Γράφει ο Αντώνης Καρακούσης
Από τις επίσημες ανακοινώσεις του υπουργείου Οικονομικών προκύπτει καθαρά ότι η δημοσιονομική διαχείριση στους δύο πρώτους μήνες του 2023 αποδίδει εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι στο πρώτο δίμηνο του τρέχοντος έτους ο προϋπολογισμός εμφανίζει πλεόνασμα 2.308 εκατ. ευρώ έναντι στόχου μόλις 37 εκατ. ευρώ. Εντυπωσιακότερη είναι η εκτίναξη του πρωτογενούς πλεονάσματος στα 4.215 εκατ. ευρώ έναντι εγγεγραμμένου στόχου 1.816 εκατ. ευρώ στον προϋπολογισμό. Το απρόσμενο για πολλούς αποτέλεσμα της τρέχουσας δημοσιονομικής διαχείρισης προκύπτει κυρίως από την εκτίναξη των δημοσίων εσόδων στο ίδιο διάστημα σε περίπου 13 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 17,8%!
Η μεγάλη αύξηση των δημοσίων εσόδων προκύπτει κυρίως από την σημαντική αύξηση του συνόλου των φορολογικών εσόδων. Οι φόροι απέδωσαν περίπου 10 δισ. ευρώ και σύμφωνα πάντα με τις επίσημες ανακοινώσεις του υπουργείου Οικονομικών, αν εξαιρεθούν περίπου 470 εκατ. ευρώ που αποδίδονται στην παράταση του χρόνου πληρωμής των τελών κυκλοφορίας, το υπόλοιπο της υπερεκτέλεσης προέρχεται από την καλύτερη απόδοση του φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων, όπως και του ΦΠΑ.
Εδώ κρύβεται και το μυστικό της υπεραπόδοσης των φόρων.
Τα έσοδα του ΦΠΑ στο πρώτο δίμηνο του 2023 είναι αυξημένα κατά 330 εκατ. ευρώ και εκείνα του φόρου εισοδήματος κατά 367 εκατ. ευρώ. Αν διατηρηθούν οι προδιαγραφόμενες τάσεις καθόλη τη διάρκεια του έτους, τα υπερέσοδα του ΦΠΑ θα προσεγγίσουν τα 1,9 δισ. ευρώ και εκείνα του φόρου εισοδήματος θα ξεπεράσουν τα 2 δισ. ευρώ.
Είναι προφανές ότι το αποτέλεσμα της τρέχουσας δημοσιονομικής διαχείρισης ορίζεται κατά βάση από τις επικρατούσες συνθήκες πληθωριστικής έξαρσης στην ελληνική οικονομία. Με τον πληθωρισμό κινούμενο μεταξύ 6% και 12% και τους φορολογικούς συντελεστές σταθερούς, η βάση υπολογισμού των φόρων διευρύνεται και έτσι τα έσοδα αυξάνονται υπέρμετρα. Οι συντελεστές του ΦΠΑ στην Ελλάδα είναι από τους υψηλότερους της Ευρώπης και η φορολογική κλίμακα , όπως και τα κλιμάκια υπολογισμού του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων παραμένουν αμετάβλητα από το 2020 και εντεύθεν.
Οσον αφορά τον ΦΠΑ, ο ανώτατος συντελεστής παραμένει στο 24% και βαρύνει τον μεγαλύτερο όγκο των διακινούμενων αγαθών και παρεχόμενων υπηρεσιών. Το μέγεθος του αρκεί να εξηγήσει το βάρος που σωρεύει για παραγωγούς και καταναλωτές.
Η φορολογική κλίμακα και τα κλιμάκια του φόρου εισοδήματος επίσης, μην αλλάζοντας και μην παρακολουθώντας την εξέλιξη των αμοιβών και του πληθωρισμού, αφαιρούν ολοένα και περισσότερα εισοδήματα από τους μισθωτούς. Οσο η φορολογική κλίμακα και τα φορολογικά κλιμάκια διατηρούνται ατιμαριθμοποίητα, το φορολογικό βάρος αυξάνεται υπέρμετρα για τους μισθωτούς.
Για να γίνει καθαρό και αυταπόδεικτο το παραπάνω συμπέρασμα αρκεί απλή παράθεση της φορολογικής κλίμακας και των φορολογικών κλιμακίων που εφαρμόζεται σταθερά από το 2020.
Ετήσια εισοδήματα μέχρι 10.000 ευρώ βαρύνονται με συντελεστή 9%. Για το τμήμα από 10.000 ευρώ μέχρι 20.000 ο συντελεστής εκτινάσσεται σε 22%, από τις 20.000 μέχρι τις 30.000 ευρώ αυξάνεται στο 28%, από τις 30.000 μέχρι τις 40.000 αυξάνεται σε 36% και από τις 40.000 και πάνω εφαρμόζεται συντελεστής 44%.
Είναι φανερό ότι, διατηρούμενη αμετάβλητη η φορολογική κλίμακα και σταθερά τα φορολογικά κλιμάκια, οι επιβαρύνσεις αυξάνονται αφαιρώντας σημαντικό τμήμα των όποιων μισθολογικών αυξήσεων κερδίζουν οι μισθωτοί. Η κυβέρνηση επαίρεται ότι μειώνει τους φόρους και ακόμη ότι ευνοεί τις αυξησεις αμοιβών για το πλήθος των εργαζομένων.
Ωστόσο η πραγματικότητα την διαψεύδει. Μόνο από τη διατήρηση της αυτής φορολογικής κλίμακας οι μισθωτοί θα χάσουν το 2023 κοντά στα 2 δισ. ευρώ, εξανεμίζοντας τις όποιες μισθολογικές αυξήσεις.
Με άλλα λόγια, το βάρος των φόρων, τόσο του ΦΠΑ, όσο και του εισοδήματος, παραμένει αδιερεύνητο. Είναι ίσως ευκαιρία, τώρα που ανοίγει η προεκλογική περίοδος, να υπάρξει διεξοδική συζήτηση και αναζήτηση. Η κυβέρνηση θα μπορούσε τουλάχιστον, χωρίς να χάσει την υγεία των δημοσίων οικονομικών, να οδηγηθεί σε τιμαριθμοποίηση των φορολογικών κλιμακίων και να αμβλύνει το φορολογικό βάρος των μισθωτών και της μεσαίας τάξης..