O καθηγητής Γιώργος Πλειός, ένας από τους πλέον ειδικούς σε θέματα Επικοινωνίας και Μέσων, καθηγητής και Διευθυντής του Εργαστηρίου Κοινωνικής Έρευνας στα ΜΜΕ του Τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, μιλώντας στον Αθήνα 9.84 και στην Μαργαρίτα Μυτιληναίου, μοιράστηκε τις σκέψεις και τις απόψεις του, σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο τα ελληνικά ΜΜΕ καλύπτουν το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη.
Μεταξύ άλλων, εντόπισε δομικά προβλήματα τα οποία μαστίζουν μερίδα των ελληνικών ΜΜΕ , εκτιμώντας ότι απομακρύνονται από την αποστολή τους που είναι να ασκούν κριτική και έλεγχο στην εξουσία.
«Με αφορμή την τραγωδία στα Τέμπη, διακυβεύεται πολύ σοβαρά η όποια αξιοπιστία είχε απομείνει στα ΜΜΕ. Και μπορεί να μην μας εκπλήσσει το ότι οι πολιτικοί προσπαθούν να επινοούν δικαιολογίες προκειμένου να μπορούν να αιτιολογούν κάποιες αποφάσεις, αβελτηρίες ή καθυστερήσεις, όμως τα ΜΜΕ πρέπει να είναι άτεγκτα και να εστιάζουν μόνο στα γεγονότα», ανέφερε.
Όπως επισήμανε, στην περίπτωση του σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη «φάνηκε σε μεγάλη κλίμακα ότι πολλά φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ, απλά, συστοιχήθηκαν με την κυβέρνηση και την ακολούθησαν στο αφήγημά της ενώ την ίδια στιγμή, τα αντιπολιτευτικά ΜΜΕ στέκονται με μεγαλύτερη κριτική διάθεση απέναντι στη διαχείριση της πληροφορίας».
«Προφανώς ό,τι μαθαίνουμε είναι μέσω των ΜΜΕ. Από εκεί και πέρα, έχει σημασία πως το νοηματοδοτούμε και τι συμπεράσματα βγάζουμε για τις ευθύνες του ενός ή του άλλου. Αυτή ακριβώς είναι η μάχη που γίνεται τώρα, για την απόδοση ευθυνών αλλά δεν συζητάμε καθόλου για το αύριο», πρόσθεσε.
Σύμφωνα με τον κ. Πλειό «το κυβερνητικό αφήγημα για την εκδοχή του ανθρώπινου λάθους δεν φάνηκε να πείθει την κοινή γνώμη αλλά ούτε και η τακτική της συγνώμης που υιοθετήθηκε στην πορεία».
Σε αυτό το πλαίσιο, περίπου μια εβδομάδα μετά την τραγωδία, παρατήρησε αλλαγή πλεύσης από πλευράς εκείνης της μερίδας των ΜΜΕ που εμφάνιζαν φιλοκυβερνητική κατεύθυνση.
«Πλέον διαπιστώνω ότι τις τελευταίες μέρες και εκείνα τα ΜΜΕ υιοθετούν το λόγο, την κριτική και την προσέγγιση αυτών που μέχρι πρότινος είχαν μια αντιπολιτευτική στάση, κυρίως επειδή αντιλήφθηκαν πως με την προηγούμενη στάση τους, χάνουν πολύ μεγάλο μέρος της αξιοπιστίας τους και πως μπορεί να διακυβεύεται ακόμα και η ύπαρξή τους», τόνισε.
Κλείνοντας, συμπλήρωσε: «Δυστυχώς στην Ελλάδα, στην πλειοψηφία τους, τα ΜΜΕ εξαρτώνται βαρύτατα από την πολιτική εξουσία και αυτό καθιστά ένα μέρος των δημοσιογράφων προπαγανδιστές. Γι’ αυτό και ορισμένες φορές κάποιοι εμφανίζονται πιο φιλοκυβερνητικοί και από τα ίδια τα κυβερνητικά στελέχη. Προφανώς ένας δημοσιογράφος πρέπει να έχει άποψη και να είναι ελεύθερος να την εκφράζει. Οφείλει όμως να φιλοξενεί όλες τις απόψεις, να μην κρύβει τα γεγονότα και από εκεί και πέρα υπάρχει το κοινό που κρίνει. Το να προσπαθούν κάποιοι να επιβάλουν δια της αποκρύψεως ή της επινοήσεως γεγονότων στο κοινό τη δική τους θέση είναι κάτι που δεν μας τιμά ως χώρα».