«Η στήριξη της εργασίας πρέπει να προηγηθεί της εκδήλωσης των κρίσεων -ειδικά στα κρίσιμα μέτωπαόπως η κλιματική αλλαγή, η δημόσια Υγεία, η δημόσια Παιδεία- ακριβώς επειδή γνωρίζουμε ότι αυτές θα είναι συχνές και το κόστος της απραξίας είναι επικίνδυνο για το μέλλον των κοινωνιών μας», τόνισε η Έφη Αχτσιόγλου στο συνέδριο της Ευρωομάδας της Αριστεράς, με θέμα: “Προοδευτικές Πολιτικές για την Ανάπτυξη και την Απασχόληση”.
Αναφερόμενη στην ανάγκη δημιουργίας πολλών νέων θέσεων πλήρους εργασίας σημείωσε ότι «η επίτευξη αυτού του στόχου περνάει μέσα από τη μείωση του εργάσιμου χρόνου» και πρόσθεσε ότι «η ελαστικοποίηση της εργασίας είναι πολιτική επιλογή των νεοφιλελεύθερων δυνάμεων, στην οποία η ευρωπαϊκή Αριστερά πρέπει να αντιτάξει την επαναθεμελίωση των εργασιακών δικαιωμάτων στα δεδομένα που θέτει ο 21ος αιώνας».
Η κ. Αχτσιόγλου υπογράμμισε ότι «απαιτούνται μεγάλης κλίμακας πολιτικές σε 4 άξονες:
– Αντικατάσταση του κατώτατου μισθού από έναν αξιοπρεπή μισθό, που θα βάζει το κάτω όριο στην αγορά εργασίας, στο να συνδέεται η απασχόληση με ένα επίπεδο διαβίωσης που να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες.Επίσης, αυτόματη επέκταση των κλαδικών συμβάσεων, εφόσον υπογράφονται από τις αντιπροσωπευτικότερες οργανώσεις και αποκατάσταση του δικαιώματος μονομερούς προσφυγής στη Διαιτησία.
– Ίσα δικαιώματα στην εργασία, με δημιουργία ενός ολοκληρωμένου πλαισίου περιορισμού και αποθάρρυνσης των επισφαλών μορφών απασχόλησης, με την καθιέρωση τεκμηρίου υπέρ της μισθωτής εργασίας απέναντι στην ψευδή αυτοαπασχόληση.
– Προστασία των εργαζόμενων στην πράξη, με έναν ισχυρό και αξιόπιστο ελεγκτικό μηχανισμό. Η προστασία που παρέχει η νομοθεσία είναι τόσο ισχυρή όσο η δυνατότητα να την ελέγξεις και να την επιβάλλεις. Το ΣΕΠΕ έχει αποδείξει ότι μπορεί να είναι αποτελεσματικό και μπορεί να γίνει ξανά. Αρκεί η πολιτική βούληση για την ενεργοποίηση του να συνδυαστεί με τη θεσμική, οργανωτική και επιχειρησιακή του ενίσχυση.
– Δυνατότητα πρόσβασης σε μια σειρά από βασικά αγαθά, είναι εξαιρετικά σημαντική για την ενίσχυση της θέσης των εργαζόμενων. Ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος και ένα συνεκτικό πλέγμα δημόσιων πολιτικών για τα κοινωνικά αγαθά είναι απαραίτητο για ένα βιώσιμο σύστημα εργασιακών σχέσεων».
Επισήμανε, παράλληλα, ότι χρειάζεται «ένα νέο κύμα ενεργοποίησης και συμμετοχής των ίδιων των εργαζομένων, με εμπιστοσύνη στη συλλογική διεκδίκηση καιτις συλλογικές νίκες».
Δήλωσε, τέλος, πως «η πανδημία μας δίδαξε ότι:
– Τα περιθώρια στήριξης του κόσμου της εργασίας είναι πολύ μεγαλύτερα απ’ ό,τιοι νεοφιλελεύθερες δυνάμεις θέλουν να επιβάλλουν.
– Οι συνεκτικές κοινωνίες είναι πιο ανθεκτικές στις κρίσεις, γι’ αυτό χρειάζονται επενδύσεις στους τομείς της δημόσιας Υγείας και Παιδείας.
– Από τους γιατρούς μέχρι τους διανομείς, ήταν οι δυνάμεις της εργασίας που στάθηκαν στο ύψος τους, βγήκαν μπροστά και έδωσαν τη μάχη, και πρέπει διαρκώς να θέτουμε το ερώτημα αν και το θεσμικό πλαίσιο της Ευρώπης στέκεται στο ύψος που πρέπει απέναντι στον κόσμο της εργασίας».