Η υποψηφιότητα της Έφης Αχτσιόγλου φάνταζε μονόδρομος για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, πριν τη θορυβώδη εμφάνιση του Στέφανου Κασσελάκη. Μετά, όλα άλλαξαν.
Η πρώην Υπουργός Εργασίας, η πολιτική διαδρομή της οποίας έχει συνδεθεί με δυο “μαύρες τρύπες”, τον νόμο Κατρούγκαλου που φτωχοποίησε τους συνταξιούχους, και την άγρια φορολόγηση της μεσαίας τάξης από τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, έβλεπε το “σύστημα” που πολέμησε τον Αλέξη Τσίπρα, να της παραδίδει με… απευθείας ανάθεση το (θαμπό) δαχτυλίδι της διαδοχής.
Μόνο που η αυταπόδεικτη υστέρηση της ίδιας να παράξει καινούριο πολιτικό λόγο και να εναρμονίσει τη ρητορική της με τις μεγάλες και επείγουσες ανάγκες της κοινωνίας, εγκλωβιζόμενη σε περιθωριακά αδιέξοδα τύπου… βουλεύτριας και ταυτότητας φύλου, την καθιστούσε εξαιρετικά “χλωμή”.
Η εμφάνιση Κασσελάκη, η δυναμική που προκάλεσε και οι καινούριες συζητήσεις που άνοιξε, εν μέσω… πολιτικού κενού, λόγω της απουσίας αξιόπιστης εναλλακτικής λύσης στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, οδηγούν την Έφη Αχτσιόγλου στο περιθώριο. “Κάηκε”, ακόμη κι αν κληρονομήσει την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ.
Γιατί θα πρόκειται για έναν ΣΥΡΙΖΑ του… 3%. Η πλατιά κοινωνική βάση του χώρου της Κεντροαριστεράς, της έχει ήδη γυρίσει την πλάτη.
Της Μαρίκας Λυσιάνθη