Γράφει ο Μπάμπης Παπαδημητρίου
Οι δύο σπουδαίοι πολιτικοί που έφυγαν μαζί, έμοιαζαν και διέφεραν όπως οι δύο όχθες του ίδιου ποταμού. Διέφυγε σε πολλούς από τους εκ του προχείρου «σχολιαστές», ότι και οι δύο φρόντιζαν το ίδιο ευρωπαϊκό μεγάλο ποτάμι. Ακόμη και πρακτικά, λογιστικά, να το μετρήσεις «έδωσαν» και οι δύο πακτωλούς κεφαλαίων στις διαρκείς προσπάθειες της δικής μας χώρας, να μείνει μέσα στον ευρωπαϊκό ποταμό και να μην πνιγεί μόνη της.
Υπάρχουν και άλλες ομοιότητες μεταξύ τους, όπως η ειλικρινής θρησκευτική τους αφοσίωση. Καθολικός πιστός ο Γάλλος, τυπικός προτεστάντης ο Γερμανός. Δεν περιμένω βεβαίως να θυμόμαστε την άβυσσο αίματος που χωρίζει μέσα στην ευρωπαϊκή ιστορία τις δύο αυτές ομάδες. Ο Βόλφανγκ όμως, που τον εμπιστεύτηκαν επί μισό αιώνα οι πολίτες της εκλογικής του περιφέρειας προφανώς θυμόταν ότι οι καθολικοί στρατιώτες δεν είχαν λυπηθεί κανένα εξεγερμένο προτεστάντη. Και ο Ζακ θύμιζε πάντα ότι το επαναστατημένο γαλλόφωνο κράτος συγκροτήθηκε για να μείνει πάντα ανεξίθρησκο.
Και οι δυο τους όμως υπηρέτησαν με το ίδιο πάθος, συγκρότηση και επιμονή την ιδέα της ευρωπαϊκής ενότητας. Με μια, αλλά σπουδαία, διαφορά. Ο Ντελόρ πίστευε ότι στο ποτάμι της Ενωμένης Ευρώπης πρέπει όλοι να πλεύσουν και οπωσδήποτε η Ελλάδα. Ακόμη κι αν χρειαστεί να «πετάξει» το ευρωπαϊκό ταμείο σύγκλισης μερικά δισεκατομμύρια.
Ο Σόιμπλε, αντιθέτως, ήταν μεταξύ εκείνων -και δεν ήσαν καθόλου λίγοι- που πίστευαν ότι οι αδύναμες χώρες χρειαζόντουσαν περισσότερο χρόνο προπαρασκευής προτού υιοθετήσουν τον «ζουρλομανδύα» του κοινού νομίσματος δηλαδή, πρακτικά, την κλειδωμένη ισοτιμία με το γερμανικό μάρκο.
Με αυτό, ο Ντελόρ δεν διαφωνούσε. Εξάλλου, ο ίδιος είχε υπάρξει σκληρός οπαδός της δημοσιονομικής ορθοδοξίας, πολύ πριν ο Σόιμπλε γράψει την αδιανόητη Συμφωνία ισότιμης επανένωσης με την κομμουνιστική Γερμανία. Ήταν ο Ντελόρ που, το 1982, ανέλαβε τη στροφή στη λιτότητα για λογαριασμό του σοσιαλιστή προέδρου Μιτεράν, που προκάλεσε την έξοδο του γαλλικού κομμουνιστικού κόμματος. Ήταν ο ίδιος που υπερασπίστηκε την ισοτιμία μεταξύ μάρκου και φράγκου για να κρατήσει χαμηλά τον γαλλικό πληθωρισμό ενώ γνώριζε πόσο βαρύ θα είναι το βάρος στις «πλάτες» των εργαζομένων της χώρας του.
