Του Μάνου Οικονομίδη
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Αξία”, το Σάββατο 23 Οκτωβρίου 2021
Στη σκιά μιας καθημερινότητας που μας τροφοδοτεί, αδιάκοπα και επίμονα, με αφορμές για να αποπροσανατολιζόμαστε, να προβληματιζόμαστε, και να παρατηρούμε τον χρόνο να μας… προσπερνάει, έχει αξία να σταθούμε στις εξελίξεις στη Γερμανία.
Η ισχυρότερη οικονομία της ηπείρου μας, και η πολιτική δύναμη με τους περισσότερους… δορυφόρους, επομένως και με τη μεγαλύτερη δυνατότητα παρέμβασης στις εξελίξεις για τη διαμόρφωση του κοινού μέλλοντος των λαών της ηπείρου μας, γυρίζει σελίδα. Από την εποχή της, κάποτε απόλυτης, πολιτικής ηγεμονίας της Άνγκελα Μέρκελ, έρχεται η ώρα μιας τρικομματικής συνεργασίας… εναλλακτικής αφετηρίας και ευαίσθητων ισορροπιών.
Ο Όλαφ Σολτς θα κληθεί να ηγηθεί ενός συνασπισμού των Σοσιαλδημοκρατών, των Πρασίνων και των Ελεύθερων Δημοκρατών, με στρατηγική στόχευση να αξιοποιήσει τα επιτεύγματα της εποχής Μέρκελ, και να ωθήσει τη Γερμανία, και μαζί της την Ευρώπη, λίγο πιο μπροστά.
Το εγχείρημα είναι σύνθετο και έμπλεο προκλήσεων, με την αβεβαιότητα και την ανησυχία για όσα θα το συνοδεύσουν, να διεκδικούν πεισματικά κεντρικό ρόλο στην ανάλυση των επιμέρους παραμέτρων. Η αποχώρηση της μετριοπαθούς φωνής και της συναινετικής προδιάθεσης της Άνγκελα Μέρκελ έρχεται σε μια αχρείαστη και άβολη συγκυρία για την Ενωμένη Ευρώπη.
Η ανάγκη παγίωσης της χαλάρωσης των οικονομικών πολιτικών, και η δημιουργική ενσωμάτωση των μεταναστευτικών ρευμάτων, κυρίως από το Αφγανιστάν, συνθέτουν ένα κάδρο διπλού προβληματισμού, ίσως και διπλού κινδύνου.
Στο μέτωπο του μεταναστευτικού, η ανησυχία περισσεύει, κυρίως επειδή περισσεύουν και κυριαρχούν πλέον στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, ακροδεξιές φωνές, νοοτροπίες και… χαριτωμένες προσωπικότητες, που ωθούν σε μια κλειστοφοβική προσέγγιση για το μέλλον της ηπείρου μας.
Στην οικονομία, η κατάσταση θα μπορούσε να είναι περισσότερο διαχειρίσιμη, αλλά μάλλον… δεν θα είναι. Με το υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας να περνάει στα χέρια του Κρίστιαν Λίντνερ, του «μικρού Σόιμπλε», είναι εξαιρετικά απίθανο το Βερολίνο να συναινέσει σε παγίωση των πολιτικών δημοσιονομικής χαλάρωσης στην ευρωζώνη.
Χωρίς την αναγκαία δημοσιονομική χαλάρωση ωστόσο, ειδικά οι χώρες του Νότου, που εκτός από την οικονομική κρίση, υπέστησαν την προηγούμενη δεκαετία και τις περισσότερο ζωηρές συνέπειες από τα μεταναστευτικά ρεύματα, δεν θα μπορέσουν να αναδιατάξουν τις δυνάμεις τους, με όρους κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης.
Σε μια τέτοια περίπτωση, το μείγμα πρώτης ύλης θα είναι εκρηκτικό. Και με δεδομένη την απουσία εμπνευσμένης ηγεσίας από τη σημερινή Ευρώπη, οι συνέπειες θα είναι συρρικνωμένα διαχειρίσιμες.