Γράφει ο Θανάσης Μαυρίδης
Στη ΔΕΘ γίναμε μάρτυρες μιας ακόμη εμποροπανήγυρης, κατά την οποία κυβέρνηση και αντιπολίτευση έδωσαν σκληρό αγώνα για να αποδείξουν στους ιθαγενείς ότι τα δικά τους καθρεφτάκια ήταν τα καλύτερα. Θα σας δώσουμε επίδομα, έλεγε η κυβέρνηση. «Πόσα σας έταξε ο Κυριάκος;», ρωτούσε ο Αλέξης. «Τα διπλά από εμένα»! Αυτοί δεν είναι καλοί άγιο Βασίληδες, κατήγγειλε με τη σειρά του ο Νίκος. «Δώστε μου εμένα ισχυρή εντολή και θα δείτε». Φτάνει αγαπητοί μας ηγέτες. Πονάνε τα μυαλά μας!
Καταλαβαίνουμε ότι έρχονται εκλογές. Ότι ο κάθε σωστός αρχηγός θα πρέπει να μαζέψει ψηφουλάκια για το κόμμα του. Αλλά δεν είναι αυτό που θα θέλαμε να ακούσουμε ή που έχει στο τέλος ανάγκη ο τόπος. Και να μην ξεχνάμε ότι καλά είναι τα επιδόματα, αλλά καλύτερη είναι η αλήθεια. Κι αυτή υποστηρίζει ότι για να μπορεί κανείς να μοιράζει λεφτά θα πρέπει και να τα έχει. Και όπως πάει το πράγμα, είναι πολύ πιθανό να ξεκινήσουμε σύντομα μία συζήτηση για το χρέος και για όλα εκείνα τα ωραία που συζητάγαμε και πριν από δέκα χρόνια. Είναι αλήθεια ότι αυτήν τη φορά το πρόβλημα δεν θα αφορά μόνο την Ελλάδα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι τα πράγματα θα είναι πιο εύκολα.
Ποιος είναι ο προσανατολισμός της χώρας μας; Τι είδους οικονομία θέλουμε; Πώς θα προσελκύσουμε επενδύσεις; Πώς θα παράγουμε πλούτο; Σε όλα αυτά δεν ακούσαμε απαντήσεις. Ούτε καν τα ερωτήματα ακούσαμε! Ακούσαμε όμως από την αντιπολίτευση ότι θα αυξήσει τη φορολογία, ότι θα κρατικοποιήσει επιχειρήσεις και άλλα τέτοια ωραία και σοσιαλιστικά. Σαν να ζούνε οι άνθρωποι σε ένα παράλληλο σύμπαν. Δεν τους απασχολούν τα προβλήματα του σύγχρονου κόσμου. Όπως δεν απασχολούσαν και τους Ευρωπαίους σοσιαλιστές, με αποτέλεσμα να βλέπουν τα ποσοστά τους να μειώνονται δραματικά από τη μία άκρη της ηπείρου στην άλλη.
Αυτή η κατάσταση μπορεί να εξυπηρετεί την κυβέρνηση, αφού δεν έχει αντίπαλο. Ή αλλιώς, ο Αλέξης Τσίπρας και ο Νίκος Ανδρουλάκης είναι οι καλύτεροι χορηγοί του Κυριάκου Μητσοτάκη. Αλλά δεν εξυπηρετεί την ελληνική κοινωνία και τη χώρα. Δεν ακούσαμε κάτι πραγματικά νέο στη ΔΕΘ, δεν γίναμε κοινωνοί κάποιας νέας πολιτικής. Ούτε καν ενός προβληματισμού για το μέλλον. Το μόνο που ακούσαμε ήταν παροχές. Αυτές που πράγματι θα δοθούν, επειδή τις ανακοίνωσε η κυβέρνηση, η οποία και μπορεί να τις δώσει φέτος. Κι εκείνες που δεν πρόκειται να γίνουν πραγματικότητα σε αυτόν τον κόσμο και τις οποίες τις ανακοίνωσε η αντιπολίτευση. Όχι μόνο γιατί είναι αμφίβολο αν θα γίνουν κυβέρνηση. Το σημαντικότερο είναι ότι του χρόνου δεν ξέρουμε αν η οικονομία θα αντέχει νέες παροχές. Γι αυτό λέμε σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση: Όχι άλλα επιδόματα. Όχι άλλο κάρβουνο. Φτάνει πια…