Την ίδια δημοσιονομική και εισοδηματική λιτότητα επέβαλε (και) ο Σόιμπλε στους συμπατριώτες του, προκειμένου να πληρώσουν για την αδιανόητη εξίσωση ανατολικού μάρκου με το κανονικό (δυτικό). Σιγά μην έβγαζε το μαντήλι να σφουγγίσει τα δάκρυα που επεδίωξαν να προκαλέσουν στους Ευρωπαίους οι καταθλιπτικές δικαιολογίες κάποιων δικών μας πολιτικών εκπροσώπων. Στο μυαλό του Σόιμπλε, που δεν δίστασε να διαπραγματευτεί με τον τελευταίο σκληροπυρηνικό κομμουνιστή της ιδιαιτέρας πατρίδας της Μέρκελ, οι Έλληνες πολιτικοί είχαν υποχρέωση να πληρώσουν για τον Λαϊκισμό που «μας» τάιζαν και για τις πολύχρονες αβλεψίες τους. Όσο για τον «λαό», είχε κάθε δημοκρατική ελευθερία να διαλέξει άλλους πολιτικούς, ενώ οι ανατολικογερμανοί «αδελφοί» ζούσαν κάτω από τη σοβιετική μπότα.
Όπως ομολόγησε και ο Ντελόρ «εάν εναπόκειτο σε εμένα, θα εισηγούμην ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να περιμένει ακόμη 2 ή 3 χρόνια προτού υιοθετήσει το ενιαίο νόμισμα».
Σε κάθε περίπτωση, όμως, η επαναφορά της παιδιάστικης «ιδέας» Σόιμπλε «αν δεν σας αρέσουν οι δικοί μου όροι, μπορείτε να πάτε να παίξετε μόνοι σας» στηριζόταν σε εσφαλμένο μεν συλλογισμό ως προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, επιτυχημένο όμως για την «καρδιά καρδερίνας» που έκρυβαν οι δικοί μας όταν πωλούσαν «μούρη» προτού συναντήσουν τον άνθρωπο που είχε γλιτώσει από βέβαιο θάνατο. Όσο ανεφάρμοστη ήταν η «ιδέα» του, άλλο τόσο προβλέψιμος ήταν ο Σόιμπλε.
Ζητάς να μείνεις στην «παρέα» αφού προηγουμένως έχεις συμφωνήσει με τους κανόνες της «παρέας». Ειδικά όταν έχεις ξοδέψει όλες σου τις ευρώ – «μάρκες» σου στα καλά γερμανικά «κυβικά», στα αιθέρια γαλλικά παρφέμ, στα υπέρκομψα ιταλικά πατρόν και άλλα παρόμοια.
Λογικό μου ακουγόταν τότε και αποδεικνύεται λογικό εκ του αποτελέσματος. «Ευτυχώς τον διαψεύσαμε», όπως ωραία είπε ο Γιάννης Στουρνάρας, υπουργός των μνημονιακών χρόνων 2012-2014, στη δεύτερη διαπραγμάτευση, που ήταν πολύ δυσκολότερη, επί της ουσίας, των δύο άλλων. Στην πρώτη πήγαμε απλοϊκοί και απροετοίμαστοι και στην τρίτη με κατεβασμένα παντελόνια.
Ως αποτελεσματικός πολιτικός που ήθελε να είναι ο Σόιμπλε χρησιμοποίησε το «απειλητικό επιχείρημα εξόδου από το ευρώ», που έκανε χθες καριέρα στην αθηναϊκή πιάτσα, μόνον απέναντι σε όσους ήξερε ότι το επιχείρημα θα έπιανε. Με τους άλλους συζητούσε σε ισότιμη βάση.
Οι Ντελόρ και Σόιμπλε δεν διαφέρουν όσο νομίζουν μερικοί που προσπαθούν να μας κάνουν να διαλέξουμε. Η αλήθεια είναι ότι χωρίς την υπογραφή και των δύο η Ελλάδα ούτε θα έμπαινε, ούτε θα έμενε στο ευρώ. Οι πολλοί από εμάς παραμένουμε σεβαστικοί απέναντι σε όσους φεύγουν για πάντα και δεν ξεχνούμε ότι μας βοήθησαν στη δύσκολες στιγμές. Ειδικά όταν έχουμε πληρώσει πανάκριβα το μάθημα ζωής, που πήραμε όσο ήσαν μαζί μας.