Γράφει ο Γιώργος Χαρβαλιάς
Δεν έχω κανένα πρόβλημα να παραδεχθώ ότι στις προεκλογικές μου προγνώσεις, ίσως για πρώτη φορά στα 30 και πλέον χρόνια που εργάζομαι ως δημοσιογράφος, έπεσα δραματικά έξω. Δεν ήμουν ασφαλώς από εκείνους που έβλεπαν «ντέρμπι» ή μάχη στήθος με στήθος.
Είχα πεισθεί ότι η Νέα Δημοκρατία του Μητσοτάκη, παρά την τραγωδία των Τεμπών, τις υποκλοπές και τα σκάνδαλα «ημετέρων», θα ήταν πρώτο κόμμα. Αλλά ποτέ δεν μου πέρναγε από το μυαλό ότι η διαφορά με τον ΣΥΡΙΖΑ θα ξεπερνούσε τις 20 ποσοστιαίες μονάδες. Και πολύ περισσότερο ότι η Ν.Δ. θα βελτίωνε τα ποσοστά της έπειτα από μια προβληματική πρώτη θητεία, καταρρίπτοντας τους άγραφους νόμους της μεταπολιτευτικής εκλογικής συμπεριφοράς, που διαψεύστηκαν μόνο το 2000, με την επανεκλογή Σημίτη, κάτω όμως από πολύ διαφορετικές συνθήκες.
Μάλλον, λοιπόν, δεν είχα αντιληφθεί ότι έχουμε μια διακυβέρνηση μακράς πνοής και «μηδενικής φθοράς», τόσο εξαιρετική, που ο λαός αισθάνθηκε την ανάγκη να την επιβραβεύσει. Και επειδή αυτό εξακολουθεί να μου φαίνεται εξαιρετικά παράλογο, όσο κι αν η ψήφος χειραγωγήθηκε μέσα από μια προπαγάνδα «εικονικής πραγματικότητας» που καλλιέργησαν τα εκμαυλισμένα ΜΜΕ του καθεστώτος, έψαξα να βρω μια πειστικότερη εξήγηση.
Καταλήγω, λοιπόν, στο συμπέρασμα ότι η ψήφος της περασμένης Κυριακής, παρά τα περί του αντιθέτου θρυλούμενα, δεν αποτελούσε συλλογική επικρότηση των πεπραγμένων Μητσοτάκη. Ηταν, αντίθετα, ψήφος καθολικής απόρριψης της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ενα τεράστιο λαϊκό «delete» στην προοπτική του ΣΥΡΙΖΑ να αποτελέσει εναλλακτική λύση έναντι του Μητσοτάκη. Με ή χωρίς εταιρικές συμπράξεις άλλων αριστερών παραφυάδων.
Η απόρριψη της Αριστεράς ως επιλογής διακυβέρνησης της πατρίδας είναι καταρχάς μια υγιής έκφανση προτίμησης του εκλογικού σώματος. Το πρόβλημα είναι, όμως (και μάλλον αυτό δυσκολεύονται να το αντιληφθούν οι περισσότεροι συμπολίτες μας), ότι η Νέα Δημοκρατία του κυρίου Μητσοτάκη δεν αποτελεί δεξιά ή, έστω, «συντηρητική» επιλογή.
Γιατί εδώ και καιρό προάγει μια woke ατζέντα (εθνομηδενισμός, δικαιωματισμός, αθεϊσμός, πολυπολιτισμικότητα, ανοχή στη λαθρομετανάστευση, εκποίηση εθνικής κυριαρχίας) που θα ζήλευαν και οι πιο αριστερές συνιστώσες του Δημοκρατικού Κόμματος στις ΗΠΑ.
Οι θέσεις των Φίληδων του ΣΥΡΙΖΑ και της σημερινής «μεταλλαγμένης» Νέας Δημοκρατίας σε μια σειρά πολύ κρίσιμων θεμάτων, που άπτονται της κοινωνικής συνοχής της χώρας, ταυτίζονται σε μεγάλο βαθμό. Κι αν αυτό δεν φαίνεται σε πρώτη ανάγνωση, πιστοποιείται εκ του αποτελέσματος. Στη διάρκεια της κυβέρνησης Μητσοτάκη, η χώρα εξακολούθησε να υποδέχεται λαθρομετανάστες που δεν καταγράφονται (μια ματιά μόνο στη ραγδαία αύξηση τροχαίων με οχήματα διακινητών πιστοποιεί του λόγου το αληθές), περιθωριοποιήθηκε ο ρόλος της Εκκλησίας, μπήκαν ομοφυλοφιλικά αφηγήματα στα δημοτικά σχολεία, εδραιώθηκε η φινλανδοποίηση έναντι της Τουρκίας, επισημοποιήθηκε η Συμφωνία των Πρεσπών και φτάσαμε να μας εκβιάζουν ακόμη και οι Αλβανοί.
