Γράφει ο Μανώλης Κοττάκης
Λίαν προσφάτως χρειάστηκε να δώσω κατάθεση στις αστυνομικές Αρχές για υπόθεση μείζονος δημόσιου ενδιαφέροντος και, όταν την ολοκλήρωσα, ο ανακριτικός υπάλληλος μου έδωσε το χαρτί για να τη διαβάσω και να επιβεβαιώσω το περιεχόμενό της. Προς έκπληξή μου ανακάλυψα ότι ο όρκος που επρόκειτο να δώσω ήταν πολιτικός, καθώς ο θρησκευτικός είχε καταργηθεί αθορύβως, με βάση πρόσφατη «μεταρρύθμιση» του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Ρώτησα τον ανακριτικό υπάλληλο αν μπορούσα να ορκιστώ με θρησκευτικό, αλλά η απάντηση ήταν αρνητική. Ο όρκος στο πλαίσιο της αστυνομικής προανάκρισης έχει καταργηθεί.
Στα δικαστήρια ισχύει ακόμη – ευτυχώς. Οπως όμως διαπιστώνω εσχάτως, το αίτημα για την κατάργηση του θρησκευτικού όρκου θα αποτελέσει το όχημα των φιλελεύθυρων δικαιωματιστών «εθνομηδέν», προκειμένου να ανοίξει, εν όψει συνταγματικής αναθεώρησης, ο διάλογος για τον χωρισμό κράτους – Εκκλησίας. Δεν είναι μια αθώα ιδεολογική διαμάχη επί τυπικώς ασήμαντου θέματος. Υστερα από αυτήν θα ακολουθήσει το αίτημα για την κατάργηση των Θρησκευτικών στα σχολεία επί τη βάσει κυοφορούμενης απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και στο τέλος, ως επιστέγασμα, το Σύνταγμα θα σφραγίσει τις εξελίξεις με την αναθεώρηση των άρθρων 3, 16 (είναι αποστολή της Παιδείας η καλλιέργεια εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης;), 13 και 59. Η ιδέα για την κατάργηση του θρησκευτικού όρκου περιλαμβάνεται και στο «καινοτόμο Σύνταγμα» των κυρίων Γεραπετρίτη, Σπυρόπουλου, Αλιβιζάτου, που αποτελεί τον «μπούσουλα» της κυβέρνησης.
Στην πραγματικότητα, ο όρκος είναι οι… ταυτότητες της κυβέρνησης. Μολονότι προχθές στη Βουλή η συντριπτική πλειονότητα των βουλευτών, ειδικώς της κεντροδεξιάς παράταξης και των τριών δεξιών κομμάτων, έδωσαν θρησκευτικό όρκο, οι διεργασίες για την καλλιέργεια πολιτικού κλίματος που θα οδηγήσουν στην κατάργησή του έχουν ήδη αρχίσει. Ανήμερα των εκλογών της 25ης Ιουνίου δημοσιεύτηκε σε κυριακάτικη εφημερίδα των Αθηνών, χωρίς να υπάρχει αποχρών λόγος, αφιέρωμα στην κατάργηση του θρησκευτικού όρκου. Κορυφαίος γιατρός επιχειρηματολόγησε διά μακρόν με αμιγώς θρησκευτικά επιχειρήματα υπέρ της κατάργησης του όρκου. Ο συγκεκριμένος έχει ενδυθεί εθελοντικώς το ιερατικό σχήμα και οι απόψεις του έχουν υπό τη νέα του ιδιότητα πρόσθετο ειδικό βάρος.
Τα επιχειρήματά του ήταν ότι τον όρκο τον επέβαλε η βασιλεία του Οθωνα, ότι είναι αντίθετος στη χριστιανική θρησκεία, διότι, σύμφωνα με το «Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο», ο Ιησούς είπε «εγώ δε λέγω υμίν μη ομόσαι όλως», ότι ο άγιος Νικόδημος και ο άγιος Βασίλειος ήταν εναντίον των όρκων. Αναζήτηση σε πρακτικά Κοινοβουλίου ή αναδίφηση στην ελληνική Ιστορία για τον εντοπισμό των λόγων που επιβλήθηκε ο θρησκευτικός όρκος, ο οποίος -σημειωτέον- δεν είναι πλέον υποχρεωτικός, αλλά προαιρετικός, καθώς υπάρχει δικαίωμα επιλογής, καμιά. Αυτά ακριβώς την ημέρα των εκλογών. Μόλις χθες, εξαίρετος συνάδελφος σε ημερήσια εφημερίδα των Αθηνών έγραψε, με αφορμή την ορκωμοσία της Βουλής, νέο κείμενο με τα αυτά επιχειρήματα grosso modo.
Και εδώ τα κριτήρια για την κατάργηση του θρησκευτικού όρκου ήταν από «δεξιά», θρησκευτικά. Το ζήτημά μας είναι ότι υποκρινόμαστε πως δεν καταλαβαίνουμε ποιο είναι το πραγματικό θέμα και ποιος ο πραγματικός στόχος όλων όσοι υποκινούν αυτή τη δημόσια συζήτηση. Ο θρησκευτικός όρκος δεν έχει επιβληθεί στις δημόσιες τελετές ανάληψης αξιωμάτων επειδή ο Ιησούς ή κάποιος άλλος το είπε. Ο θρησκευτικός όρκος είναι άρρηκτα δεμένος με την πολιτική και τη συνταγματική μας Ιστορία. Με την αδιαμφισβήτητη αλήθεια ότι η πίστη μας ως ορθόδοξου γένους ήταν το «καύσιμο» για τη διάσωση του Ελληνισμού. Θέλετε να δούμε τα πραγματικά γεγονότα; Θέλετε να δούμε την εκσυγχρονιστική βιβλιογραφία; Τα πρώτα Συντάγματα στα προοίμιά τους; Τι γράφουν οι ξένοι διπλωμάτες για εμάς; Ο,τι και να δούμε θα διαπιστώσουμε ότι η Ορθοδοξία είναι μέρος της εθνικής μας ταυτότητας, γιατί έσωσε την εθνική μας ταυτότητα.
