Γράφει ο Άρης Ραβανός
Με την δημοσιοποίηση του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ το μεσημέρι της Παρασκευής έχουμε πλέον μια σαφή εικόνα για το τι προτείνουν τα δυο βασικά κόμματα εξουσίας για την επόμενη μέρα. Τα προγράμματα της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δύναται να αποτελέσουν βάση ουσιαστικής συζήτησης εάν θέλουμε πραγματικά να δούμε, να αξιολογήσουμε, να συγκρίνουμε και να αποφασίσουμε για το ποιο μοντέλο θέλουμε ακριβώς την επόμενη τετραετία.
Τώρα είναι στο τραπέζι όλα τα χαρτιά ανοιχτά. Και είναι μια χρυσή ευκαιρία να γίνει συζήτηση για το πού θέλουν τα κόμματα και οι πολιτικοί αρχηγοί να οδηγήσουν την Ελλάδα. Είναι ευκαιρία να γίνει προγραμματική αντιπαράθεση σε βάθος και να δοθούν και απαντήσεις σε ερωτήματα που τίθενται διαβάζοντας κανείς τα προγράμματα των κομμάτων.
Είναι η ώρα επιτέλους να γίνει προγραμματικός διάλογος για τα μείζονα, για τα σοβαρά, για τα ουσιαστικά προβλήματα των πολιτών, για τις ευκαιρίες που υπάρχουν σε πολλά πεδία. Εάν μείνουμε τις τελευταίες τρεις εβδομάδες στην τοξικότητα και σε μια προεκλογική αντιπαράθεση με αναφορές στο χθες, θα χαθεί η συζήτηση για το αύριο και αυτό είναι το μείζον.
Π.χ. διάβασα στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, τις αναφορές για τις τράπεζες: Συγκεκριμένα προβλέπεται κατάργηση του ΤΧΣ και υπαγωγή των μετοχών των τραπεζών που κατέχει στο Υπουργείο Οικονομικών ή άλλο δημόσιο φορέα, απόκτηση πλειοψηφικού μεριδίου και συνεπώς του management μίας συστημικής τράπεζας, μέσω των μετοχών που σήμερα κατέχει το ΤΧΣ. Η εν λόγω τράπεζα, δραστηριοποιούμενη εντός του κοινού ευρωπαϊκού κανονιστικού πλαισίου θα αποτρέπει εναρμονισμένες πολιτικές των συστημικών τραπεζών, θα χρηματοδοτεί στη βάση συγκεκριμένου αναπτυξιακού σχεδίου, θα κατευθύνει τα χρηματοδοτικά εργαλεία στην πραγματική οικονομία, δίνοντας έμφαση στη βιώσιμη ανάπτυξη των ΜμΕ και θα ασκεί πολιτική προσανατολισμένη στο δημόσιο συμφέρον, για τη διαχείριση των κόκκινων δανείων.
Δεν θα έχει ενδιαφέρον αυτό π.χ. να συζητηθεί, να εξηγηθεί και να γίνει σύγκριση με αυτά που λέει η ΝΔ, η οποία επίσης θα πρέπει να απαντήσει σε μια σειρά ερωτημάτων για το δικό της πρόγραμμα, όπως π.χ. για την εξαγγελία του Κυρ. Μητσοτάκη για αυξήσεις σε βάθος τετραετίας κατά 25% και πως θα γίνει αυτό και εάν είναι εφικτό.
Αυτά που διατυπώθηκαν είναι ενδεικτικά, καθώς υπάρχουν πάρα πολλά που φοβάμαι ότι θα περάσουν στα ψιλά και ελάχιστοι θα ασχοληθούν. Και όμως δύναται να γίνει μια πολύ σοβαρή συζήτηση. Αρκεί να θέλουμε, που φοβάμαι ότι δεν μας ενδιαφέρει. Προτιμάμε την σύγκρουση και τους ανούσιους διαξιφισμούς για θέματα που ελάχιστους αφορούν και σίγουρα δεν έχουν σχέση με την επόμενη μέρα. Και είναι κρίμα για την πολιτική.