Γράφει ο Αλέξης Παπαχελάς
Οταν η πλατεία Συντάγματος καιγόταν την περίοδο των μνημονίων, ήταν πολλοί οι Ευρωπαίοι δημοσιογράφοι, αξιωματούχοι και αναλυτές που επισκέπτονταν την Αθήνα. Είχαμε γίνει, κυριολεκτικά και μεταφορικά, το πιο «καυτό» μέτωπο μέσα στην Ευρώπη. Αναρωτιούνταν «έως πού φτάνουν οι αντοχές της ελληνικής κοινωνίας». Ορισμένοι, Κεντροευρωπαίοι και Βορειοευρωπαίοι, δεν είχαν τέτοιες ευαισθησίες και θεωρούσαν αυτονόητες τις περικοπές σε όρια συνταξιοδότησης, μισθούς κ.λπ. Μερικές φορές δεν μπορούσαν καν να καταλάβουν τις αντιδράσεις της ελληνικής κοινωνίας.
Τους εξηγούσα ότι αν τα αντίστοιχα μέτρα είχαν ληφθεί στη Γαλλία, το Παρίσι θα είχε ξαναζήσει «την ημέρα της Βαστίλλης», τουλάχιστον δέκα φορές. Δέκα χρόνια μετά, η Γαλλία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια μεγάλη κρίση, καθώς ο πρόεδρος Μακρόν αποφάσισε να αυξήσει το όριο συνταξιοδότησης από τα 62 στα 64. Στην Ελλάδα, το όριο είναι τα 67.
Αυτές οι αλλαγές δεν μπορούν σχεδόν ποτέ να υλοποιηθούν χωρίς τεράστιο πολιτικό κόστος και χωρίς ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο σε χώρες του Βορρά, όπως η Γερμανία, όπου επί Σρέντερ συμφωνήθηκαν από τα μεγάλα κόμματα κάποιες μεταρρυθμίσεις και περικοπές. Στη Γαλλία, ο Μακρόν αναγκάστηκε να παρακάμψει τη Βουλή. Στην Ελλάδα, κόμματα διαλύθηκαν, πρωθυπουργοί παραιτήθηκαν και η χώρα πέρασε μια παρατεταμένη περίοδο αστάθειας. Στο τέλος, όμως, η κοινωνία και η χώρα έδειξαν ότι είχαν αντοχές.
Η Ελλάδα πέρασε τη μεγάλη κρίση νωρίς. Ο θυμός την οδήγησε στην αντισυστημική ψήφο το 2012 και στον ΣΥΡΙΖΑ το 2015. Μετά ήλθε το ακριβό μας φροντιστήριο. Τότε φάνηκε ότι, καλώς ή κακώς, δεν υπήρχε άλλος δρόμος. Ψηφίστηκαν περικοπές και αλλαγές χωρίς να «ανοίξει μύτη», χωρίς να γίνουμε Γαλλία του 2023…
Εκεί ίσως κρύβεται και το μυστικό για το πού βρισκόμαστε σήμερα. Θυμός υπάρχει, και μάλιστα πολύς, στην κοινωνία. Η αύξηση στο κόστος ζωής, οι ανισότητες, τα Τέμπη κ.ά. προκαλούν οργή. Οι πολίτες έχουν δει με τα μάτια τους, όμως, πως η έκφραση του θυμού δεν λύνει από μόνη της τα προβλήματα. Το να ξανακυλήσει η χώρα σε μια περίοδο πειραματισμών και αβεβαιότητας δεν τους ελκύει σαν προοπτική, κάθε άλλο. Γι’ αυτό πολλές φορές ο θυμός είναι βουβός, δεν εκδηλώνεται στον «δρόμο» όσο περίμεναν κάποιοι. Αλλοι το λένε ωρίμανση, άλλοι κούραση. Περάσαμε νωρίς πολλά από όσα περνούν οι άλλοι, και αυτό μας άλλαξε. Στις 21 Μαΐου θα ξέρουμε πώς νιώθει πραγματικά ο Ελληνας πολίτης τώρα, στις δεύτερες εκλογές θα ξέρουμε αν θα επικρατήσει ο ρεαλισμός ή ο θυμός.