Του Δημήτρη Σκούρτα
Δημοσιογράφος
Το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’80 θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηριστεί μαγικό για το μπάσκετ. Τότε ήταν που μπήκαν οι πιο γερές βάσεις για την εκτόξευση του αθλήματος, με το έπος της Εθνικής ομάδας στο Ευρωμπάσκετ του ’87 και σε συλλογικό επίπεδο με τον Άρη που πρωταγωνιστούσε εντός και εκτός των συνόρων. Οι παλαιότερες γενιές ασφαλώς και θυμούνται εκείνες τις Πέμπτες που οι «κίτρινοι» έδιναν τις μεγάλες μάχες στο Κύπελλο Πρωταθλητριών. Τότε που τα πάντα «νέκρωναν» και εκατομμύρια άνθρωποι ήταν κολλημένοι στις τηλεοράσεις, ανυπομονώντας να παρακολουθήσουν τον Γκάλη, τον Γιαννάκη και τα άλλα παιδιά, απέναντι στην Μπαρτσελόνα, την Μακάμπι, τη Γιουγκοπλάστικα, την Τρέισερ Μιλάνο.
Ανάμεσα στα… άλλα παιδιά και ο ξανθομάλλης Καναδός σέντερ Γκρεγκ Γουίλτζερ, ο οποίος αποτελούσε την «κολόνα» της ομάδας κάτω από τα καλάθια. Σπουδαίος ριμπάουντερ, καλός αμυντικός με θετική παρουσία (αλλά μέχρι εκεί…) στο επιθετικό κομμάτι, ο Γουίλτζερ δεν είχε σε καμία περίπτωση την κλάση, του Μπομπ Μάκαντου, του Όντι Νόρις, του Κέβιν Μαγκί, του Ντίνο Ράτζα, παίκτες δηλαδή που αντιμετώπισε στο δρόμο για τα φάιναλ φορ της Γάνδης (1988) και του Μονάχου (1989), στις δύο χρόνιες που ήταν κάτοικος Θεσσαλονίκης (87-89).
Ίσως και επειδή ήταν το… εύκολο θύμα ο Γουίλτζερ δέχτηκε αρκετές φορές έντονη κριτική, όμως για μια ομάδα που το μεγαλύτερο ποσό του μπάτζετ πήγαινε για να καλύψει τα συμβόλαια των Γκάλη και Γιαννάκη, οι δυνατότητες για μια καλύτερη επιλογή ξένου παίκτη, ήταν εκ των πραγμάτων περιορισμένες.
Ο «τίμιος γίγαντας» του «αυτοκράτορα» είχε κάτι παραπάνω από αξιοπρεπή παρουσία τα δύο χρόνια που έπαιξε για λογαριασμό του Άρη και οι πληροφορίες της εποχής ανέφεραν ότι ο ίδιος είχε πειστεί πως θα ανανέωνε το συμβόλαιό του και για μια τρίτη σεζόν. Οι διοικούντες όμως είχαν τελείως διαφορετική άποψη επιλέγοντας να τον αντικαταστήσουν με τον Στόγιαν Βράνκοβιτς. Ένα χρόνο αργότερα ο Άρης έφτασε και πάλι στην πηγή (το φάιναλ φορ της Σαραγόσα), νερό όμως δεν κατάφερε να πιει και κάπου εκεί έσβησε για τα καλά το όνειρο για την κατάκτηση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών.