Γράφει η Ράνια Τζίμα
Η καταγγελία που βγήκε στο φως της δημοσιότητας για σεξουαλική κακοποίηση υπαλλήλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από τον ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Γεωργούλη κυριαρχεί τις τελευταίες ημέρες στην επικαιρότητα. Εκτός από το σοκ που δημιούργησε εξαιτίας τόσο της φύσης του καταγγελλόμενου περιστατικού όσο και του γεγονότος ότι ο εμπλεκόμενος είναι γνωστός στο πανελλήνιο κυρίως ως «άνθρωπος του θεάματος», η υπόθεση πυροδότησε μια συζήτηση που επανέρχεται με διαφορετικές αφορμές επανειλημμένα στο προσκήνιο: αυτήν της έμφυλης βίας.
Ο τρόπος που διεξάγεται αυτή η συζήτηση λαμβάνει αναπόφευκτα και πολιτική διάσταση. Το αποτέλεσμα είναι η προδιάθεση ενός τμήματος της κοινωνίας – ιδιαίτερα στα social media – να πλάθει συνωμοσίες, να εφευρίσκει δικαιολογίες, να εξαπολύει καταγγελίες και γενικότερα να κάνει τα πάντα εκτός από το να συζητάει την ουσία της καταγγελίας, που δεν είναι άλλη από την έμφυλη βία.
Σε αυτό το σημείο είναι απαραίτητο να κάνω μια διευκρίνιση. Προφανώς το τεκμήριο της αθωότητας είναι απαραβίαστο για τον κ. Γεωργούλη και μένει να αποδειχθεί η βασιμότητα της καταγγελίας μέσω της διαδικασίας απονομής δικαιοσύνης. Οπως αυτό όμως είναι αναντίρρητο, άλλο τόσο είναι ότι οι λογικές διαπόμπευσης της καταγγέλλουσας και τα υπονοούμενα περί πολιτικών σκοπιμοτήτων.
Τρία, νομίζω, είναι τα σημαντικά σημεία που πρέπει να κρατήσουμε από την υπόθεση.
Το πρώτο είναι να υπενθυμίζουμε διαρκώς ότι η συναίνεση είναι η βασική διαχωριστική γραμμή και πως οποιαδήποτε σεξουαλική πράξη χωρίς συναίνεση ισοδυναμεί με βιασμό ανεξάρτητα αν έχει υπάρξει φυσική βία ή όχι.
Δεύτερον, με δεδομένα τα γερά θεμέλια της έμφυλης βίας στην ελληνική κοινωνία, δεν υπάρχει απαραίτητα ταύτιση ανάμεσα στη ρητορική ενάντια στην έμφυλη βία και στην πράξη. Είναι σίγουρα μια αναγκαία συνθήκη αλλά όχι ικανή από μόνη της. Επομένως, βιαστές μπορούν να γίνουν όλοι – άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο – ανεξάρτητα από κοινωνικές ευαισθησίες αν δεν σεβαστούν την κόκκινη γραμμή της συναίνεσης.
Τρίτον, όταν προσεγγίζουμε τέτοιες υποθέσεις είναι απαραίτητο να βγάζουμε τα κομματικά μας γυαλιά και να μην κατασκευάζονται αφηγήματα που βολεύουν. Πριν από λίγους μήνες κυριαρχούσε η ατάκα στα social media «να φέρουμε έναν βέλγο εισαγγελέα» στην Ελλάδα με αφορμή την υπόθεση Καϊλή. Τώρα η βελγική Δικαιοσύνη είναι και αυτή διάτρητη και υποκείμενη σε πολιτικές πιέσεις; Και μάλιστα από την Ελλάδα;
Ας ασχοληθούμε με τις εκλογές και τις πολιτικές αντιπαραθέσεις και ας αφήσουμε έξω από αυτές την υπόθεση αυτή. Μια καταγγελία για σεξουαλική κακοποίηση θέλει πολύ θάρρος και φέρει μαζί της πολύ προσωπικό κόστος για την κάθε καταγγέλλουσα. Μην το κάνουμε ακόμα πιο δύσκολο.