Αντιθέτως, η Πανεπιστημιακή Αστυνομία ουδέποτε πάτησε έστω αυλόγυρο ακαδημαϊκού ιδρύματος, η κανονική Αστυνομία διαλύθηκε και ξέμεινε από σύγχρονο εξοπλισμό, ενώ την ίδια ώρα το «συντηρητικό» υπουργείο Παιδείας ενθάρρυνε ασκήσεις ιστορικού αναθεωρητισμού πάσης φύσεως, στην κατεύθυνση όμως πάντοτε άμβλυνσης των εθνικών ανακλαστικών. Εφτασε να δώσει ελεύθερο βήμα και να χρηματοδοτήσει ακόμη και τη γερμανική προπαγάνδα «εξωραϊσμού» των μαύρων ημερών της Κατοχής.
Γιατί λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ τιμωρήθηκε τόσο ανελέητα και ο Μητσοτάκης, που εφαρμόζει σε πολλούς τομείς παρεμφερή πολιτική, αποθεώθηκε;
Πρώτον, επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ βγάζει προς τα έξω μια παρωχημένη αριστερίλα του ταγαριού, που δεν συγκινεί καθόλου τη νεολαία. Δεύτερον, επειδή ο Μητσοτάκης έχει κατορθώσει, χάρη και στον ασφυκτικό έλεγχο των μέσων ενημέρωσης, να προσδώσει στη διαχείρισή του μια επίφαση οικονομικής «κανονικότητας», κουκουλώνοντας τον εκτροχιασμό βασικών μακροοικονομικών μεγεθών. Τρίτον και κυριότερο, επειδή η woke ατζέντα του Μητσοτάκη, αν και κατεξοχήν αριστερή, πλασάρεται ως μοντέρνο προϊόν της παγκοσμιοποίησης και ως φυσική αναγκαιότητα μιας Ευρώπης που μετασχηματίζεται «δημιουργικά».
Στο άμεσο μέλλον, αν θες να λέγεσαι Ευρωπαίος πολίτης, πρέπει να μάθεις να τρως έντομα, να σκοτώνεις τις αγελάδες γιατί βλάπτουν το περιβάλλον, άντε και τίποτα Ρώσους γιατί βλάπτουν επίσης το ατλαντικό γεωστρατηγικό οικοσύστημα.
Ομως, το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο προνομιακής μεταχείρισης της σημερινής κυβέρνησης από την εκλογική μάζα ήταν η αντιμετώπιση της πρόσφατης σιδηροδρομικής τραγωδίας. Σε αντίθεση με τη Μάνδρα ή το Μάτι, όπου μαζί με την εγκληματική κρατική/κυβερνητική αβελτηρία συνυπήρξαν και φυσικοί παράγοντες (ακραία καιρικά φαινόμενα), στην περίπτωση των Τεμπών το δυστύχημα ήταν αποκλειστικά και μόνο συνέπεια ανθρώπινων παραλείψεων. Και, αντί να τιμωρηθούν οι πολιτικά υπεύθυνοι, επιβραβεύτηκαν και με την ψήφο του λαού!
Είναι φυσιολογικά όλα αυτά; Μάλλον όχι. Αποδεικνύουν, όμως, το μέγεθος της «δολοφονίας χαρακτήρα» που υπέστη (με απολύτως πειστικά επιχειρήματα, για να εξηγούμαστε) ο Τσίπρας και της απόλυτης ασυλίας του Μητσοτάκη στα μέσα ενημέρωσης. Μόνο που τώρα ο δολοφονηθείς πήρε την άγουσα. Ο στόχος της στρατηγικής των κυβερνώντων επετεύχθη και η λαϊκή βούληση («delete Tsipras») καταγράφηκε βροντερά.
Αλλαξαν, όμως, και τα δεδομένα της επόμενης αναμέτρησης. Ο Ελληνας έχει την τάση να «χαρίζεται» σε αυτούς που μισεί, όταν τους βλέπει κοντά στο ικρίωμα. Και ο μόνος τρόπος για να χαριστεί στον τελειωμένο Τσίπρα είναι να «κοντύνει» το ποσοστό του Μητσοτάκη. Θα υπάρξει σίγουρα επομένως μια «διόρθωση», αλλά ακόμη δεν είναι σαφές ποιος θα επωφεληθεί…