Η ιστορική συνείδηση ενός έθνους, δεν έχει χώρο για… μνημόσυνο και δακρύβρεχτες αναμνήσεις, όταν κοντοστέκεται σε μια πολιτική προσωπικότητα. Πολύ περισσότερο όταν η προσωπικότητα αυτή άφησε το αποτύπωμά της τόσο έντονα στην εθνική διαδρομή, που ακόμη και σήμερα δεν χρειάζεται να ακολουθήσει διευκρινιστική υποσημείωση σε κάθε αναφορά στον… “Ανδρέα”.
Πέρασαν κιόλας 28 χρόνια από την ημέρα που ο Ανδρέας Παπανδρέου έφυγε από τη ζωή, στις 23 Ιουνίου του 1996. Μερικές μέρες πριν από το Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, που επρόκειτο να επιλέξει τον διάδοχό του στην ηγεσία, ανάμεσα στον Κώστα Σημίτη και τον Άκη Τσοχατζόπουλο. Μερικούς μήνες μετά την παραίτησή του από την πρωθυπουργία, αυτή που τόσο λάτρεψε μετά το 1981, όταν και φλέρταρε επιτυχώς μαζί της επίσης το 1985 και το 1993.
Ο γιος του Γέρου της Δημοκρατίας υπήρξε η πιο θυελλώδης πολιτική προσωπικότητα στην Ελλάδα της εποχής της κανονικότητας, δηλαδή στη Μεταπολίτευση, η οποία μας προσέφερε περίσσευμα πολιτικής σταθερότητας, σε σχέση με τις ανορθογραφίες και τις εκτροπές του παρελθόντος.
Οξύμωρο, έτσι δεν είναι; Γιατί ο Ανδρέας ήταν μια προσωπικότητα που δεν πορεύτηκε ποτέ με οδηγό το μέτρο. Αντιθέτως, εξελίχτηκε στον απόλυτο γητευτή των παθών της ελληνικής κοινωνίας. Ξύπνησε τα πάθη αυτά, τα… απαλλοτρίωσε, και πέρασε στην Ιστορία ως εκείνος που, περισσότερο από κάθε άλλον, κατάφερε να παρέμβει στο dna των Ελλήνων. Και να το αλλοιώσει.
Η Ιστορία θα επιχειρεί διαρκώς να ισορροπήσει στο τεντωμένο σχοινί των συγκρουσιακά ισοδύναμων, που διέκριναν τον Ανδρέα Παπανδρέου: Χαρισματικός αλλά και λαϊκιστής. Ο… εφευρέτης της σχετικής εθνικής παθογένειας, που μέχρι και σήμερα ταλαιπωρεί το εθνικό παρόν.
Στην ουσία βέβαια, ο Ανδρέας Παπανδρέου “διάβασε” σωστά την ψυχολογία του μέσου Έλληνα. Και, σε πολιτικό επίπεδο, την αξιοποίησε εντυπωσιακά για να γεμίζει πλατείες και… κάλπες, με εκατομμύρια ψυχές που τον λάτρευαν.
Ο Ανδρέας πέτυχε, επειδή κατάλαβε πολύ γρήγορα μια μάλλον αυτονόητη πραγματικότητα για την ελληνική κοινωνία. Ο καθένας μας κρύβει μέσα του έναν… Ανδρέα. Θυελλώδη, παρορμητικό, εκτός πλαισίου. Νομιμοποίησε με τον πλέον εκκωφαντικό τρόπο, τη σκοτεινή πλευρά του Έλληνα.
Κοινώς, άνοιξε το δρόμο για την εθνική παρακμή. Επειδή, με αφετηρία και παράδειγμα τον ίδιο, παραδοθήκαμε στα πάθη μας. Και χάσαμε τον δρόμο της επιστροφής στο μέτρο, τη σύνεση και την ευθύνη.
Μεγάλος ωστόσο. Και εμβληματικός. Ακόμη μια αφορμή για να μελαγχολεί κανείς, συγκρίνοντας το κατάντημα του σημερινού πολιτικού συστήματος. Που μας τροφοδοτεί με “ηγέτες”… τσέπης. Από το κάτω ράφι..
Του Μάνου Οικονομίδη