Γράφει ο Γιώργος Παπαχρήστος
Οι εκλογές της περασμένης Κυριακής στη Φινλανδία είχαν ένα σημαντικό πολιτικό μήνυμα για όλη την υπόλοιπη Ευρώπη: ότι η ακροδεξιά δεν είναι απλά παρούσα, αλλά έχει σηκώσει -απειλητικά- κεφάλι. Ένα συνοθύλευμα ρατσιστικών, ξενοφοβικών και κυρίως εθνικιστικών αντιλήψεων, αποδείχθηκε ότι είναι ικανό να φέρει την ακροδεξιά στα πρόθυρα της εξουσίας – η συνεργασία του κεντροδεξιού κόμματος που κέρδισε τις εκλογές, μοιάζει αναπόφευκτη μαζί της, για τον σχηματισμό μιας κυβέρνησης στη χώρα.
Πολλοί πιθανόν θεωρούν ότι η Φινλανδία είναι αρκετά μακριά από την Ελλάδα, ότι η άνοδος της ακροδεξιάς στην Φινλανδια ενδεχομένως να μην μας αφορά, και στην τελική να μην μας αγγίζει. Πρόκειται για λάθος. Τα όσα συμβαίνουν το τελευταίο διάστημα με το «κόμμα» που δημιουργήθηκε από τα κατάλοιπα του ναζιστικού μορφώματος της Χρυσής Αυγής, αποτελούν σοβαρή ένδειξη ότι αν οι δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου σε σύμπλευση με την ηγεσία της Δικαιοσύνης δεν κινηθούν άμεσα και δυναμικά, είναι ενδεχόμενο να έχουμε στη νέα Βουλή μια μετενσάρκωση της εγκληματικής οργάνωσης των φασιστών.
Ελπίζω ότι ο Άρειος Πάγος, που θα κληθεί σύντομα να αποφανθεί επί της αιτήσεως συμμετοχής στις εκλογές του φιλοναζιστικού φορέα, θα πράξει τα δέοντα, περιορίζοντάς τον, εκεί που ανήκει-στο περιθώριο.
Ενα δεύτερο παρεμπίπτον μήνυμα που εξέπεμψε προς την υπόλοιπη Ευρώπη, η Φινλανδία με το αποτέλεσμα της Κυριακής, το οποίο και αυτό πρέπει να προβληματίσει εν όψει της εκλογής της 21ης Μαΐου, είναι ότι ακόμη και στις πιο προηγμένες κοινωνίες της ηπείρου μας, το στενά οικονομικό ζήτημα παίζει καταλυτικό ρόλο στην ψήφο των πολιτών.
Η πρωθυπουργός Σάνα Μάριν, επικεφαλής του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, κατακρημνίστηκε στην 3η θέση, πίσω από τη κεντροδεξιά και την ακροδεξιά, παρ΄ότι ήταν μια επιτυχημένη, στα μάτια του υπόλοιπου κόσμου πρωθυπουργός. Κυβέρνησε προσεκτικά, με αξιοπρέπεια και σοβαρότητα, παρά περι του αντιθέτου στοιχήματα λόγω του νεαρού της ηλικίας της. ‘Εβαλε τη χώρα της στο ΝΑΤΟ, πηρε μέτρα για το κοινωνικό κράτος, αλλά οι ψηφοφόροι την τιμώρησαν, ιδίως για τον τρόπο που διαχειρίστηκε τα δημοσιονομικά της χώρας. Το χρεος της Φινλανδίας έφτασε επί των ημερών της στο 75%. Όμως αυτό που πληρωσε κυρίως ήταν οι αυξήσεις τιμών στο σούπερ μάρκετ και τα καύσιμα, καθώς και η άνοδος του πληθωρισμού, που έτρεχε με 9%.
Σας θυμίζουν κάτι όλα αυτά; Προφανώς κάνετε ήδη την αντιστοίχιση με τα δικά μας. Και λογικο είναι. Η Ελλάδα δεν είναι οικονομικά σε καλύτερη θέση από την Φινλανδία αλλά η κυβέρνηση Μητσοτάκη αντιμετωπίζει τα ίδια (και σε σοβαρότερη εκδοχή τους) οικονομικά προβλήματα. Για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης στην κοινωνία και την οικονομία, διατέθηκαν περι τα 65 δις, ένα ποσό το οποίο φαντάζει, και είναι, τεράστιο. Μένει να δούμε, αν οι ψηφοφόροι στην Ελλάδα, το εκτιμήσουν.
Το παράδειγμα της Φινλανδίας πάντως, δεν συνηγορεί. Αντιθέτως, χτυπάει καμπανάκια…