Γράφει ο Μανώλης Κοττάκης
Το πρώτο πράγμα που σκέφθηκα χθες, όταν η αγαπημένη μου Μάνια Στεφανάκη μού θύμισε ότι το Σάββατο συμπληρώθηκαν πέντε χρόνια από τον θάνατο του Κωστή Στεφανόπουλου -τον οποίο κανείς μας δεν θυμήθηκε, ενώ κάνουμε μνημόσυνα στους πλέον ασήμαντους-, ήταν το εξής:
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Πού θα ήταν ο Στεφανόπουλος, αν επί των ημερών του ερχόταν στην Ελλάδα ο Οικουμενικός Πατριάρχης επί τη ευκαιρία της συμπληρώσεως τριάντα ετών στον Θρόνο του και πραγματοποιείτο από τον Αρχιεπίσκοπο στη Μητρόπολη πατριαρχικό συλλείτουργο προς τιμήν του; Θα καθόταν στην οικία του στο Ψυχικό για να μελετήσει τον κυριακάτικο Τύπο; Θα έφευγε στην Πάτρα για να κάνει ποδήλατο με τα εγγόνια του στο Ρίο; Ή θα ήταν εκεί; Στη Μητρόπολη; Σε αυτή την ιστορική και συγκινητική στιγμή της Ορθοδοξίας και της πατρίδας, που καθήλωσε χθες επί τρίωρο τους τηλεθεατές της ΕΡΤ 2; «Δεν γεννάται θέμα», όπως θα έλεγε ο επιστήθιος φίλος του, πρύτανης της Δημόσιας Διοίκησής μας, Βασίλης Ανδρονόπουλος. Εκεί θα ήταν, γιατί γνώριζε το βάρος του αξιώματός του. Την ιστορικότητα της στιγμής!
Ποιος ξέρει πότε θα ξανάρθει ο Πατριάρχης… Δυστυχώς, χθες δεν ήταν εκεί ούτε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας ούτε ο πρωθυπουργός. Επέλεξαν τις οικίες τους. Πιο συγκεκριμένα, ο πρωθυπουργός και ο αρχηγός της αντιπολίτευσης τις οικίες τους και η κυρία Σακελλαροπούλου το Προεδρικό Μέγαρο αμέσως μετά το τέλος της δοξολογίας για τις Ενοπλες Δυνάμεις στον Αγιο Διονύσιο. Προλάβαινε να μεταβεί στη Μητρόπολη, όπου το συλλείτουργο τέλειωσε μετά τις 11 π.μ. Συμπεριφέρθηκαν όλοι ωσάν να επρόκειτο για μια τυπική Κυριακή.
Οι απουσίες τους ήταν και αισθητές και προσβλητικές στο πρόσωπο του Οικουμενικού μας Πατριάρχη – οι κατ’ ιδίαν συναντήσεις δεν αίρουν την παράλειψη. Αποφάσισα να αφιερώσω τη στήλη σήμερα σε αυτόν τον διαπρεπή πολιτικό άνδρα, γιατί εκπροσωπεί ένα παρελθόν που δυστυχώς δεν θα γίνει ποτέ μέλλον μας. Εκπροσωπεί μια σχολή σκέψης για το δημόσιο αξίωμα, για την κεντροδεξιά παράταξη, για την ποιότητα του δημοσίου ανδρός, που φθίνει. Και μη γελιέστε, θα μας κοστίσει κάποτε. Ο Στεφανόπουλος -ξεκινώ από το τελευταίο- ήταν βαθύτατα θεσμικός.
Ο Πατρινός προμηθευτής χάρτου Θέμης Ζυγουράκης μού διηγήθηκε προ καιρού τι συνέβη όταν ψηφοφόρος του Στεφανόπουλου τον καιρό που ήταν εκείνος υπουργός Προεδρίας είχε προβλήματα με τον νόμο και προφυλακίστηκε.
Ο ψηφοφόρος ζήτησε την παρέμβασή του στη Δικαιοσύνη για να αποφυλακιστεί, επικαλούμενος τη δικηγορική του ιδιότητα. Ο Στεφανόπουλος, υπουργός ων, τον επισκέφθηκε στο κρατητήριο του αστυνομικού τμήματος και του είπε: «Αν θέλεις να σε βοηθήσω, καμία αντίρρηση. Μου έχεις σταθεί! Ωστόσο, για να το κάνω αυτό, πρέπει να παραιτηθώ από το αξίωμα του υπουργού και του βουλευτή. Εάν είναι μεγάλη ανάγκη, πες μου και θα το κάνω! Αν όμως είσαι αθώος, δεν έχεις να φοβάσαι τίποτε. Πες μου τι να κάνω!»
Ο ψηφοφόρος, ενεός από όσα άκουγε από τον υπουργό, απάντησε: «Προς Θεού! Ποιος μίλησε για παραίτηση;» Εμειναν φίλοι μέχρι τα βαθιά γεράματά τους. Επειδή ο Κωστής, χωρίς να αδιαφορήσει, του είπε την αλήθεια. Ο πρώην υπουργός Υγείας της Ν.Δ., νυν πρόεδρος του ΕΛΓΑ, Ανδρέας Λυκουρέντζος, στενός συνεργάτης του Στεφανόπουλου στη ΔΗ.ΑΝΑ., μου διηγήθηκε προσφάτως μια άλλη ωραία ιστορία από την προεδρική του θητεία.
