Η συμπόρευση των περισσότερων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων με το κατεστημένο του Δημοκρατικού Κόμματος τα τελευταία χρόνια, με επίκεντρο την πηγή εξουσίας της διακυβέρνησης Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο, διαμορφώνει καινούρια δεδομένα για τις πολιτικές ηγεσίες των χωρών της ηπείρου μας.
Οι Βρυξέλλες, με την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η Γερμανία με τον Όλαφ Σολτς και η Γαλλία με τον Εμμανουέλ Μακρόν βρίσκονται σε θέση αδυναμίας έναντι του Ντόναλντ Τραμπ, σε αντίθεση με την Ιταλία και τη Τζόρτζια Μελόνι, που λόγω και των εδραιωμένων σχέσεων με τον Ίλον Μασκ, βρίσκεται σε καλύτερη αφετηρία.
Η Ελλάδα έχει ένα ισχυρό πλεονέκτημα, το οποίο θα αξιοποιηθεί δεόντως το επόμενο διάστημα. Την ελληνική ομογένεια στις Ηνωμένες Πολιτείες, η συντριπτική πλειοψηφία της οποίας στήριξε με πάθος τόσο τον Ντόναλντ Τραμπ όσο και ευρύτερα το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, στις μάχες που κέρδισαν για να ανακτήσουν τον έλεγχο του Οβάλ Γραφείου και της Γερουσίας, και να διατηρήσουν τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων, ώστε να απολαμβάνουν μια ιστορική και αδιατάρακτη πολιτική ηγεμονία, τουλάχιστον μέχρι τις Ενδιάμεσες Εκλογές του 2024 για τα δυο Σώματα του Κογκρέσου.
Ο διαχρονικός και ουσιαστικός ρόλος της ελληνικής ομογένειας, έρχεται στον αντίποδα των εφήμερων… μυθευμάτων των προηγούμενων ετών, με την περίπτωση του ατιμασμένου Γερουσιαστή Ρόμπερτ Μενέντεζ, ο οποίος βρίσκεται αντιμέτωπος με ποινή φυλάκισης για τα αδικήματα για τα οποία κρίθηκε ένοχος, και πιο πρόσφατα με τον πρώην Υπουργό Εξωτερικών και πρώην Διοικητή της CIA Μάικ Πομπέο, τον οποίο… έκοψε ο Ντόναλντ Τραμπ από τη νέα κυβέρνησή του.
Της Κατιάνας Ναυπλιώτου