Γράφει ο Γιώργος Χαρβαλιάς
Ας συμφωνήσουμε καταρχάς στα βασικά. Η τρέχουσα ενεργειακή κρίση είναι πρωτίστως ευρωπαϊκό πρόβλημα. Δεν επηρεάζει στον ίδιο βαθμό ούτε τις Ηνωμένες Πολιτείες ούτε ασφαλώς την Κίνα, ενώ η Ρωσία, στην ανατολική άκρη της ηπείρου, απλώς τρίβει τα χέρια της.
Η Ευρώπη, λοιπόν, βρέθηκε να μην έχει επαρκή αποθέματα φυσικού αερίου για να βγάλει έναν δύσκολο χειμώνα. Το βασικό καύσιμο για τις σύγχρονες μορφές ηλεκτροπαραγωγής έγινε ξαφνικά είδος πολυτελείας. Γιατί όμως; Αν αναζητήσετε τις επίσημες εξηγήσεις των «αρμοδίων» της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ανά την υφήλιο νεροκουβαλητών του Βερολίνου (υπάρχουν μπόλικοι, μη στενοχωριέστε), θα σκοντάψετε σε θεωρίες, παντελώς αβάσιμες, που κινούνται σε ένα ευρύ φάσμα, από το άκρο της γελοιότητας, έως τις παρυφές της κακόβουλης προπαγάνδας.
Ο Ολλανδός Φρανς Τίμερμαν, για παράδειγμα, αντιπρόεδρος της Κομισιόν και υπεύθυνος για την «πράσινη μετάβαση», έχει το θράσος να βαφτίζει την ίδια την αιτία του προβλήματος, που δεν είναι άλλη από την άκριτη και εμμονική μέχρι ψυχώσεως βιασύνη των Γερμανών να καταργήσουν τα ορυκτά καύσιμα, ως ενδεδειγμένη μέθοδο θεραπείας. «Αν είχαμε καταλήξει στη Συμφωνία (για την κλιματικά ουδέτερη Ευρώπη) πέντε χρόνια νωρίτερα, τώρα δεν θα είχαμε αυτά τα προβλήματα» απεφάνθη ο επαγγελματίας Ευρωπαίος χρυσοκάνθαρος. Παραγνωρίζοντας προκλητικά ότι αυτή ακριβώς η πρόωρη εγκατάλειψη παραδοσιακών μεθόδων ηλεκτροπαραγωγής και η επιχειρηματικά βουλιμική στροφή στις άκρως επισφαλείς «μΑΠΕ»(Μεταβλητές Ανανεώσιμες) είναι το αίτιο της σημερινής ενεργειακής γύμνιας στην ενωμένη Ευρώπη.
Άλλοι υπάλληλοι της ευρωατλαντικής νομενκλατούρας, από αυτούς που πληρώνονται για να προάγουν τη «ρωσοφοβία», αποδίδουν την κρίση στη «μοχθηρή ιδιοσυγκρασία» του Πούτιν, που κλείνει τάχα τις στρόφιγγες από σαδισμό. Και κάποιοι ακόμη εγκάθετοι, απολογητές των αιολικών πάρκων, ομολογούν απλά ότι δεν φύσηξε πολύ φέτος και οι… ανεμόμυλοι δεν πήραν μπρος. Αλλά του χρόνου θα είναι διαφορετικά…
Ευτυχώς που υπάρχουν στη Δύση ακόμη σοβαροί αναλυτές να λένε την αλήθεια. Ενας από αυτούς, ο Βρετανός Llewellyn King, παλιά καραβάνα της δημοσιογραφίας με ειδίκευση στα θέματα ενέργειας, έγραψε πρόσφατα στο «Forbes» μία εξαιρετική ανάλυση με τίτλο: «Πώς η Ευρώπη πυροδότησε μια ενεργειακή κρίση και τώρα την πληρώνει ακριβά». Η αλήθεια, λοιπόν, είναι ότι ο Πούτιν δεν έκλεισε καμία στρόφιγγα. Αντίθετα, την άνοιξε και λίγο παραπάνω για να διευκολύνει την Ευρώπη, αλλά όχι όσο θα ήθελαν οι Γερμανοί, που έχουν το θράσος να απαιτούν φυσικό αέριο και ταυτόχρονα να απειλούν τους Ρώσους για την πολιτική τους στην Ουκρανία.
