Γράφει ο Νίκος Μπογιόπουλος
Κάθε τόπος έχει και το σημείο αναφοράς του.
Μπορεί να ’ναι ένα ιστορικό γεγονός, ένα έθιμο, ένα μνημείο, ένα βουνό, ένα ποτάμι, μια πλατεία, χίλια δυο.
Υπάρχουν όμως εκείνες οι σπάνιες περιπτώσεις που το σημείο αναφοράς κάποιου τόπου είναι ένας άνθρωπος. Κι όταν αυτός ο τόπος είναι μια μεγάλη πόλη στο κέντρο της Ελλάδας κι αυτός ο άνθρωπος είναι ένας κομμουνιστής, τότε αυτή η αναφορά έχει ευρύτερη σημασία και πιο μεγάλη αξία.
Το όνομα του Αντώνη Σκυλλάκου που «έφυγε» σήμερα Κυριακή 22 Αυγούστου και από τη ζωή, υπήρξε σημείο αναφοράς για τη Λάρισα.
Όχι μόνο γιατί κατάγεται από παλιά και γνωστή οικογένεια της πόλης – ο πατέρας του εκλέχτηκε βουλευτής Λάρισας – ούτε μόνο επειδή ήταν ένας πετυχημένος επιστήμονας, νομικός – και επί πολλά χρόνια διετέλεσε βουλευτής της περιοχής.
Περισσότερο επειδή ήταν ο κομμουνιστής που όλοι γνώριζαν και που στο πρόσωπό του αναγνώριζαν και τιμούσαν το ΚΚΕ, τις θέσεις και τους αγώνες του, τις θυσίες και τα οράματά του.
Ο Αντώνης Σκυλλάκος, για τους κομμουνιστές, τους αριστερούς γενικότερα, της Λάρισας και της Θεσσαλίας ήταν το καμάρι και η περηφάνια τους. Ταυτισμένη η ζωή του με το ΚΚΕ, στέλεχος του ΚΚΕ, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του Κόμματος και για ένα διάστημα βουλευτής του στην Αθήνα.
Διανοούμενος με ευρεία και, προπάντων, ουσιαστική μόρφωση και παιδεία, και το σπουδαιότερο με καθαρή εργατική συνείδηση. Κομμουνιστής αταλάντευτος κι ανιδιοτελής, αγωνιστής ακλόνητος και ταυτόχρονα σεμνός, μειλίχιος κι ευγενικός. Συνομιλητής που ήξερε πώς να μιλά με τους απλούς ανθρώπους του λαού και να τους «τραβάει» προς τη μεριά του δίκιου, αλλά και πως «να βάζει στη θέση του» κάθε ιδεολογικό, πολιτικό και ταξικό αντίπαλο του Κόμματος.
Για τους ανθρώπους που δεν είναι κομμουνιστές και αριστεροί, ακόμα και για εκείνους από διαφορετικούς πολιτικούς χώρους που δεν έχουν καθόλου «καλά αισθήματα» για το ΚΚΕ, ο Αντώνης Σκυλλάκος μπορεί να ήταν «πολιτικός αντίπαλος», αλλά όλοι αναγνώριζαν το ήθος του. Και όλοι ήξεραν ότι δεν ήταν καθόλου «εύκολος αντίπαλος».
Ειδικά οι πολιτικοί αντίπαλοι γνώριζαν ότι όχι μόνο με τις γνώσεις και το βάθος των πολιτικών επιχειρημάτων μπορούσε να αναδείξει την ουσία και την αλήθεια, βάζοντας τον κάθε “κατεργάρη στον πάγκο του”, αλλά και βίωναν την αίγλη και το μεγάλο κύρος του κομμουνιστή Σκυλλάκου μέσα στο λαό, γεγονός που κανείς δεν θα μπορούσε να υποτιμήσει, ή να αγνοήσει.
Ο Αντώνης Σκυλλάκος «έφυγε» αφήνοντας σαν παρακαταθήκη το μήνυμα πως ο κομμουνιστής παλεύει να είναι «πρώτος και καλύτερος παντού», όχι για τον εαυτό του και για προσωπικά ωφελήματα, αλλά γιατί αυτό θα πει κοινωνική προσφορά.
Στο πρόσωπο του Αντώνη Σκυλλάκου επιβεβαιώθηκε ο τίτλος του κομμουνιστή διανοούμενου, του ανθρώπου που η μόρφωση και η κατάρτισή του αποκτούν αυτήν την “άλλη ποιότητα” της ανθρωπιάς όταν συνδυαζονται με τη σταθερότητα, τη συνέπεια, την ανιδιοτέλεια στον αγώνα της εργατικής τάξης για την κοινωνική της απελευθέρωση.