Γράφει ο Δημήτρης Καμπουράκης
Να ‘μαστε πάλι εδώ παλικάρια μου. Στην πάλη με τις κρίσεις. Στην διευθέτηση της καθημερινότητας. Στην αντιμετώπιση κινδύνων που ξεσπούν ακριβώς την στιγμή που νομίζουμε ότι όλα πάνε περίφημα. Να ‘μαστε πάλι εδώ να παλεύουμε με φωτιές, καύσωνες, σεισμούς, πλημμύρες, χιονιάδες, πεσμένες γέφυρες. Η κυβέρνηση να παλεύει δηλαδή και ο κρατικός μηχανισμός, σ’ έναν αγώνα που δεν τελειώνει ποτέ, που κάθε μέρα παίρνει άλλο σχήμα κι άλλη φόρμα.
Κατά μία έννοια, καλά περάσαμε το προηγούμενο τρίμηνο. Μόλις καταλάγιασε ο κουρνιαχτός από το δυστύχημα των Τεμπών, όλα πήγαν πρίμα. Πρώτες εκλογές, δεύτερες εκλογές, κατοχύρωση κυβερνητικής σταθερότητας, εκλογικός θρίαμβος Κυριάκου, παραίτηση Τσίπρα, παρατεταμένη υπαρξιακή κρίση στον Σύριζα, όλα έμοιαζαν σαν να έχουν βγει από παραγγελιά οπαδού της ΝΔ που ο Θεός αποφάσισε να τον ικανοποιήσει στο 100%. Ε ναι, αλλά όλα τα εύκολα και τα όμορφα τελειώνουν κάποια στιγμή. Η Νέμεσις, αρχαία θεά της συμπαντικής ισορροπίας, δεν επιτρέπει μακρά διαστήματα μήτε ευτυχίας μήτε δυστυχίας.
Οπότε ο Ιούλιος μας έστησε την πολλαπλή παγίδα του. Καιρός ήταν, θα πει κι εκείνος που επί τρεις μήνες τώρα έτρωγε κατακεφαλιές την μία μετά την άλλη. Λογικό ήταν να έρθει και η δική του σειρά να χαρεί. Θα μου πείτε βέβαια ότι αυτά είναι βλακείες. Όταν καίγεται η Αττική, η Ρόδος και η Κέρκυρα, δεν πλήττεται ο Μητσοτάκης αλλά η χώρα. Κι αν υπάρχουν κάποιοι που χαίρονται με την εικόνα καταστροφής που παίζουν τα κανάλια, με φωνές, ουρλιαχτά και αποκαΐδια, αυτοί δεν πρέπει να λογίζονται κανονικοί άνθρωποι. Το λιγότερο που χρειάζονται είναι ψυχανάλυση.
Σύμφωνοι, σύμφωνοι, μόνο που στην Ελλάδα ζούμε, στο νοτιότερο άκρο των Βαλκανίων. Ξέρετε πολύ καλά ότι υπάρχει πολύς κόσμος που τρίβει τα χέρια του βλέποντας τις πυρκαγιές ή τις πεσμένες γέφυρες και που νοερά στρέφεται στο 40% που ψήφισε Μητσοτάκη και του λέει χαιρέκακα «άρπα την τώρα». Οι τύποι αυτοί ζουν ανάμεσα μας. Και τον καιρό της κυβέρνησης Σύριζα υπήρχαν οι αντίστοιχοι, της από δω μεριάς. Κακώς, αλλά υπήρχαν, όπως υπάρχουν και τώρα.
Το θέμα μας είναι ότι αυτοί οι ένθεν-κακείθεν ακραίοι φανατικοί, δεν καθορίζουν τους εκλογικούς συσχετισμούς. Αυτούς τους διαμορφώνουν οι κανονικοί άνθρωποι οι οποίοι δεν κινούνται μεν από φανατισμό πλην κρίνουν ακριβοδίκαια και με φόντο μια κάποια κούραση από πρόσωπα και πράγματα που είναι λογικό να εμφανίζεται με τον καιρό. Δεν ήρθε ακόμα η ώρα αυτής της κούρασης, αλλά δεν είναι πια και πολύ μακριά. Με την δεύτερη τετραετία, αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση. Ας το χουν υπ’ όψη τους οι πάνω-πάνω…