Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος
Ανεβαίνοντας στο βήμα της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ, για να κάνει τον πρώτο απολογισμό της ήττας του, ο Αλέξης Τσίπρας είχε να λύσει έναν πολιτικό γρίφο, διεθνούς ενδιαφέροντος:
-Πώς εξηγείται ότι σε κοινοβουλευτική Δημοκρατία, απερχόμενος Πρωθυπουργός που βαρύνεται με παρακολουθήσεις τηλεφώνων, ακροδεξιούς στην κυβέρνησή του, ταξική πολιτική υπέρ των λίγων σε βάρος των πολλών, εθνική υποχωρητικότητα, διασυρμό της χώρας του, αδιαφάνεια και διαφθορά, ξεπούλημα της κρατικής περιουσίας, κατάργηση δικαιωμάτων και άλλα … έκλεισε την τετραετία του χωρίς φθορά, και παίρνει και μπόνους συνέχειας, υποσχόμενος να κάνει τα ίδια;
Απάντησε; Μάλλον όχι- παρότι έβαλε στην εξίσωση και την αξιωματική αντιπολίτευση, δηλαδή τον εαυτό του.
Δεν είναι εύκολο άλλωστε. Οι καλύτεροι στις σχολές πολιτικών και κοινωνικών επιστημών και ο ιστορικοί του μέλλοντος, θα δυσκολευτούν.
Οι εξηγήσεις που έδωσε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ στο ακροατήριο του – που δεν είναι άμοιρο της ήττας- ήταν περισσότερο περιγραφές της κατάστασης , για τρέχουσα κατανάλωση:
–Η ατζέντα φόβου του Μητσοτάκη, η μη ανταπόκριση στην στρατηγική της απλής αναλογικής από το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ και η αλαλούμ εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ.
Όπως είναι λογικό τα βαθύτερα και τα επώδυνα τα άφησε για μετά τις νέες εκλογές.
Πχ την κρίση ταυτότητας, την εσωστρέφεια, τις μειοψηφικές στρατηγικές των ομάδων και ότι άλλο για τέσσερα χρόνια αποδυνάμωνε το δικό του ιμπέριουμ στη Δημοκρατική παράταξη- ζωτικό χώρο και τροφοδότη του ΣΥΡΙΖΑ.
Σε κάποιες περιπτώσεις η δική του ηγετικότητα θυσιάστηκε σε εσωκομματικές εκτονώσεις, αλλά και σε υπόθαλψη στελεχών με επιβαρύνσεις…
Ίσως αυτό εννοούσε κατά βάθος ,αναλαμβάνοντας ο ίδιος την ευθύνη, χωρίς επιμερισμούς. Σαν να έλεγε: αφήστε να ξεμπλέξουμε με αυτή την περιπέτεια και τα λέμε..
Κατά τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ ακόμη και η νίκη στις 25 Ιουνίου παραμένει στις στοχεύσεις του.
Είναι κάτι ανάμεσα σε ένεση αυτοπεποίθησης και καλόηχος τρόπος να ζητήσει διόρθωση του αποτελέσματος. Λογικό και εφικτό.
Αρκεί να εξηγήσει σε ορισμένους από όσους τον άκουγαν, ότι ο στόχος του κόμματος να πάρει την κυβέρνηση αυτομάτως το όριζε ως Κεντροαριστερα- σε συνάφεια με την ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία.
Ακριβώς όπως το αντιλαμβάνεται το 36% που του έδωσε το εισιτήριο για την κυβέρνηση.
Πάντως όχι ως «Αριστερά», όπως την αντιλαμβάνεται η κομματική γραφειοκρατία που έχει βγει από τη μήτρα του 3%.
Όσο αυτό έμενε μετέωρο, δεν ήταν ούτε Κεντροαριστερά, ούτε Αριστερά. Και ιδού του αποτέλεσμα.
Η διόρθωση του αποτελέσματος στις 25 Ιουνίου έχει ως προϋπόθεση, αυτή την ταυτοτική διόρθωση.
Αν την πετύχει, ξαναμπαίνει στην τροχιά της εξουσίας σε ένα χρόνο: μετά τις αυτοδιοικητικές και κυρίως ευρωπαϊκές εκλογές.
Δεν είναι άσχημα. «Να μην είμαστε και πλεονέχτες» που έλεγε ο Κώστας Χατζηχρήστος, στην ταινία «της κακομοίρας».
