουν εναλλάξ και με τους δύο γονείς εμφανίζουν καλύτερη σωματική και ψυχική υγεία, αναπτύσσουν πιο υγιείς διαπροσωπικές σχέσεις», αναφέρει στην «Κ» η κ. Χριστίνα Δάλλα, αναπληρώτρια καθηγήτρια Φαρμακολογίας στο ΕΚΠΑ και πρόεδρος στο Mediterranean Neuroscience Society. «Εχει, μάλιστα, διαπιστωθεί ότι η συνεπιμέλεια έχει ευεργετική επίδραση ακόμα και σε πρώην ζευγάρια με συγκρουσιακή σχέση, καθώς οι συγκρούσεις εντείνονται όταν η μία από τις δύο πλευρές νιώθει αδικημένη, όταν όμως και οι δύο αντιμετωπίζονται ισότιμα, επέρχεται ισορροπία», προσθέτει η ίδια, απαντώντας σε όσους θεωρούν ότι η θεσμοθέτηση της συνεπιμέλειας ενδέχεται να είναι ανέφικτη για διαζευγμένους με κακές σχέσεις.
«Σε τέτοιες περιπτώσεις, άλλωστε, μπορούν να επιλέξουν ουδέτερα σημεία παραλαβής και ουδέτερους τρόπους επικοινωνίας, όπως τα e-mails», διευκρινίζει η ίδια, η οποία άλλωστε εφαρμόζει την πρακτική της εναλλασσόμενης κατοικίας για την κόρη της, Διώνη. «Πήραμε αυτή την απόφαση μαζί με τον μπαμπά της, επειδή πιστεύουμε ότι αυτό είναι το καλύτερο για όλους αλλά κυρίως για την ίδια», τονίζει η κ. Δάλλα. Ετσι, η Διώνη μένει στο σπίτι του μπαμπά της τις Δευτέρες αλλά στης μαμάς της τις Τρίτες, έχοντας μοιράσει και προσαρμόσει ανάλογα τις δραστηριότητές της: αγγλικά τη Δευτέρα και χορό την Τρίτη. Η 11χρονη όχι μόνον δεν στερείται κανέναν γονιό, αλλά μαθαίνει να είναι ευέλικτη, ένα χαρακτηριστικό που θα τη συνοδεύει και θα τη βοηθάει στην υπόλοιπη ζωή της. «Το εμπλουτισμένο περιβάλλον ευοδώνει τη νευροπλαστικότητα και τη γνωστική ευελιξία», καταλήγει η κ. Δάλλα, που ευελπιστεί η σχεδιαζόμενη τροποποίηση του νόμου να βοηθήσει όσους γονείς θέλουν να ασκήσουν την επιμέλεια, αλλά έως τώρα δεν μπορούσαν.
«Δεοντολογικά θέματα»
Διαφορετικές πτυχές από τη διαδικασία έκδοσης των αποφάσεων για την επιμέλεια των παιδιών έφερε στη συζήτηση η κ. Μαρία Καπερώνη, κλινική ψυχολόγος παιδιών και εφήβων στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης. Μια σειρά από παγιωμένες απόψεις, όπως η (συχνότερη) άσκηση βίας από τον πατέρα προς τα παιδιά, καταρρίπτεται, σύμφωνα με την ίδια, που είναι και δημόσιος πραγματογνώμονας, από τα στατιστικά στοιχεία αλλά και από την εμπειρία στις αίθουσες των δικαστηρίων. «Σύμφωνα με στοιχεία του “Χαμόγελου του Παιδιού” του α΄ εξαμήνου του 2020, σε 310 αναφορές σοβαρών περιστατικών κακοποίησης παιδιών, στο 38% οι θύτες ήταν και οι δύο γονείς, στο 36% η κακοποίηση προερχόταν από τη μητέρα, και στο 20,5% από τον πατέρα», σημειώνει η κ. Καπερώνη, «ανάλογα ήταν τα ευρήματα το 2018 και το 2016». Ωστόσο, συχνά γίνεται ψευδής επίκληση ενδοοικογενειακής βίας.
«Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε ραγδαία αύξηση των υποβαλλομένων περί ενδοοικογενειακής βίας κατηγοριών και δη στα αστικά δικαστήρια για υποθέσεις επιμέλειας, συχνά χωρίς αποδεικτικά στοιχεία ή με ψευδή στοιχεία (π.χ. φωτογραφίες προϊόν photoshop από εφαρμογές κινητού), ακόμη και σε διαδικασίες ασφαλιστικών μέτρων, που αφορούν τόσο τη μητέρα (συνήθως) αλλά και το παιδί». Εκτιμάται ότι τέτοιες πρακτικές προωθούν με το αζημίωτο δικηγόροι και ιδιώτες επαγγελματίες ψυχικής υγείας, των οποίων οι συμβουλές βρίσκουν εύφορο έδαφος σε πελάτες με κάποιου τύπου ψυχοπαθολογία. «Αυτό εγείρει σοβαρά δεοντολογικά και ηθικά θέματα», σχολιάζει η ίδια.
«Συχνά, κατατίθενται και ψευδείς επικλήσεις σεξουαλικής βίας/ασέλγειας/σωματικής βίας στο παιδί, στο πλαίσιο διαφορών για την επιμέλεια, την επικοινωνία, τη διατροφή και άλλα θέματα που ακολουθούν το διαζύγιο», επισημαίνει η ίδια, «μόνο τον τελευταίο έναν χρόνο έχω διαπιστώσει δέκα τέτοια περιστατικά», προσθέτει προβληματισμένη. «Η ασέλγεια δεν μπορεί να αποδειχθεί παρά μόνον μέσα από τα λόγια του παιδιού, το οποίο συχνά “δασκαλεύεται”», εξηγεί η ίδια, «άλλωστε το παιδί χτίζει συμμαχία με τον γονιό με τον οποίο ζει, στον οποίο προσκολλάται». Τέτοια δικαστήρια αργούν να τελεσιδικήσουν, «στο μεταξύ ο κατηγορούμενος γονιός δεν επιτρέπεται να έχει επικοινωνία με το παιδί, όταν αθωωθεί, έχει περάσει τόσος χρόνος, που πλέον έχουν αποξενωθεί». Τις παραπάνω παρατηρήσεις έχει εκθέσει ξανά δημόσια η κ. Καπερώνη, «έκτοτε λαμβάνω πολλά μηνύματα όχι μόνον από πατεράδες αλλά και από γιαγιάδες και παππούδες που έχουν αποκοπεί από τα εγγόνια τους».