Γράφει ο Φαήλος Κρανιδιώτης
Αυτές τις μέρες ξυπνούν οι μνήμες του Ιουλίου του 1974, όταν οι Τούρκοι υλοποιούσαν de facto αυτό που μας υπόσχονταν επί έναν αιώνα: διχοτόμηση.
Περίμεναν από το 1878, όταν πούλησαν την Κύπρο στους Αγγλους, και μόλις μας βρήκαν μπόσικους, να τρωγόμαστε σαν τα σκυλιά και με παράνομη και τυχοδιωκτική ηγεσία, εισέβαλαν με τις πλάτες των ΗΠΑ, της προδοτικής Αλβιώνος και την ανοχή του ανατολικού μπλοκ. Παρ’ όλα αυτά, στην τρίχα παίχτηκε να τους πετάξουμε στην Ελλάδα. Δυόμισι μέρες τούς είχε σε ούτε δύο τετραγωνικά μίλια καρφωμένους στον αιγιαλό αποβάσεως ο γενναίος Παύλος Κουρούπης. Όμως οι Ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις διοικούνταν από προδότες. Τα Fantom, που ήταν με τις μηχανές έτοιμες, δεν απογειώθηκαν ποτέ να κάνουν στάχτη τις αποβατικές δυνάμεις.
Επίορκα τομάρια που πολιτεύονταν αντί να πολεμήσουν, που εγκατέλειψαν τους πολεμιστές της Κύπρου και μετά, αντί να στηθούν στα 6 μέτρα, αποστρατεύθηκαν ευδοκίμως τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους και απήλαυσαν τη σύνταξή τους, ώσπου να ψοφήσουν στο κρεβάτι τους. Ατιμώρητοι όλοι, πλην του Ιωαννίδη.
Όμως υπάρχει και μία άλλη πτυχή, ένα μεγάλο άδικο. Δεν έμεινε ατιμώρητη μόνο η συντριπτική πλειονότητα των δικών μας προδοτών. Είναι κρίμα και άδικο που ένας ένας οι Τούρκοι και Τουρκοκύπριοι φονιάδες αμάχων και αιχμαλώτων, οι βιαστές ανήλικων κοριτσιών, γιαγιάδων, γυναικών μπροστά στους άντρες, τα παιδιά και τα αδέρφια τους πεθαίνουν ατιμώρητοι στα κρεβάτια τους. Είναι κρίμα και άδικο οι Τουρκοκύπριοι ένοπλοι άτακτοι, μέρος του «σύνοικου στοιχείου», σήμερα ηλικιωμένοι στα καφενεία των Κατεχομένων να επαίρονται για τους Ελληνες γείτονές τους που λήστεψαν και δολοφόνησαν, για τις κοπέλες που βίασαν ομαδικά προτού τις σφάξουν και μετά στρογγυλοκάθησαν μαζί με εποίκους στην περιουσία των θυμάτων τους.
Είναι κρίμα και άδικο που ακόμη μένουν ατιμώρητοι οι δράστες αυτού του μαζικού κύματος βαρβαρότητας και εγκλημάτων.
Η Ελλάδα και η Κύπρος ουδέποτε επιδίωξαν την τιμωρία όλων αυτών, να τιμωρηθούν ως εγκληματίες πολέμου, με πρώτο πρώτο τον Ραούφ Ντενκτάς, που πριν από πολλά χρόνια σε μια κυνική ομολογία του στην αείμνηστη Μαρία Ρεζάν ομολόγησε πως οι ένοπλοι άτακτοι Τουρκοκύπριοι σκότωναν τους αιχμαλώτους που εμείς αναζητούσαμε ως αγνοουμένους. Σαν ύαινες συνόδευαν τον στρατό εισβολής και έκοβαν τις σάρκες των συμπολιτών, των γειτόνων τους. Εκλεψαν, βίασαν, σκότωσαν αιχμαλώτους και αμάχους. Όχι πως υπολείπεται ο τακτικός στρατός των γενοκτόνων σε εγκλήματα, αλλά πολλοί εξωραΐζουν τους «καημένους» τους Τουρκοκυπρίους, που αφού υπηρέτησαν την αποικιακή δύναμη, την Αγγλία, ως επικουρικοί Αστυνομικοί, βασανιστές και ρουφιάνοι, όταν εμείς κάναμε αντιαποικιακό αγώνα, μετά έκαναν μαζικά εγκλήματα ως άτακτοι ένοπλοι κατά την εισβολή. Πλήρωσαν την Υβρη, η Τουρκία τους κουβάλησε εποίκους και πλέον είναι μειοψηφία στα Κατεχόμενα, αλλά ουδέποτε τιμωρήθηκαν όσο τους άξιζε όσοι διέπραξαν χιλιάδες εγκλήματα με τον πιο δειλό και άνανδρο τρόπο.
Αδέρφια, τι κι αν κάποιοι μήδισαν; Τι κι αν κάποιοι ανόητοι πάνε στα Κατεχόμενα και γλεντάνε ή ψωνίζουν; Όλοι να τρελαθούμε και να συμβιβαστούμε και να μείνουν ένας βοσκός στην Πίνδο και ένας στον Πενταδάχτυλο, πιστοί στην ελευθεροφροσύνη, το αέναο πρόσημο του Ελληνισμού, τότε θα υπάρχει ελπίδα, αυτοί οι δύο θα έχουν δίκιο και όλοι εμείς άδικο.
Το καθήκον μας δεν αλλάζει επειδή κάποιοι κουράστηκαν, επειδή δουλόφρονα ανδράποδα κυριαρχούν προσωρινά στον δημόσιο λόγο. Οι αξίες του Έθνους και οι ιδέες που το ανέθρεψαν δεν αλλάζουν. Δεν είναι μόδα η αναζήτηση της ελευθερίας. Είναι εσωτερική ανάγκη. Μόδα είναι όλη αυτή η παρακμή, όπου οι δούλοι βρίζουν τους ελεύθερους στην ψυχή, οι δειλοί τους γενναίους και οι ανώμαλοι απάτριδες βγάζουν γλώσσα.
Το Κυπριακό είναι το γράδο για να μετρήσεις την ειλικρίνεια του πολιτικού προσωπικού. Η συντριπτική πλειονότητα των Ελλαδιτών επαγγελματιών πολιτικών το αντιμετωπίζει ως βάρος. Για εμάς η ελευθερία και η ευημερία της Μικρής Ελλάδας του Νότου, η διατήρηση αλώβητης της μνήμης και η δημιουργία με υπομονή και πείσμα των προϋποθέσεων της απελευθέρωσης είναι ζήτημα Τιμής και απόλυτης επίγνωσης της κοινής μοίρας όλου του Εθνους. Όχι 48 χρόνια, 1.048 να περάσουν, δεν υποκύπτουμε, δεν παραδιδόμαστε. Θα ‘ρθει ξανά ο καιρός, ο ούριος άνεμος στα πανιά του Κίμωνα…
*Δικηγόρος, Πρόεδρος της ΝΕΑΣ ΔΕΞΙΑΣ, Αντιπρόεδρος της ΕΘΝΙΚΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