Γράφει η Άννα Κανδαράκη
Ήρθε η μέρα των γενεθλίων σου. Η τούρτα είναι εκεί, οι φίλοι σου είναι εκεί. Είσαι έτοιμος να σβήσεις τα κεράκια..
-Ευχή… μη ξεχάσεις να κάνεις ευχή!
-Ναι, έκανα!
Έκανες; Είσαι σίγουρος ; Είσαι σίγουρος ότι αυτό θες;
Πόσο εύκολο τελικά είναι όντως να ξέρουμε τι θέλουμε; Τι πραγματικά επιθυμούμε;
Τι είναι η Eπιθυμία ;
Ο Φρόιντ στη θεωρία του Εγώ, μας χωρίζει στα 3. Στα ένστικτα (Εκείνο), στις επιθυμίες (Εγώ) και στα πρέπει, στο καθολικά σωστό (ΎπερΕγω).
Στην παιδική ηλικία κερδίζει το Εκείνο, τα ένστικτα, οι βιολογικές μας ανάγκες. Τρώμε , κάνουμε κακά, κοιμόμαστε, ερωτευόμαστε τον μπαμπά μας , τη μαμά μας, το διπλανό μας. Του λέμε ότι τον αγαπάμε, ότι θα τον παντρευτούμε, δεν περιμένουμε απάντηση, δε μας νοιάζει. Έτσι κ αλλιώς αύριο είναι μια άλλη μέρα και θα δούμε πως θα ξημερώσει.
Στην εφηβεία τα πράγματα είναι πιο ζόρικα, έρχεται το «πρέπει», αυτό το άτιμο το ΥπερΕγω. Τι θα πουν οι Άλλοι, τι θα πει ο κόσμος, και όσο ξυπνάνε τα ένστικτα και οι ορμές τόσο το ΥπερΕγω γιγαντώνεται , ένα πελώριο μάτι που εντοπίζει τα πάντα. Το σπυράκι που βγάλαμε, τη Μαίρη που -Θεέ ποσό τη θέλουμε- αλλά εκείνη διάλεξε το Μάκη, και σίγουρα σίγουρα το έχει καταλάβει ότι τη θέλουμε και έχουμε γίνει ρεζίλι .. και αυτό είναι το χειρότερο: Το ρεζίλι. Ας μη με θέλει, να ξέρει όμως ότι τη θέλω αυτό είναι το χειρότερο.. αχ ας μη ξυπνήσω ποτέ, ας πεθάνω στον ύπνο μου καλύτερα, ναι σίγουρα αυτή είναι η καλύτερη λύση.
Και μετά ωωωωπ οι ρόδες κολλάνε στην άμμο και κλείσαμε τα 18.. τα 28 και πότε έγινα 48; Και πλέον Εγώ και Υπερεγώ, επιθυμίες και πρέπει έχουν μπολιαστεί και έχουν γίνει ένα. Και που να τα ξεμπλέκω τώρα γιατί πέρασε η ώρα κ έχω δύσκολη μέρα αύριο στο γραφείο.
Τι είχες ευχηθεί σ’ αυτή την τούρτα; Τότε, με τους φίλους γύρω σου… τότε που η τούρτα χωρούσε όλα τα κεράκια και δεν έμοιαζε με μανουάλι… θυμάσαι;
Πότε ήταν η τελευταία φορά που σε ρώτησες τι θες; Πότε ήταν η τελευταία φορά που ονειρεύτηκες… που ξέχασες τι πρέπει και τι δεν πρέπει, που έκλεισες τα μάτια και είπες: «αχ πόσο θέλω..»
χαμογελάς. Σ’ ακούω, «πολλά θα ‘θελα..» λες.
Ψέματα.
Δε ξέρεις ούτε ένα που θες. Ούτε ένα. Σκέψου. Μόνο ένα μου φτάνει…
Περιμένω. Τίποτα?
Είδες;; Ούτε ένα ατόφιο, ακέραιο, ανόθευτο «Θέλω» δικό σου δεν μπορείς να ξεδιαλύνεις.
Μην τρομάζεις. Λογικό.
Οι επιθυμίες είναι ύπουλες, κρύβονται πίσω απο φόβους, πίσω από επιθυμίες άλλων , που με τη σειρά τους κρύβουν άλλα θέλω, ανεκπλήρωτα, μα όχι ξεχασμένα , που πασχίζουν να βγουν στο φως και δύο και τρεις γενιές μετά.
Βλέπεις, όταν ήταν εύκολες και έρρεαν μόνες τους και ξεχείλιζες «Θέλω» η μαμά και ο μπαμπάς φρόντισαν να τις μαζέψουν, να τις κατευθύνουν λίγο… λίγο να τόσο δα.
Πριν καν καταλάβεις ποιος είσαι σ ’ ενημέρωσαν τι είναι αγορίστικο και τι κοριτσίστικο, ποιο χρώμα πρέπει να σου αρέσει, τι επάγγελμα θες να κανείς και πότε πρέπει να ερωτευτείς. Όλα είναι προκαθορισμένα για σένα χωρίς εσένα, «εμείς ξέρουμε για σένα καλύτερα από σένα» και «Να το δείτε όπως επιθυμείτε»… και το είδανε. Το τέλειο παιδί.
Δε χρειάζεται να θέλει , μόνο να πράττει. Για να μας κανείς περήφανους… ένα τέλειο εκτελεστικό όργανο!
Πάνε αυτά όμως, τώρα μεγάλωσες . Δε χρειάζονται παραμύθια για να δραπετεύεις.
Τώρα δεν υπάρχει γονεϊκή εξουσία, τώρα όλα τα καθορίζεις εσύ, μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις… ό,τι μα ό,τι θέλεις.. μόνο που δε ξέρεις πια. Μόνο που ξέχασες.
Ξέχασες, τι ευχήθηκες και είχες φυσήξει με όλη σου τη δύναμη τα κεριά γιατί μόνο στην περίπτωση που έσβηναν όλα με τη μια θα γινόταν η ευχή.. ξέχασες.
Τι ήθελα τόσο πολύ. Τι ήθελα.
Τι θέλω;;
Ξέχασες. Σε ξέχασες . Και πρέπει να γυρίσεις πίσω πολύ πίσω… και άλλο και άλλο πίσω να ξαναβρείς τελικά τότε τι σ έκανε ευτυχισμένο; Τότε που στο παιδικό σου κρεβάτι δε σ άφηνε η λαχτάρα να κοιμηθείς . Το μονοπάτι – που δεν τόλμησες να πάρεις γιατί ήταν τόσο πιο εύκολος τόσο πιο βολικός ο δρόμος που σου έδειχναν να πάρεις- .. ποιο ήταν; Θυμάσαι;
Ποιος ήσουν πριν μπουν όλα αυτά τα πρέπει και σε χάσεις; Πριν γεμίσουν «μη» πριν γεμίσουν «αργότερα» – άκου αργότερα λες και υπάρχει αργότερα στην επιθυμία;; Λες και ο ερωτευμένος μπορεί να περιμένει- τα «θέλω» σου…
Ξεκίνα. Θυμήσου. Μη φοβηθείς να φοβηθείς.
Πίσω από τα μεγαλύτερα Φοβάμαι κρύβονται τα μεγαλύτερα Θέλω.
Ξεκίνα.
Προλαβαίνεις.
Δρ. Κανδαράκη Άννα, Κλινική Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια, Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, Αριστούχος Paris V René Descartes της Σορβόννης, Διευθύντρια Ψυχοθεραπευτικού Κέντρου Therapy Nest