Ανεβαίνοντας στο βήμα της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ, για να κάνει τον πρώτο απολογισμό της ήττας του, ο Αλέξης Τσίπρας είχε να λύσει έναν πολιτικό γρίφο, διεθνούς ενδιαφέροντος:
-Πώς εξηγείται ότι σε κοινοβουλευτική Δημοκρατία, απερχόμενος Πρωθυπουργός που βαρύνεται με παρακολουθήσεις τηλεφώνων, ακροδεξιούς στην κυβέρνησή του, ταξική πολιτική υπέρ των λίγων σε βάρος των πολλών, εθνική υποχωρητικότητα, διασυρμό της χώρας του, αδιαφάνεια και διαφθορά, ξεπούλημα της κρατικής περιουσίας, κατάργηση δικαιωμάτων και άλλα … έκλεισε την τετραετία του χωρίς φθορά, και παίρνει και μπόνους συνέχειας, υποσχόμενος να κάνει τα ίδια;
Απάντησε; Μάλλον όχι- παρότι έβαλε στην εξίσωση και την αξιωματική αντιπολίτευση, δηλαδή τον εαυτό του.
Δεν είναι εύκολο άλλωστε. Οι καλύτεροι στις σχολές πολιτικών και κοινωνικών επιστημών και ο ιστορικοί του μέλλοντος, θα δυσκολευτούν.
Οι εξηγήσεις που έδωσε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ στο ακροατήριο του – που δεν είναι άμοιρο της ήττας- ήταν περισσότερο περιγραφές της κατάστασης , για τρέχουσα κατανάλωση:
–Η ατζέντα φόβου του Μητσοτάκη, η μη ανταπόκριση στην στρατηγική της απλής αναλογικής από το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ και η αλαλούμ εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ.
Όπως είναι λογικό τα βαθύτερα και τα επώδυνα τα άφησε για μετά τις νέες εκλογές.
Πχ την κρίση ταυτότητας, την εσωστρέφεια, τις μειοψηφικές στρατηγικές των ομάδων και ότι άλλο για τέσσερα χρόνια αποδυνάμωνε το δικό του ιμπέριουμ στη Δημοκρατική παράταξη- ζωτικό χώρο και τροφοδότη του ΣΥΡΙΖΑ.
Σε κάποιες περιπτώσεις η δική του ηγετικότητα θυσιάστηκε σε εσωκομματικές εκτονώσεις, αλλά και σε υπόθαλψη στελεχών με επιβαρύνσεις…
Ίσως αυτό εννοούσε κατά βάθος ,αναλαμβάνοντας ο ίδιος την ευθύνη, χωρίς επιμερισμούς. Σαν να έλεγε: αφήστε να ξεμπλέξουμε με αυτή την περιπέτεια και τα λέμε..
Κατά τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ ακόμη και η νίκη στις 25 Ιουνίου παραμένει στις στοχεύσεις του.
Είναι κάτι ανάμεσα σε ένεση αυτοπεποίθησης και καλόηχος τρόπος να ζητήσει διόρθωση του αποτελέσματος. Λογικό και εφικτό.
Αρκεί να εξηγήσει σε ορισμένους από όσους τον άκουγαν, ότι ο στόχος του κόμματος να πάρει την κυβέρνηση αυτομάτως το όριζε ως Κεντροαριστερα- σε συνάφεια με την ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία.
Ακριβώς όπως το αντιλαμβάνεται το 36% που του έδωσε το εισιτήριο για την κυβέρνηση.
Πάντως όχι ως «Αριστερά», όπως την αντιλαμβάνεται η κομματική γραφειοκρατία που έχει βγει από τη μήτρα του 3%.
Όσο αυτό έμενε μετέωρο, δεν ήταν ούτε Κεντροαριστερά, ούτε Αριστερά. Και ιδού του αποτέλεσμα.
Η διόρθωση του αποτελέσματος στις 25 Ιουνίου έχει ως προϋπόθεση, αυτή την ταυτοτική διόρθωση.
Αν την πετύχει, ξαναμπαίνει στην τροχιά της εξουσίας σε ένα χρόνο: μετά τις αυτοδιοικητικές και κυρίως ευρωπαϊκές εκλογές.
Δεν είναι άσχημα. «Να μην είμαστε και πλεονέχτες» που έλεγε ο Κώστας Χατζηχρήστος, στην ταινία «της κακομοίρας».