Της Μαρίκας Λυσιάνθη
Πριν από σχεδόν τρεις δεκαετίες, στις προεδρικές εκλογές του 1992, το Δημοκρατικό Κόμμα χρειάστηκε να επιστρατεύσει έναν χαρισματικό Κυβερνήτη από το Άρκανσα, τον Μπιλ Κλίντον, για να μετατρέψει τον πρεσβύτερο Τζορτζ Μπους σε Πρόεδρο μιας θητείας, παρόλο που ήταν ο Πρόεδρος ο οποίος κέρδισε τον πρώτο Πόλεμο του Κόλπου.
Δεν ανέτρεξε στη δεξαμενή των συστημικών παικτών του Κογκρέσου, όπως για παράδειγμα τον Τζο Μπάιντεν. Και τρεις δεκαετίες μετά, μπορούμε να κατανοήσουμε τους λόγους.
Στον απόηχο και της αναιμικής ομιλίας του στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, τα τηλεοπτικά στιγμιότυπα όπου έδειχνε να τα… έχει χαμένα, και τον πληθωρισμό από αστοχίες και γκάφες, που σε κάνουν να απορείς για το πώς είναι δυνατόν, η ισχυρότερη Δημοκρατία στον πλανήτη, η χώρα-οδηγός της Δύσης, να έχει εγκλωβιστεί τα τελευταία χρόνια στο… άχαστο δίδυμο Τραμπ-Μπάιντεν.
Στην τελική ευθεία για τις Ενδιάμεσες Εκλογές του Νοεμβρίου, το Οβάλ Γραφείο βλέπει τη δημοφιλία του Τζο Μπάιντεν να ανακάμπτει, και τις πιθανότητες να χαθεί και η Γερουσία, εκτός από τη βέβαιη απώλεια της Βουλής των Αντιπροσώπων, να μειώνονται.
Η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου για τις αμβλώσεις, κινητοποιεί κοινωνικές δυνάμεις που έδειχναν να φλερτάρουν με την αποχή, ακόμη και έτσι όμως, το κεντρικό σενάριο του μωσαϊκού της εκλογικής αναμέτρησης, δεν αλλάζει.
Τα είχε πει από τότε, πριν από τρεις δεκαετίες, το επιτελείο του Μπιλ Κλίντον. Είναι η οικονομία… ανόητοι. Θα είναι πάντα η οικονομία…