«Τα στοιχεία της μελέτης των κ. Τσιόδρα και Λύτρα αποδεικνύουν με επιστημονικό τρόπο ότι αν είχε προχωρήσει η στήριξη του ΕΣΥ θα είχαμε γλυτώσει ζωές»δήλωσε ο τομεάρχης Ανάπτυξης και Επενδύσεων του ΣΥΡΙΖΑ -ΠΣ και βουλευτής Μεσσηνίας, Αλέξης Χαρίτσης, στον ρ/στ «Στο Κόκκινο 105.5. Και πρόσθεσε: «Δεν πρόκειται για ένα οποιοδήποτε ζήτημα κομματικής αντιπαράθεσης, είναι μείζον ζήτημα προστασίας της δημόσιας υγείας. Η κυβέρνηση είναι προφανώς και πρωτοφανώς εκτεθειμένη και θα πρέπει να αποδοθούν ευθύνες».
Σε σχέση με τον προϋπολογισμό, ο κ. Χαρίτσης σημείωσε ότι η συζήτηση στην Βουλή δεν είναι αποσυνδεδεμένη από το μείζον ζήτημα των ημερών με την έκθεση Τσιόδρα – Λύτρα. Διότι «η κυβέρνηση επιμένει και στον προϋπολογισμό του 2022 να λειτουργεί σαν να έχει τελειώσει η πανδημία», επισήμανε. «Δεν είναι αστοχία αλλά στρατηγική της κυβέρνησης να υποβαθμίζει και να αποσιωπά τις υγειονομικές και οικονομικές συνέπειες της πανδημίας», συνέχισε ο κ. Χαρίτσης, στηλιτεύοντας το γεγονός ότι «την στιγμή που η χώρα μας έχει υπερδιπλάσιο μέσο όρο θανάτων από τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης και το ΕΣΥ δέχεται πρωτοφανή πίεση, οι τακτικοί πόροι για την δημόσια υγεία είναι μειωμένοι κατά 800 εκατ. σε σχέση με τους πόρους που δαπανήθηκαν 2021», τόνισε ο κ. Χαρίτσης.
«Ο προϋπολογισμός του 2022 θα έπρεπε να έχει χτιστεί γύρω από τις δύο μεγάλες κρίσεις που επηρεάζουν το σύνολο της κοινωνίας και της οικονομικής δραστηριότητας: την πανδημία και την ακρίβεια. Αντίθετα, τις αγνοεί πλήρως», υπογράμμισε ο τομεάρχης του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ..
«Μπαίνουμε στο 2022 με πολλές αβεβαιότητες και μεγάλη ανασφάλεια» δήλωσε ο Αλ. Χαρίτσης, «αλλά η κυβέρνηση αντί να θωρακίσει την δημόσια υγεία και την οικονομία, προσπαθεί να μας πείσει ότι υπάρχει μια διαφορετική πραγματικότητα από αυτήν που βιώνουν οι πολίτες».
«Είναι πολιτική επιλογή μιας κυβέρνησης που επιχειρεί μέσα στις πολλαπλές κρίσεις που βιώνει η ελληνική κοινωνία να υλοποιήσει το νεοφιλελεύθερο σχέδιο της» υπογράμμισε ο Αλ. Χαρίτσης, καταλήγοντας:«Αυτό σημαίνει ότι η αναμενόμενη ανάταξη της οικονομίας που θα έχουμε το επόμενο διάστημα θα αφορά πολύ λίγους και όχι το σύνολο της κοινωνίας, θα οδηγήσει δηλαδή σε όξυνση των ανισοτήτων».