Ο Στεφανόπουλος δεν έμενε στο Προεδρικό Μέγαρο όπως η σημερινή ένοικός του. Μια μέρα χρειάστηκε να μείνει μέχρι αργά, γιατί το βράδυ της ίδιας μέρας επρόκειτο να αναχωρήσει για το εξωτερικό. Γευμάτισε λοιπόν στο Μέγαρο, σπαρτιάτικα, μάλιστα. Ζήτησε δύο αβγά τηγανητά μάτια, λίγο ψωμί και ένα ποτήρι νερό. Οταν ολοκλήρωσε το γεύμα του, κάλεσε τον σερβιτόρο και του ζήτησε να πληρώσει τον… λογαριασμό! Του έπεσε ο δίσκος τού ανθρώπου! Γενικώς η σχέση του Στεφανόπουλου με το χρήμα ήταν εχθρική. Επέστρεψε στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων την κρατική χρηματοδότηση που δικαιούτο.
Επέστρεφε χρήματα σε διαπλεκόμενους επιχειρηματίες που θέλησαν να ενισχύσουν το κόμμα του για να τον έχουν του χεριού τους. Είχε πρόβλημα ακόμη και με το ύψος της προεδρικής αποζημίωσης. Εφθασε έτσι να υποδέχεται ως αρχηγός της ΔΗ.ΑΝΑ. φίλους του σε ένα ταπεινό γραφείο στην οδό 3ης Σεπτεμβρίου και να τους ψήνει ο ίδιος καφέ στο μπρίκι!
Ο Στεφανόπουλος όμως, εκτός από πρότυπο δημοσίου ανδρός, υπήρξε πρότυπο κοινοβουλευτικού άνδρα της δεξιάς παράταξης και πρότυπο αρχηγού κράτους, βαδίζοντας στα χνάρια που χάραξε ο μεγάλος Κωνσταντίνος Καραμανλής. Ηταν το «αηδόνι» της Βουλής. Ομιλούσε από στήθους και κατά ριπάς. Δεν υπήρξε εξαρτώμενος και διαπλεκόμενος. Δεν μετείχε στη συνωμοσία των εκδοτών κατά του Ανδρέα Παπανδρέου το 1989, καταψήφισε τον νόμο για την ιδιωτική τηλεόραση.
Ο οποίος, όπως ψηφίστηκε, υπήρξε αιτία δεινών για την πατρίδα μας. Αγαπώντας την παράταξη που τον ανέδειξε, δεν είπε λέξη για την «απαγωγή» Κατσίκη από στενότατο συνεργάτη του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη τον Απρίλιο του 1990 για να γίνει αυτός ο βουλευτής νούμερο 151 της πλειοψηφίας.
Θα έδινε την ευλογία του, ούτως ή άλλως, χωρίς να ζητήσει… ανταλλάγματα, όπως ήταν η συνήθης πρακτική του Κέντρου σε αυτές τις περιπτώσεις από το 1965 και εντεύθεν. Ως Πρόεδρος Δημοκρατίας ο Στεφανόπουλος έδωσε «λαϊκότητα» στον θεσμό.
Πήγε παντού στην Ελλάδα, πήγε σε όλο τον απόδημο -ακόμη και στο χωριό Μπελογιάννης στην Ουγγαρία, στους πολιτικούς πρόσφυγες του Εμφυλίου πήγε αυτός ο σκληρός δεξιός- και εκτόξευσε έτσι τη δημοτικότητα του θεσμού και του ιδίου στα ύψη (η δημοτικότητα της τρέχουσας Προέδρου είναι τόσο χαμηλή, ώστε αποκρύπτεται από τις εταιρίες μετρήσεων). Ποιος ξεχνά τη συγκλονιστική ομιλία του για τα εθνικά θέματα ενώπιον του προέδρου Κλίντον;
Μόνο δεξιός Πρόεδρος θα μπορούσε να την είχε εκφωνήσει, ίσως και αριστερός, ποτέ όμως κεντρώος. Ποιος ξεχνά ότι επί των ημερών του αναγνωρίστηκε η Γενοκτονία των Ελλήνων της Μικρασίας; Θα το έκανε ποτέ αυτό Πρόεδρος της Δημοκρατίας που ως αρχηγός κόμματος είχε βουλευτή του τη Ρεπούση; Πάντα θα θυμάμαι τις συναντήσεις μας στο γραφείο του στην οδό Βαλαωρίτου, στα πλαϊνά του Jimmy’s.
Εκεί όπου με υποδέχονταν με το χαμόγελο και την προτροπή «να έρχεστε!» η πιστή γραμματέας του, κυρία Δρόσου, και ο φρουρός του, κύριος Ορλώφ. Με υποκάμισο γαλάζιο και γιακά – μανίκια λευκά, σκελετό γυαλιών επίχρυσο, μανικετόκουμπα εντυπωσιακά, τον μύστακα πάντα στην τρίχα, παρά τις εισηγήσεις του Αρεως Σπηλιωτόπουλου να τον κόψει, και με διάθεση για συζήτηση πάντοτε απίστευτη ( ιδίως για κριτική στη Ν.Δ.), ο Στεφανόπουλος θα παραμείνει αξέχαστος κι ας τον ξεχνάμε. Και ως αρχηγός κράτους και ως κεντροδεξιός πολιτικός και ως δημόσιος άνδρας. Είναι ο τυπικός εκπρόσωπος ενός παρελθόντος που, απ’ ό,τι φαίνεται, δύσκολα θα γίνει ξανά μέλλον μας! Θα θυμίζει πάντοτε «τι σημαίνει» δεξιά παράταξη με αρχές και αξίες.