Κατά συνέπεια, η μνεία στην Αγία και Ομοούσιο Τριάδα και την Αγία Γραφή στο Σύνταγμά μας ή η καθιέρωση του θρησκευτικού όρκου ή η παρουσία της Εκκλησίας στη Βουλή και στις δοξολογίες των εθνικών επετείων δεν έχουν απλώς τη σημασία ότι η επικρατούσα θρησκεία είναι η Ορθόδοξη, αλλά πρωτίστως ότι η Ορθοδοξία και η Εκκλησία ήταν παρούσες σε όλους τους απελευθερωτικούς αγώνες του Γένους. Η ορκωμοσία στην Αγία Τριάδα είναι δημόσια δέσμευση έναντι του έθνους, όχι μόνο έναντι του Θεού. Τι έκανε η Εκκλησία το 1821 περιττεύει να πούμε. Το λάβαρο της Αγίας Λαύρας ομιλεί. Τι έκανε ο Καποδίστριας, επίσης – τα έδρανα της πρώτης Βουλής, του Πανελληνίου, είναι σήμερα στον γυναικωνίτη της Μητρόπολης Αίγινας. Στην Εκκλησία συνεδρίαζε η Βουλή!
Δεν υπάρχει στροφή της ελληνικής Ιστορίας χωρίς τα μοναστήρια, τους ιερείς, τους μητροπολίτες και τους αρχιεπισκόπους. Χωρίς την ορθόδοξη πίστη. Στον Χριστό και στην Παναγία όρκιζε τους άνδρες του ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Στην Εκκλησία του Αγίου Νικολάου, πίσω από το Προεδρικό Μέγαρο, φυλάσσεται η καρδιά του Αλέξανδρου Υψηλάντη, ο οποίος διεκήρυξε το περίφημο «Μάχου Υπέρ Πίστεως και Πατρίδος». Στον Χριστό και στην Παναγία όρκιζε τους μαχητές του στον Μακεδονικό Αγώνα ο Παύλος Μελάς. Και μην ξεχνάμε βεβαίως τον ήρωα μάρτυρα της Μικράς Ασίας, τον Σμύρνης Χρυσόστομο, που θυσίασε τη ζωή του για το έθνος μας.
Κάθε φορά που ορκίζεται λοιπόν ένας Πρόεδρος, ένας πρωθυπουργός, ένας βουλευτής, ένας πολίτης στην Αγία και Ομοούσιο, εκτός από την πίστη μας, ορκίζεται στον Κολοκοτρώνη, που έλεγε ότι «είμαι θεόφιλος», στον Μελά, στον άγιο Δημήτριο, τον απελευθερωτή της Θεσσαλονίκης μας, στον Χρυσόστομο Σμύρνης, σε όλους όσοι έγιναν μάρτυρες του έθνους μας. Δεν είναι μια ιστορία για τα δικαιώματα ο όρκος, δεν είναι μια ιστορία για τη θρησκεία αυτοτελώς – είναι μια ιστορία για το ποιοι είμαστε. Ταυτίζονται ο Ελληνισμός με την Ορθοδοξία. Είναι η ίδια ιστορία που εξηγεί γιατί έχουμε τον σταυρό στη σημαία μας.
Περίπτωση να γίνουμε ουδέτεροι για να διακηρύξουμε στην οικουμένη ότι είμαστε έθνος που πάσχει από ιστορικό αλτσχάιμερ, ερχόμαστε από το πουθενά και η Ελλάς κατοικείται από Ελληνες μηδενικής μνήμης δεν υπάρχει. Και για όσους αμφιβάλλουν, δύο επιχειρήματα ακόμη: και ο αείμνηστος καθηγητής Δερτιλής στο δίτομο της «Νεώτερης Ελληνικής Ιστορίας» και ο Κώστας Κωστής στα «Κακομαθημένα παιδιά της Ιστορίας» κάνουν ρητές αναφορές στο πώς το Οικουμενικό Πατριαρχείο διέσωσε την εθνική ταυτότητα με τα περίφημα «Γραμματοδιδασκαλεία» του στην Τουρκοκρατία. Ακόμη και ο πρώην Αμερικανός πρέσβης στην Ελλάδα Τομ Μίλερ υποστήριξε δημοσίως, στο πλαίσιο της πρόσφατης έκδοσης «Μακριά και αγαπημένοι», ότι χάρη στους αγώνες της Εκκλησίας μεταξύ 1353 και 1919 διασώθηκαν η ελληνική γλώσσα, η ελληνική παράδοση και η εθνική ταυτότητα. Αυτά που λένε οι ξένοι δεν τα λέμε εμείς;
Ας εγκαταλείψουν, λοιπόν, τις τάχα φιλελεύθερες σκέψεις όσοι τις κάνουν. Η Ελλάς είναι εθνικό σύνολο, όχι άθροισμα ατόμων. Ο θρησκευτικός όρκος στις δημόσιες τελετές, ο σταυρός στη σημαία, η εικόνα του Ιησού και της Παναγίας στα σχολεία και τα δικαστήρια, τα Θρησκευτικά στα σχολεία είναι η απευθείας σύνδεση του λαού με την Ιστορία του. Τα έθνη που ανθούν είναι αυτά που παραλαμβάνουν κάθε μέρα τη σκυτάλη από το παρελθόν και εργάζονται για την πρόοδο και την ευημερία τους στο μέλλον.