Δεν πρόκειται λοιπόν για σύνδρομο σαδισμού, αλλά για ψυχρή άσκηση διεθνούς οικονομικής διπλωματίας, τέχνη την οποία η Μόσχα έχει δείξει ότι κατέχει. Οι Ευρωπαίοι, λέει ο King (δηλαδή οι Γερμανοί που αποφασίζουν, εξηγώ εγώ), έπαιξαν και έχασαν. Υπέθεσαν ότι η τιμή του φυσικού αερίου θα παραμένει εσαεί χαμηλή και άρχισαν να παίζουν παιχνιδάκια με τους Ρώσους, θεωρώντας ότι η ζήτηση και όχι η προσφορά είναι αυτή που θα καθορίσει τους εμπορικούς κανόνες. Γι΄ αυτό και απέρριψαν τα συμβόλαια προμήθειας «μακράς διάρκειας», νομίζοντας ότι μπορούν να αγοράζουν φυσικό αέριο όποτε τους τελειώνουν τα αποθέματα, σαν να είναι η Gazprom συνοικιακή πιτσαρία.
Αν θέλουμε να τα ρίχνουμε στη Ρωσία, γράφει ο έμπειρος αναλυτής, με δεδομένο ότι η Ευρώπη προμηθεύεται τουλάχιστον το μισό φυσικό αέριο που χρησιμοποιεί για τις ανάγκες της από τη συγκεκριμένη χώρα, κάπου μάλλον οι ευθύνες αγγίζουν και τους Ευρωπαίους. Που στοιχημάτισαν ότι η Ρωσία έχει ανάγκη περισσότερο τις αγορές τους, απ΄ ότι εκείνοι χρειάζονται το ρωσικό αέριο. Και τώρα, η Ευρώπη, από τη Μεσόγειο έως τον Αρκτικό Κύκλο, αναρωτιέται πώς πήγαν όλα τόσο στραβά και γιατί έρχεται αντιμέτωπη με τις υψηλότερες τιμές ηλεκτρικού ρεύματος στην Ιστορία, με τεράστιες οικονομικές απώλειες, με πιθανά μπλακάουτ και άγριο ξεπάγιασμα φτωχότερων εισοδηματικά τάξεων.
Η Ευρώπη, λοιπόν, με προεξάρχουσα τη Γερμανία, αλλά για να είμαστε δίκαιοι όχι μόνον, αφού και η «αποσχισθείσα» Βρετανία, που ακολούθησε τη μόδα, πληρώνει πολύ ακριβά την εξάρτηση από υπεράκτιους… ανεμόμυλους, από αυτούς που θέλει να γεμίσει το Αιγαίο ο Μητσοτάκης (θα επανέλθω σύντομα σε αυτό), στην κυριολεξία τα θαλάσσωσε.
Όλα βεβαίως ξεκινούν από τη βιασύνη για την «πράσινη μετάβαση», η οποία θα έχει εξαιρετικά αμφίβολο περιβαλλοντικό αποτέλεσμα (αφού ο υπόλοιπος πλανήτης θα καίει κάρβουνο), αλλά τροφοδοτείται για εμπορικούς λόγους από το Βερολίνο, τις Βρυξέλλες και τα καθοδηγούμενα «όργανά» τους, που διαμορφώνουν την «ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική».
Αυτή η βιασύνη οδήγησε σε παρανοϊκές καταστάσεις, καθώς η Γερμανία, που αποκήρυξε την πυρηνική ενέργεια, αναγκάζεται σήμερα να εισάγει ρεύμα από τους πυρηνικούς σταθμούς της Γαλλίας και η επισπεύδουσα Ελλάδα, ο πρόθυμος «λαγός» των Γερμανών, που αποκήρυξε τους λιγνίτες, εισάγει ρεύμα από βαλκανικές χώρες που καίνε πετρέλαιο και λιθάνθρακα.
Όλο αυτό το αντιφατικό τοπίο έχει ως αποτέλεσμα σήμερα (και για πολλούς μήνες ακόμη) το ηλεκτροσόκ στα ευρωπαϊκά νοικοκυριά. Ήδη οι Ελληνες καταναλωτές βλέπουν τους λογαριασμούς της «διασωθείσας» ΔΕΗ των μαθητευόμενων μάγων και θέλουν να πηδήξουν από τα μπαλκόνια. Οι μόνοι που τρίβουν τα χέρια τους είναι οι παραγωγοί ανεμογεννητριών και το γερμανικό εξαγωγικό λόμπι.
Να είστε σίγουροι, όμως, ότι με αυτές τις απίθανες ανακολουθίες, το φυσικό αέριο, που παραλίγο να οδηγηθεί στο πυρ το εξώτερον, θα αναβαπτιστεί ως «πράσινο καύσιμο» και η Γερμανία θα τρέξει να λειτουργήσει τον αγωγό Nordstream, ξεχνώντας για λίγο την «αλληλεγγύη» με τους Ουκρανούς ναζί. Κι εμείς οι δύστυχοι θα αναπολούμε τους λιγνίτες της Μεγαλόπολης και της Πτολεμαΐδας, που έτρεξε να πετάξει στα σκουπίδια ο οραματιστής Ελληνας πρωθυπουργός…